επικράτηση των πολυεθνικών και του κορπορατισμού και είχε εφαρμοσθεί ανεπιτυχώς στην Χιλή, την Αργεντινή, την Ρωσία του Γιέλτσιν, την Ινδονησία τη Ν. Αφρική και αλλού, επανέρχεται ελέω κυρίως ΔΝΤ αλλά και διαφόρων ευρωπαίων «εταίρων» μας στην επικαιρότητα με θύμα την Ελλάδα.
Διατηρούσε και ο γράφων κάποιες αμφιβολίες ως προς την βεβαιότητα πολλών ότι θα γίνουμε προτεκτοράτο διεθνών, πολυεθνικών συμφερόντων.
Τα πάντα ξεκίνησαν λίγο μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών και την ανατολή της μεταπολίτευσης που είχε γεννήσει ελπίδες, φρούδες όπως αποδεικνύεται σήμερα, για μία νέα Ελλάδα, καθαρά δημοκρατική, στην οποία όχι μόνον θα έσβηναν τα πάθη ιδεολογικής αντιπαλότητας, αλλά και θα λειτουργούσε ένα κράτος ισονομίας και δικαίου, ένα κράτος χωρίς πελατοκρατία και κομματοκρατία, ένα κράτος και μία κοινωνία πραγματικής αξιοκρατίας, η οποία φυσικά δεν βασίζεται σε κομματικά, ιδεολογικά και συμφεροντολογικά κριτήρια.
Δυστυχώς, λίγο μετά το 1981 ξεκίνησε ο κατήφορος. Ναι, έγινε η «μεγάλη» αλλαγή για να μπορέσουν και οι «μη προνομιούχοι» να γίνουν «προνομιούχοι». Αλλά, αυτή η «αλλαγή» οδήγησε στην κατάλυση του κρατικού μηχανισμού από κομματικούς εγκάθετους. Στην κατασπατάληση δημόσιων πόρων, στη σχεδόν πλήρη αποβιομηχανοποίηση της οικονομίας, στον υπερδανεισμό για την πληρωμή των όλο και υψηλότερων αμοιβών στο δημόσιο των συνεχώς αυξανομένων δημοσίων υπαλλήλων σε υπηρεσίες και φορείς εντελώς άχρηστους, των διάφορων κοινωνικών παροχών. Οδήγησε, επίσης, στον εκφυλισμό των όποιων αρχών και αξιών επικρατούσαν μέχρι τότε στη δημόσια διοίκηση, στην κατάργηση της αξιοκρατίας και την εισαγωγή της κομματοκρατίας, στην απελευθέρωση της ρεμούλας και της κατασπατάλησης -μέχρι κλοπής- των δημόσιων εθνικών πόρων και του πακτωλού των κοινοτικών κεφαλαίων που υποτίθεται ότι ενίσχυαν τον κρατικό προϋπολογισμό, στον εκμαυλισμό των ψηφοφόρων-πελατών, στην καταβαράθρωση του επιπέδου της Παιδείας που προσφέρεται στα παιδιά μας, στη δημιουργία ενός συνδικαλιστικού παρακράτους. Αποτέλεσμα, η δημιουργία μιας ελληνικής κοινωνίας που απέχει παρασάγγες από την αντίστοιχη των μεταπολεμικών δεκαετιών ως προς τα ήθη, την εργατικότητα, την υπευθυνότητα, την πρόταξη του γενικού και εθνικού συμφέροντος έναντι του ατομικού. Καλλιεργήθηκε ο «ωχαδελφισμός», η ανομία, το ψέμα, το εύκολο και γρήγορο κέρδος, η επικράτηση του νεοπλουτισμού, της αγραμματοσύνης, η προβολή και επιβράβευση του «φαίνεσθαι» και όχι του πραγματικού «είναι».
Και γι’ αυτόν τον κατήφορο μπορεί την βασική, κυρίαρχη ευθύνη να την φέρει το ΠΑΣΟΚ του μακαρίτη Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά ούτε η ΝΔ και τα άλλα κόμματα στερούνται των δικών τους μεγάλων, μέχρι και τεράστιων ευθυνών. Από την κομματικοποίηση του κράτους, ακόμη και της Παιδείας, έτρεξαν να επωφεληθούν όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα, από την είσπραξη «δώρων» ή «ενισχύσεων» ή μιζών όλα τα κόμματα κέρδισαν (ας θυμηθούμε την περίπτωση των συμβάσεων SIEMENS επί οικουμενικής κυβέρνησης Ζολώτα, που τις είχε αρνηθεί το Υπουργικό Συμβούλιο αλλά τελικά ίσχυσαν μετά από απόφαση των Πολιτικών Αρχηγών….), από τον διορισμό «δικών μας» στον κρατικό μηχανισμό όλοι κέρδισαν ή κράτησαν ψηφοφόρους.
Και φθάσαμε «υπερηφάνως» στη σημερινή εποχή έχοντας ένα κράτος που για να ανταπεξέλθει στις δημόσιες δαπάνες του έπρεπε συνεχώς να δανείζεται από το εξωτερικό με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να αναγκαζόμαστε να δανειζόμαστε απλώς για να εξυπηρετήσουμε παλαιά δάνεια. Και αυτό, με μία οικονομία, η οποία δεν παράγει παρά μόνον, ή σχεδόν μόνον, αέρα. Μία οικονομία, της οποίας τα βασικότερα έσοδα προέρχονται από τον τουρισμό, που και αυτός ως προσφερόμενη υπηρεσία χωλαίνει και απέχει σε ποιότητα από τις υπηρεσίες που προσφέρονται σε ανταγωνιστικά με εμάς κράτη. Τη δεκαετία του ’50 και του ’60 μπορούσαμε να αγοράσουμε ελληνικές οδοντογλυφίδες. Σήμερα ούτε και αυτές μπορούμε να παράγουμε. Εδώ θα μού πείτε ότι φθάσαμε στο σημείο να εισάγουμε βασικά αγροτικά προϊόντα, που κάποτε τα παρήγαμε εν αφθονία. Από βιομηχανική παραγωγή, καλύτερα να μην κάνουμε λόγο. Και αυτά, επειδή η επιχειρηματικότητα αναπτύχθηκε ως βασικά κρατικοδίαιτη, αλλά και όταν υπήρχε υγιής ιδιωτική πρωτοβουλία πνιγόταν από την εκμαυλισμένη και δωροδοκούμενη απέραντη, αχαλίνωτη και ασυντόνιστη γραφειοκρατία.
Ήδη από το τέλος του 2008 φάνηκε σαφέστατα ότι το μέλλον της χώρας δεν θα ήταν καθόλου ρόδινο. Η κυβέρνηση Καραμανλή το άφησε να εννοηθεί, αλλά δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να δώσει τη δέουσα προσοχή εξαιτίας αφενός της διστακτικότητας του τότε πρωθυπουργού, η οποία ήταν αποτέλεσμα της ισχνότατης πλειοψηφίας στην Βουλή, και αφετέρου λόγω του υπερφουσκωμένου «σκανδάλου» του Βατοπεδίου. Το ότι το δημόσιο έλλειμμα αυξήθηκε πολύ το 2009 είναι γεγονός και δεν μπορεί να δεχθεί κανείς, τουλάχιστον με τα υπάρχοντα στοιχεία, ότι οφειλόταν μόνον στον υπέρογκο δανεισμό για την εξυπηρέτηση παλαιότερων ομολογιακών δανείων που έληγαν.
Η τραγική και επικίνδυνη κατάσταση της οικονομίας ήταν γνωστή «εις τους παροικούντας την Ιερουσαλήμ» και οπωσδήποτε στον νικητή των εκλογών του Οκτωβρίου 2009, τον Γιώργο Παπανδρέου. Έχει πλέον σχεδόν αποδειχθεί ότι ο νέος πρωθυπουργός είχε αναλάβει διάφορες δεσμεύσεις, αλλά και είχε δρομολογήσει, πολύ πριν τις εκλογές, ένα σχέδιο «σωτηρίας» που προέβλεπε και την αγκίστρωση της χώρας στο ΔΝΤ. Επιφανειακώς και μόνον δέσμιος των προεκλογικών εξαγγελιών του, δεν θέλησε να πάρει αμέσως τα απαραίτητα μέτρα, ούτε να στραφεί αμέσως σε νέο χαμηλότοκο εξωτερικό δανεισμό για να αντιμετωπισθούν άμεσες ανάγκες. Αντιθέτως, όπως φαίνεται αλλά δεν έχει ακόμη αποδειχθεί διότι μόλις τώρα ξεκίνησε η δικαστική έρευνα, διόγκωσε τεχνικά το δημόσιο έλλειμμα του 2009, άρχισε μία διεθνή εκστρατεία σπίλωσης της χώρας και του λαού της και μετά την πάροδο ενός ολόκληρου 8μήνου μας ανακοίνωσε μία ηλιόλουστη ημέρα από το …. Καστελόριζο την προσφυγή μας στο ΔΝΤ.
Υπογράφηκε τάχιστα το περίφημο πρώτο μνημόνιο, που όπως πλέον ομολογείται, δεν ήταν καν γνωστό και δεν είχε διαβασθεί από τους τότε συνεργάτες του υπουργούς. Όλοι είχαν αρκεσθεί στην προφορική ενημέρωση του ίδιου του πρωθυπουργού και του τότε υπεύθυνου υπουργού οικονομικών Γιώργου Παπακωνσταντίνου. Τα προβλεπόμενα από το μνημόνιο οδηγούσαν και τον πλέον άσχετο με την οικονομική επιστήμη, αλλά σχετικό γνώστη της καθημερινότητας και της αγοράς, στο συμπέρασμα ότι «δεν πρόκειται να περπατήσει». Το μνημόνιο, έτσι όπως είχε συνταχθεί μας έσπρωχνε στην ύφεση. Η μόνη οδός που θα μπορούσε να αλλάξει προς το καλύτερο τα πράγματα στους εναπομένοντες μήνες του 2010 και τους πρώτους του 2011 θα ήταν η πλήρης εφαρμογή των προβλέψεων για δραστική μείωση των δαπανών του δημοσίου, η έναρξη δραστικών αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης δημόσιας περιουσίας, η κατάργηση άχρηστων δημόσιων υπηρεσιών και φορέων και η συγχώνευση άλλων. Από αυτά ΤΙΠΟΤΕ δεν έγινε. Εν πολλοίς μέχρι και σήμερα. Αντ’ αυτών, επιλέχθηκε να δοθεί έμφαση στην εύκολη λύση των φοροεπιδρομών. Μόνο που αυτές, σε συνδυασμό με τη μείωση μισθών, αύξησαν την ύφεση. Ελλείψει δε και έστω κάποιων δημόσιων επενδύσεων, μειώθηκε η αγοραστική δύναμη και «κάθησε» η αγορά.
Δεν θα μπω στις λεπτομέρειες τού φαύλου κύκλου «μειώσεις μισθών – μειώσεις αυντάξεων – αυξήσεις φόρων – αυξήσεις τελών – αυξήσεις ΦΠΑ – απουσία επενδύσεων ιδιωτικών και δημοσίων – μείωση αγοραστικής δύναμης – στασιμότητα αγοράς – κλείσιμο επιχειρήσεων – αύξηση ανεργίας – μείωση εσόδων ασφαλιστικών ταμείων». Αυτή, όμως, η λογική αυτού του φαύλου κύκλου απερρίπτετο μετά βδελυγμίας από τον Γιώργο Παπανδρέου, τον Παπακωνσταντίνου, τον Βενιζέλο, τον Πάγκαλο, την Κατσέλη, τον Χρυσοχοΐδη και όλη την κομπανία, κυβερνητική και βουλευτική του ΠΑΣΟΚ με την εξαίρεση ορισμένων ανεξάρτητων φωνών μεταξύ αυτών.
Το μνημόνιο και η ακολουθούμενη πολιτική προβαλλόταν -και ακόμη και σήμερα συνεχίζει να προβάλλεται από τους αμετανόητους Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου- ως η μόνη σωτήρια. Εξάλλου, πολλοί δημοσιογράφοι, οικονομολόγοι, επιχειρηματίες και κυρίως καταξιωμένοι (μεταξύ των οποίων ο Μίκης Θεοδωράκης και ακαδημαϊκοί όπως οι καθηγητές κύριοι Κασιμάτης, Μαρκεζίνης και Μπέης) έκαναν λόγο περί αντισυνταγματικότητας όχι μόνον του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης, αλλά και των ενεργειών της κυβέρνησης, ή περί απώλειας -αν μη εσκεμμένης πλήρους εκχώρησης- εθνικής κυριαρχίας, τέθηκαν στο στόχαστρο της κυβερνητικής προπαγάνδας χαρακτηριζόμενοι ως αστείοι, διαστρεβλωτές της αλήθειας, φημολόγοι ή ακόμη και προδότες.
Όμως η αλήθεια ήταν εκεί, είναι εδώ, γραμμένη με μαύρο μελάνι πάνω σε άσπρο χαρτί. Στη συνέχεια είχαμε τους συνεχείς εκβιασμούς της περίφημης «τρόϊκα» σχεδόν κάθε τρίμηνο για να εκταμιευθεί η επόμενη δόση. Και κάθε εκβιασμός συνίστατο στην απαίτηση όλο και περισσότερων, όλο και επαχθέστερων μέτρων. Και επειδή στον τομέα των μεταρρυθμίσεων, της μείωσης δημοσίου και δαπανών, όπως και της ανάπτυξης δεν γινόταν απολύτως τίποτε με αποτέλεσμα να πέφτουμε έξω και να μην πιάνουμε τους στόχους, τα μέτρα ήσαν εισπρακτικού χαρακτήρα. Τα οποία, βεβαίως, συνεχώς μείωναν τα εισοδήματα και άρα την αγοραστική δύναμη. Και οδηγούσαν στην αύξηση της ανεργίας (στον ιδιωτικό και μόνον τομέα) και της ύφεσης.
Και φθάσαμε στον περίφημο χθεσινό «Δεκάλογο» της «τρόϊκα», με τον οποίο οι ανεκδιήγητοι δανειστές μας απαιτούν την άμεση λήψη όχι μόνον μεταρρυθμιστικών μέτρων (πλήρες άνοιγμα αγορών, πλήρης απελευθέρωση κλειστών επαγγελμάτων, μείωση δημοσίου, κλείσιμο υπηρεσιών και φορέων, απολύσεις στο δημόσιο, αποκρατικοποιήσεις), αλλά και νέων μέτρων καθαρά φοροεισπρακτικού χαρακτήρα, όπως η αύξηση των αντικειμενικών αξιών, αλλά και η περαιτέρω μείωση εισοδημάτων.
Το ερώτημα εάν οι κύριοι του ΔΝΤ και των υπολοίπων δανειστών μας είναι τόσο άσχετοι με το να μην βλέπουν πως η εμμονή τους κυρίως σε συνεχή μέτρα που μειώνουν τα εισοδήματα οδηγεί στην πλήρη αποτελμάτωση και τελική καταστροφή της οικονομίας δεχόταν ορισμένες απαντήσεις: Επιμένουν διότι δεν έγιναν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, επιμένουν για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα, επιμένουν διότι επιδιώκουν την εξαθλίωση του κορμού της ελληνικής κοινωνίας, της μικρομεσαίας τάξης.
Και δυστυχώς πιστεύω πλέον ότι η τελευταία απάντηση, δηλαδή η επιδίωξη της πλήρους εξαθλίωσης και αποσύνθεσης της μικρομεσαίας τάξης, είναι και η μόνη σωστή. Όπου και εάν εφαρμόσθηκε το Δόγμα του ΣΟΚ του Φρήντμαν, αυτό συνέβη: έσβησε η μικρομεσαία τάξη και δημιουργήθηκαν οι βάσεις και οι προϋποθέσεις για την εισβολή πολυεθνικών εταιρειών, που θα λειτουργούσαν με πολύ χαμηλό κόστος, άρα θα μπορούσαν να είναι παγκοσμίως ανταγωνιστικές, αλλά και να αυξάνουν τα κέρδη τους.
Δεν είναι ένας αριστερών φρονημάτων ή αριστερής ιδεολογίας ο γράφων. Άλλωστε, εδώ που έφθασαν τα πράγματα δεν χρειάζεται να είσαι αριστερός για να δεις την πραγματικότητα. Αρκεί να έχεις νοημοσύνη, να ενημερώνεσαι και να κρίνεις. Μας οδηγούν στο σημείο να γίνουμε ενοικιαστές ή και δούλοι μέσα στο ίδιο μας το σπίτι και δεν εννοώ μόνον τις κατοικίες μας (που μπορεί να εξαναγκασθούμε να πουλήσουμε για ένα κομμάτι ψωμί εξαιτίας των υπέρογκων τελών ακίνητης περιουσίας), αλλά και την ίδια μας την πατρίδα.
Και πολύ φοβούμαι ότι και περισσότερα και χειρότερα δεινά έπονται. Δεν είναι άνευ σημασίας η εμμονή των δανειστών μας για περαιτέρω μείωση των αμυντικών δαπανών, περαιτέρω μείωση των δαπανών για τα σώματα ασφαλείας, τη μείωση του προσωπικού των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας. Αλλά, ακόμη και χωρίς αυτές τις τελευταίες αξιώσεις, ένα είναι γεγονός: ότι ένας λαός που σχεδόν στο σύνολό του εκβιάζεται και δεν έχει πλέον το μυαλό διαθέσιμο για να ασχοληθεί με άλλες σκοτούρες, παρά μόνον με το τεράστιο πρόβλημα επιβίωσης ημών των ιδίων και των παιδιών μας, ένας λαός, του οποίου σεβαστό τμήμα έχει απωλέσει σημαντικό τμήμα της εθνικής συνείδησης, ΔΕΝ πρόκειται να ενδιαφερθεί και τόσο ή να αφυπνισθεί άμεσα στην περίπτωση μιάς εθνικής περιπέτειας, στην Θράκη, στο Αιγαίο ή αλλού.
Όπως γράφει ο Καθηγητής Κώστας Μπέης στο τελευταίο βιβλίο του «Η Ελλάδα που αγάπησα, η Ελλάδα της χρεοκοπίας», μάλλον θα είναι δύσκολο (θα έλεγα πολύ δύσκολο) να ξαναζήσουμε φαινόμενα εθνικής ομοψυχίας όταν ακόμη και ο δικτάτορας Μεταξάς είπε το ΟΧΙ στους Ιταλούς. Τότε σύσσωμος ο ελληνικός λαός, εγκαταλείποντας ιδεολογικούς διαχωρισμούς ή έχθρες και άλλες προκαταλήψεις, τραγουδώντας πήγε στην επιστράτευση, τραγουδώντας πήγε στο μέτωπο.
Σήμερα, εάν και ένας από τους τωρινούς πολιτικούς μας έχει το σθένος και την ωριμότητα ας εγκαταλείψει τις μικροκομματικές σκοπιμότητες, ας πετάξει από πάνω του τους εκλογικούς υπολογισμούς, ας παραμερίσει την φιλοδοξία του να γευθεί και αυτός την εξουσία (για να μην χρησιμοποιήσω την βαριά έκφραση «ας ξεχάσει την επιθυμία για νομή της εξουσίας») και ας αφιερωθεί αποκλειστικά στην σωτηρία Ελλάδος και λαού. Ίσως είναι ήδη πολύ αργά. Εμείς, οι πολιτικοί μας και, δυστυχώς, κυρίως οι κύριοι Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου, έδωσαν το πλήρες δικαίωμα στους δανειστές μας να μας εκβιάζουν απροσχημάτιστα. Και γι’ αυτό ίσως χρειασθούν ρηξικέλευθες αποφάσεις. Που μπορεί να μας φανούν Γολγοθάς. Δεν ξέρω ποιες, ούτε έχω το ανάστημα ή τις γνώσεις για να κάνω προτάσεις.
Πρέπει, όμως, κάτι να γίνει. Ας παραδειγματισθούμε από την περίπτωση της Ισλανδίας, τών πολιτικών της και του λαού της. Ο ζυγός που μας επιβάλλεται, αυτός ο οικονομικός ζυγός θα διαρκέσει δεκαετίες. Το θέλουμε;; Ή μήπως είναι καλύτερα με δική μας πρωτοβουλία να περάσουμε κάποια χρόνια πολύ ισχνών αγελάδων, αλλά μετά να ανακάμψουμε;; Μήπως είναι καιρός να ξυπνήσουμε και να επανακτήσουμε τις αρετές μας ως ατόμων, που μπορούν να μεγαλουργήσουν εάν το θέλουν;;
ΣΝΕΒΕΜΠΤ
1 Σχόλια:
συμφωνω μαζι σου και συμφωνουμε πολλοι απο που θ΄αρχισουμε ;;;;;;;
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις