κουρασμένοι από το τετράχρονο ταξίδι, μα ατσαλάκωτοι, ανεπηρέαστοι από την καταστροφή που είχε βρεί αυτά τα τέσσερα χρόνια εμάς στο έδαφος: την πείνα,
>>> Μην με παρεξηγήσετε >>> αλλά ο τρόπος παρουσίασης από τα ΜΜΕ >>> του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του >>> θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή, με τοποθέτηση προϊόντος >>> και το προϊόν είναι το αμερικανικό LNG >>> το "καλό", το ακριβό, το αμερικάνικο LNG....
__________________________________________________________________________________________________
__________________________________________________________________________________________________
Τετάρτη 11 Απριλίου 2012
Τα πολιτικά αερόστατα
Τα περιμένουμε τα αερόστατα να κατέβουν
από τον ουρανό.
Κάθε τέσσερα χρόνια έρχονται, κάποτε
λίγο νωρίτερα, ποτέ αργότερα.
Στα μεγάλα μπαλόνια τους, που το καθένα
του έχει άλλο χρώμα, διαβάζουμε κομμάτια της ψυχής μας, κομμάτια από τα όνειρά
μας, και ψέμματα χοντρά, τόσο χοντρά, που μοιάζουν με γρανιτένιες αλήθειες.
Όταν προσγειώνονται βγαίνουν έξω από τα
καλάθια οι επιβάτες τους,
κουρασμένοι από το τετράχρονο ταξίδι, μα ατσαλάκωτοι, ανεπηρέαστοι από την καταστροφή που είχε βρεί αυτά τα τέσσερα χρόνια εμάς στο έδαφος: την πείνα,
κουρασμένοι από το τετράχρονο ταξίδι, μα ατσαλάκωτοι, ανεπηρέαστοι από την καταστροφή που είχε βρεί αυτά τα τέσσερα χρόνια εμάς στο έδαφος: την πείνα,
τα σκουπίδια που δεν τα μάζευε κανείς,
τα εργοστάσια που σαν από θαύμα, σαν
εκείνο με τον παράλυτο του Χριστού,
είχαν άρει τον κράββατόν τους και είχαν φύγει στην αλλοδαπή, αφήνοντας πίσω
τους έρημο,
την μεταξύ μας φαγωμάρα,
τους ρωμαίους πραίτορες της αστυνομίας
με τις ασπίδες, τα ρόπαλα στα χέρια, και τις αντιασφυξιογόνες κάσκες και
μουσούδες και τον πολύχρωμο συρφετό των διαδηλωτών, καρυκευμένο με τους
απρόσωπους κουκουλοφόρους βάνδαλους απέναντί τους
και τις χωρίς αφέντη πυρές, να μπαίναν
σαν διαιτητές ανάμεσά τους να μοιράσουν σ’ όλους μας καταστροφή.
Αυτή την γήϊνη πραγματικότητα δεν την
είχαν ζήσει στο πετσί τους οι πολιτικοί αυτοί αεροπόροι, που είχαν δεί το δράμα
μας μόνο από ψηλά, με πανοραμική όραση και χωρίς να τους πνίγουν οι καπνοί από
τα δακρυγόνα.
Από κεί βλέπαν σαν στρατηγοί με τα
κιάλια τους μακριά στον ορίζοντα και προστάζαν όλο εμπρός και μας μαστίγωναν με
νόμους, χωρίς να έχουν την αίσθηση του
εδάφους, της ανηφόρας, της κόπωσης του να βαδίζεις με φορτίο στους ώμους μέσα
στο κρύο ή τον καύσωνα.
Είχε περάσει ανεπίστρεπτα η εποχή που οι
βασιλιάδες, που ήταν και στρατηγοί, έμπαιναν στην πρώτη γραμμή της μάχης και
δεν πίναν ούτε νερό να κορέσουν την δίψα τους, από αίσθηση σεβασμού προς τους
εξηντλημένους στρατιώτες τους.
Και μείς αθεράπευτα ρομαντικοί
περιμέναμε ακόμη σαν Μεσσία, τον πολιτικό που θα βάδιζε ανάμεσά μας, που θα κήρυσσε σαν τον Χριστό
στο Όρος των Ελαιών, ή σαν τον Μεγαλέξανδρο θα ανέβαινε το πολύ πολύ στο άλογό
του για να λογχίσει από κεί, σαν τον άγιο Γιώργη, από την σέλλα του τον δράκο.
Τώρα έπρεπε να συμβιβαστούμε με την
πραγματικότητα, πως οι σωτήρες μας θα είναι πάντα πάνω από εμάς, αιωρούμενοι
πάνω από τα κεφάλια μας, σε μια άτμητη παραλληλία μαζί μας, να μπορούμε να τους
βλέπουμε και να τους ακούμε, χωρίς να μας βλέπουν και να μας ακούνε και χωρίς
προπάντων να αγγιζόμαστε και να συγχρωτιζόμαστε.
Έτσι οι σωτήρες μας μπορούνε να παριστάνουν εσαεί τους δεξιούς ή αριστερούς του αέρος, μη έχοντας
κάποια εδαφική σταθερά για να προσανατολισθούνε, όταν εμείς κάτω στην γή έχουμε
γίνει όλοι από κοινού, ένα τίποτα. Και
μπορούν αντίθετα από εμάς να οραματίζονται, άλλος τον σοσιαλιστικό του
παράδεισο και άλλος την περιλάλητη ανάπτυξη, χωρίς να μοιράζονται την πείνα
μας, που επείγεται να βρεθεί απ’ ένα ψωμί για όλους μέχρι το βράδυ.
Κι’ όπως φυσάει ο αέρας, συμβαίνει κι’
αυτό, να βρίσκεται ο αριστερός πιο δεξιά από τον δεξιό, ή να πετάει πάνω από
την Ευρώπη και να την περνάει για την πατρίδα του και να μην ξεχωρίζει πια, τι
είναι ξένο και τι Ελληνικό και να μην
καταλαβαίνει την διαφορά της πατρίδος απ’ όπου απογειώθηκα απ’ αυτήν που
φαντασιώνεται πως υπηρετεί ή απ’ αυτήν που θα αναγκαστεί κάποια στιγμή να προσγειωθεί
για να πάρει νέα εφόδια, νέα λαϊκή νομιμοποίηση, νέους πολιτικούς αεροναύτες,
νερό και τρόφιμα, σαμπάνιες και χαβιάρι.
Πολλούς ξέραμε που ανέβηκαν σ’ αυτά τα
φανταχτερά αερόστατα και γύρισαν μετά τέσσερα χρόνια άλλοι άνθρωποι, αδυνατώντας να φαντασθούν πως
είναι η ζωή στο έδαφος, μέσα στους τοίχους ενός εργοστασίου, ή μιας υπηρεσίας,
μετά από τον εθισμό τους στους ανοικτούς ελεύθερους ορίζοντες, όπου λίγη
σημασία είχαν τα σύνορα πια των κρατών, των λαών, μα και των τραπεζών.
Τους βλέπαμε να μην μπορούν να δουν και να παραδεχθούν την γήϊνη πραγματικότητα,
μα να θέλουν εμάς να υποταχθούμε στην αέρια, υπεράνω των λαών και των
προβλημάτων τους, λογική τους, τους μεγαλοϊδεατισμούς τους και την σιγουριά συνείδησης, μα και
ασφάλειας που αποκτούσαν στο στενόχωρο, μα ελεύθερον να ταξιδέψει σε όλον τον
κόσμο, κομματικό τους κάλαθον. Κατέβαιναν στην γή και δεν μπορούσαν να
περπατήσουν χωρίς την βοήθεια αστυνομικών από την ανασφάλεια που τους
προκαλούσε πια ο λαός και από την οστεοπόρωση και την πνευματική απίσχναση που
είχαν υποστεί στο μεγάλο υψόμετρο της πολιτικής τους διαβίωσης.
Μιλούσαν σε προσωπικό επίπεδο και ο
λόγος τους ήταν στενόχωρος, γιατί τις λέξεις είχαν μάθει να τις πετάνε στο κενό
και όταν μιλούσαν μεταξύ τους ήταν συνήθως εμπιστευτικά στο αυτί.
Έτσι η δημοκρατία μας έβλεπε τα αερόστατά
της να ανεβαίνουν όλο και πιο ψηλά, που άλλο δεν τα βλέπαμε κι’ ούτε αυτά μας
βλέπαν, ακούγαμε μόνο τους νόμους τους
να κάνε σαν οβίδες κάθε τόσο στο έδαφος και τρέχαμε δω κει σε αυτοσχέδια
καταφύγια.
Και
όπως χάθηκε η οπτική μας επαφή, άρχισαν μερικοί να λένε πως ανάμεσα στους κομματικούς μας πεφωτισμένους
αεροπρούχοντες είχαν παρεισφρύσει εξωγήϊνοι.
Και υπήρχαν μερικοί ακόμη που ευθαρσώς μας το ΄λεγαν, πως όπου να ναι
τα αερόπλοια της δημοκρατίας θα
σταματούσαν να προσγειώνονται σε κάποια συγκεκριμένη χώρα για ανεφοδιασμό, μα
θα ανεφοδιάζοντο από αέρος κι’ έτσι όλοι οι άνθρωποι της γης θα είχαν μια
κυβέρνηση που σαν Θεό δεν θα την βλέπανε, μα θα ακούγανε μόνο την βροντερή φωνή
της στους αιθέρες.
ΤΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΠΩΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΑ ΑΕΡΟΣΤΑΤΑ
Τα περιμένουμε λοιπόν πως και πως τα
αερόστατα, να ΄ρθούν να γεμίσουν τον ουρανό μας με τα μπαλόνια τους. Αυτή την
φορά τα πράγματα κάτω στην χώρα είναι χειρότερα από ποτέ. Το έδαφος έχει σκάσει
από την ξηρασία και τα χείλη μας από την στενοχώρια. Κάθε τόσο κάποιος από μας
τινάζει τα μυαλά του στον αέρα. Δουλειά δεν βρίσκει κανείς πουθενά και προοπτική
δεν διαφαίνεται καμμιά.
Οι εχθροί έχουν στείλει τα ρομπότ τους
να καταλάβουν την κυβέρνηση και τις υπηρεσίες στην πρώτη μη επανδρωμένη,
αναίμακτη πολιτικοοικονομική κατάκτηση έθνους και κράτους στην ιστορία.
Το κοινοβούλιό μας, οι τηλεοράσεις μας
και τα ραδιόφωνά μας έχουν ήδη αλλοτριωθεί από
την επιφοίτηση του διαβολικού πνεύματος του Μαμμωνά. Σταυροφόροι
τοκογλύφοι και τελώνες έρχονται συνεχώς από την δύση και μελαψοί βάρβαροι σαρικοφόροι επαίτες απ’ την ανατολή.
Και μείς, ανάμεσα από τον Ιμπραήμ και
τις μεγάλες δυνάμεις, όπως το ΄21, με τους Μαυροκορδάτους και τους
κοτζαμπάσηδές μας στην εξουσία, και τον Κολοκοτρώνη και τους αγωνιστές οπλαρχηγούς στην διαπόμπευση, να αγωνίζονται
να αποδείξουν ότι δεν ήταν ελέφαντες, ψάχνουμε να βρούμε ποιοί είμαστε, εμείς
που πεινάμε εννοώ, εμείς που δεν έχουμε δουλειά, μα ούτε και ταυτότητα για να
διεκδικήσουμε την ιστορία μας και τα
ανθρώπινα δικαιώματά μας.
Και είναι πολλοί καλόψυχοι σε μερικά από
τα αερόστατα που μας υπόσχονται ψωμί αδιακρίτως, αρκεί να τα σηκώσουμε με τα χέρια μας από το έδαφος
και αυτά θα μας πετάξουν φρατζόλες από
ψηλά, χωρίς όμως και πάλι να μας λένε ποιοί είμαστε, για να δικαιούμαστε ψωμί, έστω και με το δελτίο και
αν αυτό το ψωμί θα το πάρουμε σαν κάτοικοι αυτής της χώρας, της προϊστορικής, ή
σαν περαστικοί τουρίστες της, επιδρομείς, καταπατητές της ή και λαθρομετανάστες
της ακόμη.
Χάος πνευματικό λοιπόν κοντά στο
οικονομικό και οι εφευρέτες του συστήματος του ελεγχόμενου κοινωνικού χάους
τρίβουν τα χέρια τους, βλέποντας πόσο προσοδοφόρος είναι η από αέρος διαχείριση
της κοινωνικής διάλυσης και εθνικής καταστροφής.
Ζητήσαμε απελπισμένοι να φτιαχτεί ένα
εθνικό αερόστατο, που να κάτσει πάνω από τον τόπο ετούτο τον καθημαγμένο, χωρίς
να ταξιδεύει άλλο μια δεξιά, μια αριστερά, μια να τραβά προς την Ευρώπη, μια
προς την Αμερική. Μας είπαν πως είναι αδύνατο γιατί θα ήταν πολύ βαρύ και σαν
κότα θα έμενε στο έδαφος και δεν θα μπορούσαν να οραματισθούν άλλο οι ηγέτες
του και να πιάνουν πουλιά στον αέρα, μα και να παραβαίνουν τις υποσχέσεις τους,
στο πρώτο φύσημα του ανέμου των ισχυρών.
Και πως δημοκρατία είναι να ψηφίζει μεν
ο λαός, όχι όμως και να κυβερνά..
Νιώθαμε λοιπόν τραγικά εγκαταλελειμμένοι
και συνάμα κοινωνικά διαλυμένοι, χωρίς να μπορούμε να ορίσουμε κάποιον από μας
αρχηγό, γιατί οι άνθρωποι από τα αερόστατα δεν θα το επέτρεπαν. Και μπορεί
εμείς στο έδαφος να νιώθαμε ένα σώμα και μια ψυχή, εκείνοι όμως στον αέρα, είχαν την συνείδηση πως
ανήκουν σε διαφορετικά καλάθια, που όσο και να ήταν μεγάλα τα μπαλόνια τους κι
οι υποσχέσεις τους, αυτά ήταν μικρά κι’ ολίγα τα αυγά τους..
Και ένα μόνο από τα αερόστατα προθυμοποιήθηκε να πετάξει σκοινί σε δύο
άλλα, συγγενή του ιδεολογικά, που να κάνουν μια προσπάθεια για μια κοινή πορεία, για λίγο έστω, όσο να
βγάλουνε τον κοινό τόπο της αφετηρίας τους από την λάσπη όπου είχε κολλήσει και
βούλιαζε, στην ντροπή, και την απόγνωση.
Τα άλλα όμως απαρνήθηκαν την ιδέα αυτή
που μπορούσε να μπερδέψει τα ιδεολογικά τους μπαλόνια, μα και σχοινιά και τα
καλάθια τους ακόμη και να χάσουν τα αυγά και τα πασχάλια.
Πέρασε η εποχή που κάποιος αγωνιζόταν
για ένα Σούλι, ή ένα Μεσολόγγι και κείνο γινόταν ιδέα, που σαν πουλί ταξίδευε
σε όλη την Ευρώπη. Τώρα είναι οι ιδέες
του αέρος και τα αερόστατά τους που
αποτελούν τα νέα άπαρτα Σούλια και Μεσολόγγια και τα Σούλια του εδάφους αντάμα
με τους Σουλιώτες και τα Μεσολόγγια του εδάφους αντάμα με τους Μεσολογγίτες
εγκαταλείπονται θυσία στον κατακτητή, προκειμένου να σωθούν αμόλυντες οι υπερεθνικές, υπερανθρώπινες ιδέες, είτε για
την ανάπτυξη κόπτονται, είτε για την κοινωνική δικαιοσύνη.
Μέχρι οι λαοί να μάθουν λοιπόν να
ψηφίζουν το σωστό και να προφέρουν
σωστά το όνομα του Κυρίου τους, τα αερόστατα θα ταξιδεύουν, μα θα αφήνουν πάντα
την υπόσχεση, σ’ αυτούς που παλεύουν με τα κύματα, την πείνα και την δίψα, σ’
αυτούς που αυτοκτονούν σπίτι τους ή στην
πλατεία Συντάγματος, σ’ αυτούς που τους παίρνουν οι τράπεζες τα σπίτια και
την χώρα τους, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια της, τα βουνά, τις ακτές και τα
νησιά της, τα νερά και τα πετρέλαιά της, πως πάλι σε πάλι σε 4 χρόνια πίσω θα
είναι στο έδαφος. Θα επιστρέψουν με
τους σωτήρες τους και τους Μεσσίες τους, τους πεφωτισμένους γήϊνους και
εξωγήϊνους επιβάτες τους, για να παραλάβουν όλο τον λαό αν χρειασθεί στο καλάθι
τους. Όσο λαό έμεινε και πήρε το μάθημά
του και κατάλαβε κατόπιν εορτής ποιό απ’ όλα τα αερόστατα είχε περισσότερο
δίκιο και να τον οδηγήσουν πλέον στην
γη της επαγγελίας, που δεν είναι απαραίτητο να ταυτίζεται με κάποιον
συγκεκριμένο τόπο και χώρο, όσες ιστορικές μνήμες κι’ αν έχει αυτός και με κάποιους συγκεκριμένους σώνει και καλά
ανθρώπους, μα θα μπορεί να βρεί την εφαρμογή των προδιαγραφών του σ’
οποιονδήποτε λαό κι’ οποιαδήποτε κοινωνία.
ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΔΕΚΑ ΜΙΚΡΕΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ
Όπου γής πατρίς λοιπόν μας λένε τα
αερόστατα, κι όποιος θέλει να σωθεί ας
πιαστεί απ’ τα σκοινιά μας κι’ ας μην δένεται με τους τόπους και τους
ανθρώπους. Και μείς όποιον βρίσκουμε
στον δρόμο μας θα τον βοηθούμε και θα διαλαλούμε το δίκιο του, μη μας ζητάτε
όμως να εγκλωβισθούμε σε μάχες στη γη, εκ παρατάξεως. Εμείς θα κάνουμε
ανταρτοπόλεμο στους αιθέρες, θα κτυπάμε κάθε 4 χρόνια και θα ξαναφεύγουμε.. Το
ξέρουμε βέβαια πως η αυτοκρατορία της δύσης
προελαύνει παντού σε αέρα και
έδαφος. Εμείς πρώτοι την είχαμε καταγγείλει. Μην μας ζητάτε όμως να βγάλουμε τώρα τα κάστανα από την φωτιά που
εμείς δεν ανάψαμε και να συμπαραταχθούμε με άλλους σαν απλοί φαλαγγίτες στο
έδαφος.
Ο αγώνας δεν θα κερδηθεί στον Μαραθώνα, στις Θερμοπύλες ή στην στενωπό της Σαλαμίνας, μα στις ελεύθερες ανοικτές θάλασσες των
ιδεών.
Παγκοσμιοποιητές είμαστε και μείς, μα
για μια άλλη παγκοσμιοποίηση παλεύαμε και παλεύουμε.
Μη μας ζητάτε λοιπόν να σπεύσουμε να
συνενωθούμε με άλλους για να συνδράμουμε την κοινή μας πατρίδα, μόνο και μόνο επειδή αποτελούμε
κομμάτι της και να σβήσουμε την φωτιά που την καίει πριν εντοπίσει ο λαός
τον εμπρηστή που την άναψε και μας αναθέσει αποκλειστικά την πυρόσβεσή
της, με τον τρόπο και τις μεθόδους που εμείς ξέρουμε.
«Το ισχύς εν τη ενώσει» λοιπόν, παρήλθε
ανεπιστρεπτί.
Τώρα προέχει να απομονώσουμε με την
μέθοδο της πολιτικής ανάλυσης της πολιτικής επιστήμης την δραστική παγκόσμια
αλήθεια.. Κάποιος ακούστηκε σε αντίλογο να λέει πως ο ιστορικός του μέλλοντος θα στηλιτεύσει αυτούς τους αδιαπραγμάτευτους
ιδεολόγους, που σαν τους Σπαρτιάτες παλιά, που αρνήθηκαν την συνδρομή τους στον
Μεγαλέξανδρο, αρνούνται να ενώσουν τις
δυνάμεις τους κατά των νέων σταυροφόρων. Κάποιος άλλος αντέτεινε, πως αφού την
ιστορία την γράφουν οι νικητές, αν οι δυτικοί παγκοσμιοποιητές επικρατήσουν, θα
πεθάνει μαζί με τις μνήμες των λαών και η παγκόσμια ιστορία.
Όπως και να ΄ρθουν όμως τα πράγματα
είναι εμφανές πως την αίσθηση της πατρίδος και τι διακυβεύεται με την απώλεια
της εθνικής κυριαρχίας της, δεν την
συνειδητοποιούν κατά το πρότυπο των μνημονιακών κομματικών αερόστατων και τα
πλείστα των αντιμνημονιακών. Έτσι οι
πολίτες συνηθισμένοι και αυτοί να διαχωρίζονται σε μικρότερους κομματικούς
λαούς και να επικεντρώνουν την προσοχή τους στο δικό τους αερόστατο στον
πολιτικό ουρανό, χάνουν την επαφή με την πραγματικότητα, πως αυτών καίγεται η
γούνα και δεν έχουν χρόνο να
περιμένουν σαν τους ουράνιους σωτήρες
τους άλλα τέσσερα χρόνια για να’ ρθει η
ανάπτυξη, ή να ωριμάσουν οι συνειδήσεις των ψηφοφόρων.
Η ανάγκη όμως να γίνει κάτι για να
σωθούν κάποιοι δεν αρκεί, όταν δεν νιώθουν όλοι να μοιράζονται κάτι κοινό στην
ψυχή τους.
Η ανάγκη να βρεθεί κάποιος για να σωθεί
η αυτοκρατορία δεν ήρκεσε, όταν πέθανε ο Μεγαλέξανδρος.
Η ανάγκη να σωθεί η Χριστιανοσύνη δεν
ήρκεσε για να ενωθούν οι Χριστιανοί, όταν έφθασαν οι Τούρκοι στην Ευρώπη.
Και τα κόμματα δεν έχουν ροκανίσει μόνο
την εθνική οικονομία, μα και την εθνική ιδέα και αλληλεγγύη και συνηθισμένα να
μην επικοινωνούν παρά με τηλεβόες και μέσω τρίτων, αδυνατούν να αναπτύξουν και
έναν στοιχειώδη ακόμα πολιτικό διάλογο μεταξύ τους.
Δεν αρκεί λοιπόν μια επανάσταση.
Χρειάζονται δέκα μικρές επαναστάσεις ταυτόχρονα και των δέκα μικρών νέγρων,
όλων δηλαδή των κομματικών λαών εναντίον όλων των παλιών και νέων επίδοξων
κομματικών αρχηγών, που αρνούνται να
αναγνωρίσουν την πολιτική ύπαρξη των
άλλων και αναθέτουν στον χρόνο
να αποδείξει κατόπιν εορτής ποιος είχε περισσότερο όλων δίκιο.
Πρέπει γι’ αυτό κάθε πολίτης να κάνει
την μικρή συνειδησιακή επανάσταση του
ενάντια όχι μόνο του ταξικού του συμφέροντος, μα και της κομματικής του
απολίθωσης, και να ανακαλύψει την ξεχασμένη κοινωνική διάσταση του
εξωκομματικού, μα πολύ πιο πραγματικού, εθνικού συνανθρώπου του.
Στην Τουρκία κάποτε το κατάφεραν και
ανανεώθηκε η πολιτική σκηνή και στην Ισλανδία πρόσφατα επίσης. Ας ελπίσουμε πως
η φωτιά της πατρίδος που σιγοκαίει στις καρδιές όλων θα τους φωτίσει σαν άλλο
Άγιο Πνεύμα, να καταλάβουν πως άλλο μνημόνιο και άλλο άνευ όρων παράδοση της
πατρίδος και ότι υπάρχει μια επιπλέον διαφορά που ξεπερνά την απλή
διαίρεση των μνημονιακών και
αντιμνημονιακών πολιτικών δυνάμεων.
Δηλαδή εκείνων που υπερασπίζονται Θερμοπύλες κι εκείνων που μάχονται
για τις ελεύθερες, ξετιναγμένες από το χώμα των πατρώων ριζών τους ιδέες,
εκείνων που πάνω απ’ όποιο κομματικό αερόστατο βάζουν την μάνα γή τους κι’
εκείνων που απογαλακτισμένοι απ’ αυτήν θέτουν κορώνα στο κεφάλι τους, είτε το
πανευρωπαϊκό ή παγκόσμιο νόμισμά τους, είτε την παγκόσμια ιδεολογία τους.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις