>>> Μην με παρεξηγήσετε >>> αλλά ο τρόπος παρουσίασης από τα ΜΜΕ >>> του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του >>> θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή, με τοποθέτηση προϊόντος >>> και το προϊόν είναι το αμερικανικό LNG >>> το "καλό", το ακριβό, το αμερικάνικο LNG....
__________________________________________________________________________________________________
__________________________________________________________________________________________________
Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2013
Οι αυταπάτες της Γερμανίας…
Τις τελευταίες ημέρες, ο εκπρόσωπος της Γερμανίας
στο ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) εξέφρασε την έντονη διαφωνία του
με την απόφαση της ΕΚΤ της 7ης Νοεμβρίου να μειώσει το βασικό της επιτόκιο.
Τώρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε έρευνα σχετικά
με το αν ή όχι το τεράστιο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας
προκαλεί οικονομική ζημιά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και πέραν από αυτήν. Η έρευνα
αυτή, και η κριτική
του μοντέλου ανάπτυξης της Γερμανίας το οποίο βασίζεται
στις εξαγωγές, έχουν προκαλέσει οργή στη Γερμανία. Μετατρέπεται άραγε η
Γερμανία σε αποδιοπομπαίο τράγο για τα προβλήματα της Ευρώπης, ή είναι πράγματι
εκτός τόπου και χρόνου σε σχέση με την ΕΕ και την παγκόσμια οικονομία;
Οι Γερμανοί ήταν για καιρό ένας από τους πιο
φιλοευρωπαϊκούς λαούς. Αλλά, σταδιακά το λαϊκό γερμανικό αίσθημα έχει στραφεί
ενάντια στην Ευρώπη και το κοινό της νόμισμα, το ευρώ. Έχει αναδυθεί ένα κόμμα
το οποίο αντιτίθεται ανοιχτά στο ευρώ και, παρά το γεγονός ότι δεν εξασφάλισε
έδρες στο Bundestag στις γενικές εκλογές του Σεπτεμβρίου, έχει γόνιμο έδαφος
για να αναπτυχθεί και να μεγαλώσει. Πρόκειται για μία τραγική εξέλιξη, μιας και
η Γερμανία θα έπρεπε να είναι η χώρα-οδηγός στην ανάπτυξη ενός πειστικού
οράματος για το μέλλον της Ευρώπης.
Τρεις αυταπάτες είναι υπεύθυνες για την
αυξανόμενη αποστροφή του γερμανικού κοινού προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση –καθώς
και για την αποτυχία πολλών Γερμανών να καταλάβουν ότι η Γερμανία είναι αυτή
που έχει να χάσει τα περισσότερα από την κατάρρευση του ευρώ.
Καταρχάς, οι Γερμανοί είναι πεπεισμένοι ότι έχουν
ξεπεράσει την κρίση με ασυνήθιστα καλές επιδόσεις. Παρά το γεγονός ότι η αύξηση
του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε απότομα το 2009, η οικονομία ανέκαμψε γρήγορα. Η
γερμανική οικονομία είναι σήμερα 8% μεγαλύτερη από ό,τι ήταν προηγουμένως.
Ομοίως, το ποσοστό ανεργίας έχει μειωθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης, φτάνοντας
το 5,2%, το χαμηλότερο επίπεδο από την επανένωση της Γερμανίας. Και, η δέσμευση
της γερμανικής κυβέρνησης στη δημοσιονομική εξυγίανση της επέτρεψε να επιτύχει
να καταγράψει πλεόνασμα πέρυσι. Μέχρι το 2018, το δημοσιονομικό πλεόνασμα
αναμένεται να ανέλθει σε 1,5% του ΑΕΠ.
Αυτά τα στοιχεία έχουν τροφοδοτήσει την αντίληψη
ότι η οικονομία της Γερμανίας περνάει άνθηση, και ότι το μέλλον της θα ήταν
ακόμη πιο λαμπρό αν δεν την εμπόδιζαν οι ασθενέστερες οικονομίες της ευρωζώνης.
Αλλά, αν εξετάσουμε το ζήτημα από μία πιο μακροπρόθεσμη προοπτική, οι
οικονομικές επιδόσεις της Γερμανίας είναι στην πραγματικότητα μάλλον
απογοητευτικές. Μία μελέτη της DIW Berlin δείχνει ότι, από την έναρξη της
νομισματικής ένωσης το 1999, η Γερμανία έχει καταγράψει μερικά από τα
χαμηλότερα ποσοστά αύξησης του ΑΕΠ και της παραγωγικότητας στην ευρωζώνη.
Επιπλέον, οι πραγματικοί μισθοί δεν έχουν αυξηθεί
σχεδόν καθόλου. Για περισσότερο από το 60% των Γερμανών εργαζομένων, οι μισθοί
έχουν στην πραγματικότητα μειωθεί. Οι μισθοί έχουν αυξηθεί σημαντικά σε άλλα
μέρη της Ευρώπης, παρά την οικονομική κρίση. Δεδομένου ότι η Γερμανία έχει
επίσης ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά επενδύσεων της ευρωζώνης, η αύξηση του ΑΕΠ
της ενδέχεται να είναι μία από τις μικρότερες στην Ευρώπη κατά τα επόμενα
χρόνια, καθιστώντας απίθανο το ενδεχόμενο σημαντικών μισθολογικών αυξήσεων.
Φυσικά, οι Γερμανοί δεν έχουν απολύτως άδικο. Η
κρίση στην περιφέρεια της Ευρώπης αποδυναμώνει τις προοπτικές οικονομικής
ανάπτυξης της Γερμανίας. Αλλά, θα πρέπει να θυμούνται ότι μόλις πριν από μία
δεκαετία, η Γερμανία ήταν ο «ασθενής της Ευρώπης» και ότι η ισχυρή ανάπτυξη και
ο δυναμισμός αλλού στην Ευρώπη, συνέβαλαν ουσιαστικά στην ανάκαμψή της. Θα
πρέπει επίσης να αναγνωρίσουν ότι όλοι οι Ευρωπαίοι είναι στην ίδια μοίρα. Ό,τι
είναι καλό για την Ευρώπη είναι καλό και για τη Γερμανία, και αντιστρόφως.
Η δεύτερη αυταπάτη που «τυφλώνει» πολλούς
Γερμανούς είναι ότι οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προσπαθούν να τους φάνε
τα χρήματα. Ως αποτέλεσμα, η Γερμανία παρουσιάζεται απρόθυμη να συμμετάσχει
πλήρως στις συζητήσεις σχετικά με μία ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση, λόγω της
πεποίθησης ότι η τραπεζική ένωση θα εκθέσει τους Γερμανούς φορολογούμενους σε μεγάλους
κινδύνους και άγνωστες δαπάνες μέσω της αναδιάρθρωσης των τραπεζών και της
ασφάλειας των καταθέσεων. Ομοίως, οι Γερμανοί έχουν επικρίνει τις νομισματικές
πολιτικές της ΕΚΤ, ιδιαίτερα το πρόγραμμα «οριστικών νομισματικών συναλλαγών»
(OMT), κάνοντας έκκληση προς το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο να ακυρώσει
τις υπό προϋποθέσεις αγορές δημοσίου χρέους της ευρωζώνης που προβλέπει το
πρόγραμμα.
Η αντίθεση αυτή φαντάζει αντιπαραγωγική,
δεδομένου ότι η ανακοίνωση και μόνο του προγράμματος από την ΕΚΤ ηρέμησε τις
αγορές κρατικού χρέους και μείωσε το κόστος δανεισμού στις χώρες τις
περιφέρειας. Πράγματι, παρέχοντας απλά ένα αξιόπιστο δίκτυ ασφαλείας έναντι του
κινδύνου κατάρρευσης της ευρωζώνης, το πρόγραμμα ΟΜΤ έχει γίνει ένα από τα πιο
επιτυχημένα μέτρα που θεσπίστηκε από κεντρική τράπεζα τα τελευταία χρόνια. Η
πιο λογική εξήγηση για την αντίδραση της Γερμανίας είναι ότι πολλοί Γερμανοί
αισθάνονται βαθιά δυσπιστία ως προς τις άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, και ως εκ
τούτου πιστεύουν ότι δε μπορούν να τις εμπιστευτούν ως προς το ότι θα αποφύγουν
την πτώχευση.
Η τρίτη αυταπάτη της Γερμανίας είναι ότι η
τρέχουσα κρίση είναι, εν τέλει, μία κρίση του ευρώ. Αν και είναι δελεαστικό να
χρησιμοποιήσει κανείς το νόμισμα ως αποδιοπομπαίο τράγο, το γεγονός παραμένει ότι
το ευρώ έφερε τεράστια οικονομικά οφέλη στη Γερμανία, λόγω των αυξημένων
συναλλαγών, της μεγαλύτερης σταθερότητας των τιμών, της αύξησης του
ανταγωνισμού και της βελτίωσης της αποτελεσματικότητας.
Επιπλέον, η κρίση της ευρωζώνης δεν έχει τα
χαρακτηριστικά μίας νομισματικής κρίσης. Το ευρώ δεν είναι υπερτιμημένο και δεν
έχει υποστεί κακή διαχείριση, γεγονός που θα μπορούσε να υπονομεύσει την
ανταγωνιστικότητα και να διαβρώσει την εμπιστοσύνη στην μακροπρόθεσμη
σταθερότητα του νομίσματος. Αντιθέτως, η αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα της
συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ έναντι όλων των άλλων βασικών νομισμάτων
αποτελεί απόδειξη της διαρκούς πίστης στη βιωσιμότητα και σταθερότητα του ευρώ.
Αυτό που δεν πιστεύουν πλέον οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι ότι οι κυβερνήσεις
θα κάνουν ό,τι χρειαστεί για να σώσουν την Ευρώπη από την κρίση.
Το επιχείρημα ότι η κρίση πηγάζει από το γεγονός
ότι η ευρωζώνη δεν αποτελεί μία βέλτιστη νομισματική ζώνη είναι εξίσου
προβληματικό. Καμία οικονομία δεν αποτελεί τη βέλτιστη νομισματική ζώνη.
Υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των πολιτειών των ΗΠΑ, ακόμη και μεταξύ των
κρατιδίων της Γερμανίας. Η κυρίαρχη πρόκληση για τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα
του ευρώ είναι η έλλειψη πολιτικής θέλησης για την εφαρμογή συμπληρωματικών
πολιτικών, όπως αυτή της τραπεζικής ένωσης και μίας αξιόπιστης δημοσιονομικής
ένωσης.
Ενώ οι οικονομικές προοπτικές της ευρωζώνης έχουν
βελτιωθεί, δεν είναι ακόμη εκτός κινδύνου. Μία βαθιά κρίση σε οποιαδήποτε χώρα
μέλος είναι πιθανό να γίνει μεταδοτική. Δεδομένης της εμπορικής και οικονομικής
διαφάνειας της Γερμανίας, καθώς και της ηγετικής ευθύνης που συνοδεύει την
οικονομική της δύναμη, θα αντιμετωπίσει ιδιαίτερα υψηλό κόστος.
Στο πλαίσιο αυτό, με το που σχηματιστεί η Τρίτη
κυβέρνηση της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, θα πρέπει να απαλλάξει τις χώρες από
τις αυταπάτες που εμποδίζουν τη χώρα από το να διαδραματίσει έναν ενεργό και
εποικοδομητικό ρόλο και να διασφαλίσει ότι η Ευρώπη θα λειτουργεί ως ένωση. Ένα
τέτοιο εγχείρημα απαιτεί, πάνω από όλα, την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης
μεταξύ των Ευρωπαϊκών χωρών. Ενώ αυτό θα είναι φυσικά δύσκολο να επιτευχθεί,
είναι η μόνη πραγματική επιλογή της Γερμανίας –και η μοναδική πραγματική ελπίδα
της Ευρώπης.
http://www.sofokleous10.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις