οι τευτονικές φυλές, ιδίως όταν έχουν διαμορφωθεί από την προτεσταντική παράδοση. «Τhe German name has a proverbial significance of sincerity and honest meaning», κάπως έτσι θυμάμαι να ξεκινά ένα δοκίμιό του ο Εμερσον.
Από την άλλη, βέβαια, το ανθρώπινο είδος δεν αντέχει πολλή αλήθεια, για να παραφράσουμε τον ποιητή. Ούτε καν αυτοί οι Γερμανοί. Οταν, π.χ., λίγο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κυκλοφόρησε στη Γερμανία το «Μια γυναίκα στο Βερολίνο» της Ανώνυμης, η οργή της -ανδρικής ως επί το πλείστον- κοινής γνώμης ήταν τέτοια, ώστε η συγγραφέας αυτής της συγκλονιστικής μαρτυρίας για τη ρωσική κατοχή του Βερολίνου απαγόρευσε να επανεκδοθεί το βιβλίο της στη Γερμανία όσο η ίδια ήταν εν ζωή, παρά τη διεθνή απήχηση που είχε και τις πολλές ξένες μεταφράσεις. Κατανοητό, εν μέρει. Ευθύνη για το έγκλημα, ολοκληρωτική ήττα και τέλεια καταστροφή, όλα αυτά ήταν από μόνα τους ένα ασύλληπτο βάρος για τους Γερμανούς άνδρες, ώστε να αντέχουν να μάθουν τι είχαν τραβήξει οι γυναίκες τους από τους Ρώσους...
Αλλά εμείς πια είμαστε εντελώς «μη μου άπτου» με την αλήθεια. Την ανεχόμαστε μόνον σε πάρα πολύ μικρές δόσεις και εφόσον μας χορηγείται με τέτοιο περιτύλιγμα ώστε να μην τη νιώθουμε καθόλου. (Δεν θα κουραστώ να επανέρχομαι στο θέμα των Ολυμπιακών της Αθήνας: συγκρίνετε πώς ακόμη και σήμερα εμείς απλώς ακροπατάμε γύρω από τη διεθνώς εξευτελιστική υπόθεση των Κεντέρη - Θάνου και πόσο αποφασιστικά οι Αμερικανοί ξεκαθάρισαν το ζήτημα του ποδηλάτη Λανς Αρμστρονγκ...)
Το ότι 3.000 εργαζόμενοι στην ελληνική Τοπική Αυτοδιοίκηση διεκπεραιώνουν καθήκοντα τα οποία στη Γερμανία γίνονται με χίλιους -αυτό είπε ο Φούχτελ- δεν αφορά το ποιόν μας ως λαού, αλλά την οργάνωση του κράτους μας. Δεν το γνωρίζαμε αυτό και «πέφτουμε από τα σύννεφα» τώρα που μας το τρίβουν στο πρόσωπο οι ξένοι; Δεν είχαμε αντιληφθεί, δηλαδή, ότι η περιλάλητη Τοπική Αυτοδιοίκηση (έργο του ΠΑΣΟΚ και αυτό...) δεν ήταν ποτέ ένας διοικητικός εκσυγχρονισμός, παρά μία πονηρή προέκταση του κομματικού κράτους. Δεν είχαμε αντιληφθεί ότι, για τον λόγο αυτόν ακριβώς, δεν της επέτρεψαν ποτέ να γίνει πραγματικά ανεξάρτητη από το κεντρικό κράτος. Ούτε είχαμε αντιληφθεί ότι, για τον ίδιο λόγο, χρησίμευε πάντα ως εφαλτήριο κομματικών στελεχών για τη Βουλή ή για την εδραίωση προσωπικών μηχανισμών, που εξασφάλιζαν την άνετη επανεκλογή. (Ακόμη και ο θλιβερός Κακλαμάνης κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής, παρά την τραγική αποτυχία του ως δήμαρχος...)
Φαίνεται, επίσης, ότι δεν είχαμε αντιληφθεί πως την παράλογη γραφειοκρατία, που τόσο μας βασανίζει, εμείς τη στήσαμε, επειδή μας έδινε το πρόσχημα για πάντα περισσότερες προσλήψεις. Ε, λοιπόν, το τίμημα αυτών των μαζικών, πελατειακών προσλήψεων είναι τώρα οι οριζόντιες απολύσεις - όπως ακριβώς οι οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων είναι το τίμημα των οριζόντιων αυξήσεων. Πολύ περίεργο, αλήθεια, αν τίποτε από αυτά δεν έχουμε πάρει ακόμη χαμπάρι! Μα πώς μας διέφυγαν όλα αυτά; Αφού είμαστε, στο κάτω κάτω, ο «εξυπνότερος λαός του κόσμου»...
Ωστόσο, υπάρχουν και κάποια άλλα, τα οποία δεν πήρε χαμπάρι ο Φούχτελ. Τη νοοτροπία μας, πρώτα απ’ όλα. Την ευθιξία της ανασφάλειας που συνυπάρχει με την ακλόνητη πεποίθηση ότι η αύξηση της αμοιβής είναι «κεκτημένο», το οποίο υφίσταται ανεξαρτήτως εργασιακής και δεν υπόκειται στην «αντιδημοκρατική διαδικασία» της αξιολόγησης. Πολιτικός είναι ο Χανς Γιόακιμ Φούχτελ και μάλιστα Γερμανός: εφόσον η πραγματοποίηση του σκοπού προέχει γι’ αυτόν, όφειλε να έχει λάβει υπ’ όψιν του σε ποιους και πώς απευθύνεται. Οχι για να μην τους πληγώσει, αλλά για να μην προσφέρει μια πρώτης τάξεως ευκαιρία σε όσους επιδιώκουν να αποτύχει η προσπάθεια διάσωσης της Ελλάδας και, προκειμένου να πετύχουν τον σκοπό τους, το πρώτο που θα εκμεταλλευθούν είναι η άθλια νοοτροπία μας...
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις