Πράσινα άλογα
«Η δική μου ενθουσιώδης πορεία προς την επιτυχία ξεκίνησε παράλληλα με την είσοδο
της χώρας στον ελπιδοφόρο δρόμο του Σοσιαλισμού και της Εθνικής ανεξαρτησίας. Την εποχή που το άστρο του Ανδρέα Παπανδρέου είχε ξεκινήσει να μεσουρανεί στο πολιτικό στερέωμα και τα πρώτα εκατομμύρια των ευρωπαϊκών ενισχύσεων είχαν αρχίσει δειλά – δειλά να εισρέουν στα ταμεία της φτωχής πλην τίμιας χώρας μας, εγώ – άρτι απολυθείς από την γενναία άμα τε γενναιόδωρη Πολεμική μας Αεροπορία – έμπαινα πλησίστιος στον σκληρό και ανταγωνιστικό στίβο της βιοπάλης. Με εφόδια ένα πτυχίο οικονομικών από το καλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας κι ένα μάστερ από το κορυφαίο οικονομικό πανεπιστήμιο της Βρετανίας, δεν έβλεπα το λόγο να μην είμαι αισιόδοξος. Ήμουν ένας πολλά υποσχόμενος μελλοντικός γιάπης και δεν είχα κανένα λόγο να λυπάμαι γι αυτό. Αφού πέρασα ένα αλησμόνητο καλοκαίρι ασυδοσίας και κραιπάλης μοστράροντας την καινούρια μου άλφα ρομέο – δώρο του μπαμπά για το μάστερ – στα καλύτερα παραλιακά σκυλάδικα, βρήκα αμέσως δουλειά σε μια πολλά υποσχόμενη «καταπράσινη» εταιρεία. Ήταν η «πράσινη περίοδος» για την χώρα μας και η δική μας οικογένεια σε αυτό το χρώμα είχε «επενδύσει» το μέλλον της, την ώρα που άλλοι λιγότερο οξυδερκείς και περισσότερο ρομαντικοί και ιδεολόγοι ξελαρυγγιζότανε στα φεστιβάλ της ΚΝΕ και του ΡΗΓΑ. Ο πατέρας μου, γνωστός «δηλωσίας» που έκανε λεφτά εκμεταλλευόμενος ασύστολα την καραμανλική αντιπαροχή, διέβλεψε εγκαίρως την «αριστερή» στροφή του πόπολου και φρόντισε να υψώσει τη σημαία με τον ανατέλλοντα ήλιο στο μεσιανό κατάρτι του σπιτιού, οδηγώντας με μαεστρία το οικογενειακό σκάφος στις προσοδοφόρες φουρκέτες ενός πολλά υποσχόμενου «τρίτου δρόμου» προς το Σοσιαλισμό».
«Ανέβηκα με χαρακτηριστική άνεση όλα τα σκαλιά μιας λαμπρής και επικερδούς σταδιοδρομίας, ενώ παράλληλα η χώρα ολόκληρη ανέβαινε εν χορδαίς και οργάνοις στον Παρνασσό της σοσιαλιστικής της ειμαρμένης. Ήταν μια δεκαετία που άλλαξε άρδην τον κοινωνικό και οικονομικό χάρτη της χώρας και ανέδειξε καινούρια αστραφτερά «λαμόγια» στη θέση των παλιών θαμπών και ξεφτισμένων απατεώνων. Η τραμπάλα είχε μετακινηθεί βιαίως και τον ίλιγγο της απάνω τούρλας απολάμβαναν πια όλοι εκείνοι οι κολασμένοι που είχαν στοιχειώσει τις εξορίες και τα ξερονήσια δεκαετίες ολόκληρες. Μαζί τους, λάθρα και ανερυθρίαστα ψωμίζονταν πλουσιοπάροχα στρατιές ολόκληρες προσφάτως «ανανηψάντων» δεξιών που με το χέρι βαθιά στον κρατικό κορβανά, ανέπεμπαν ύμνους και διθυράμβους στο όνομα του λαοφιλούς και λαοπλάνου Ανδρέα. Συντάγματα ολόκληρα ζιβαγκοφόροι αριβίστες, κολύμπησαν στα εκατομμύρια των επιδοτήσεων και των δανεικών. Μεραρχίες από ξεβράκωτους «καρμπονάρους» της συμφοράς, άραξαν τα κουρασμένα κορμιά τους στους καναπέδες του «Αστέρα» και της «Ελούντας». Στρατιές από λιμασμένους και αδίστακτους γκαουλάιτερ, στρογγυλοκάθισαν στις τσίλικες καρέκλες του Δημοσίου και των κοινωφελών επιχειρήσεων, δημιουργώντας ένα «κράτος εν κράτει», συνδικαλιστών, εργατοπατέρων και τεμπελχανάδων, που όμοιό του δεν είχε γνωρίσει ποτέ η χώρα και το οποίο δεκαετίες αργότερα θα επιβίωνε κολοβωμένο αλλά ακόμη επικίνδυνο, κάνοντας αβίωτο τον βίο του πορφυρογέννητου διαδόχου. Είναι αλήθεια πως την εποχή που εγώ έθετα τα οικονομικά θεμέλια μιας ανέμελης και ξένοιαστης ζωής, ο Ανδρέας έστηνε την πολιτική του αυτοκρατορία υποθηκεύοντας το οικονομικό μέλλον ενός ολόκληρου Λαού. Έτσι ήταν, αυτός έδινε από τα δανεικά κι αγύριστα κι εμείς τα παίρναμε με έξι χέρια, είχαμε όλοι καταντήσει μικρογραφίες της θεάς Κάλι! Παρόλο το φτύσιμο και το γιαούρτι που έχει φάει ο ανοικονόμητος ο Πάγκαλος, κατά βάθος έχει κάποιο δίκιο. Μαζί τα είχαμε φάει, άλλοι πολλά και άλλοι λίγα τα εκατομμύρια, μαζί τα ροκανίσαμε σαν τα πεινασμένα ποντίκια που πέφτουν αγεληδόν το σούρουπο σε αποθήκη γεμάτη γεννήματα. Μονάχα που δεν ήταν δικά μας τα γεννήματα και τώρα θα πρέπει εμείς να πληρώσουμε το μάρμαρο, ενώ ο Πάγκαλος ρεύεται πανευτυχής τα κεφτεδάκια του Απότσου. Άδικη Κοινωνία που άλλους τους ανεβάζεις κι άλλους τους κατεβάζεις στα τάρταρα»!
Εδώ τελειώνει η σύντομη εκ βαθέων εξομολόγηση του σπαραχτικά θρηνούντος πράσινου γιάπη. Τα υπόλοιπα, τα ζήσαμε, τα σχολιάσαμε, τα αναλύσαμε, γίνονται σιγά – σιγά κι αυτά ιστορία. Μια ιστορία όπου οι σπαραχτικά θρηνούντες για τα χαμένα οικονομικά «μεγαλεία» του Έθνους, δεν σταμάτησαν ακόμη να ονειρεύονται πως «πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά τους θα ‘ναι»!
Για την αντιγραφή: Akenaton
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις