επαναδιατύπωση αυτού του τόσο σημαντικού πολιτικά και ιστορικά ερωτήματος, a posteriori δικαιωμένου. Αντίστοιχο ερώτημα, στην εποχή του Τρικούπη, ταρακούνησε για τα καλά το πολιτικό σύστημα. Αντίστοιχο ερώτημα σήμερα, πολύ φοβάμαι, απλώς θα τοποθετηθεί στη σφαίρα του πολιτικώς γραφικού λόγου.
Βρίσκω γελοία την πρόθεση – που επικρατεί ως πολιτικά αναμενόμενη τα τελευταία χρόνια – να επιρριφθούν οι όποιες ευθύνες για την κατάντια της χώρας μας στους λιγότερο υπεύθυνους. Το «ανεύθυνον» του Βασιλέως, θυμίζω, υπήρξε βασικό πολιτικό πρόταγμα την εποχή του Τρικούπη και «βάσταξε» για αρκετά χρόνια. Σήμερα, το «ανεύθυνον» καλύπτει πολύ περισσότερα πρόσωπα, πολλά περισσότερα συμφέροντα, πολυπληθείς ομάδες και κέντρα εξουσίας, σε βαθμό που καθιστά δυσχερή την απόδοση ευθυνών. Όμως, το ερώτημα είναι ανάγκη να διατυπωθεί εκ νέου: Ποιος ή ποιοι φταίνε επιτέλους;
Το κόμμα της ΝΔ κατηγορούσε με δριμύ καταγγελτικό λόγο την πολιτική απόφαση του ΓΑΠ να μας εντάξει στο Μνημόνιο. Όταν, όμως ανέλαβε η ίδια, ευθύς αμέσως συνέχισε – με μεγαλύτερη, μάλιστα θέρμη – την πολιτική του προκατόχου του. Παρά ταύτα, η καταγγελτική ρητορική εναντίον του συνεχίστηκε! Ω του παραλόγου, αυτή ακόμα και σήμερα διατηρείται αμείωτη! Τα δε δημοσιογραφικά «δεκανίκια» αυτής της πολιτικής εξακολουθούν να τον διαπομπεύουν και να τον διασύρουν – ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο – παρότι τα ίδια αυτά όργανα προπαγάνδας όχι μόνο υποστηρίζουν την πολιτική που αυτός ξεκίνησε, αλλά διασύρουν κάθε διαφορετική πολιτική άποψη ως «γραφική», «γελοία», «εξωπραγματική», «οπισθοδρομική»!
Ο λόγος βέβαια, είναι απλός: καλλιεργούν στο εύκολα χειραγωγήσιμο θυμικό του Έλληνα πολίτη την απλοϊκά πολιτική ιδέα «ένας ανόητος πολιτικός φταίει για όλα», όπως καλλιεργούν το ενοχικό σύμπλεγμα στον ίδιο τον Ελληνικό λαό «εσείς φταίτε για όλα» ή, στην καλύτερη περίπτωση, «μαζί τα φάγαμε». Έτσι, η πολιτική του Μνημονίου συνεχίζεται απρόσκοπτη, κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για το πώς οδηγηθήκαμε ως εδώ, οι οσφυοκαμπτικές πολιτικές και η ξενόδουλη συμπεριφορά βαπτίζονται «πολιτική για χάρη του εθνικού συμφέροντος», κανείς δεν τιμωρείται, διότι κανείς δεν ξέρει ποιος και γιατί θα πρέπει να τιμωρηθεί.
Επιπλέον, για να επιταθεί η σύγχυση, η οικονομική κρίση παρουσιάζεται ως «έλλογη μεταρρύθμιση», οι μειώσεις μισθών και συντάξεων ως «παράπλευρες απώλειες» ή θεωρούνται ορθολογιστικές και συγκρίνονται με τις φορολογικές επιβαρύνσεις των πολύ πλούσιων (βλ .άρθρο Μανδραβέλη με τίτλο «Ποιος πλήρωσε την κρίση»), άσχετα αν οι τελευταίοι, ακόμα κι αν έχασαν μεγαλύτερο ποσοστό από τα έσοδά τους, δεν βιώνουν την κρίση με τον ίδιο τρόπο που τη βιώνει αυτός που έχασε μέρος του μισθού ή της σύνταξής του. ΓΙ’ αυτό και κατά τη δική τους στρεβλή αντίληψη δεν υφίσταται ανθρωπιστική κρίση, αφού ακόμα δεν γίναμε… Ινδία (φαίνεται ότι αυτός είναι ο… καημός των «μεγάλων» αυτού του τόπου, αλλά και των καλών μας «εταίρων», να γίνουμε… Ινδία, όντας στην Ευρώπη).
Από την άλλη, δεν επιτρέπεται καμία πολιτική ή παραγωγική «αναλαμπή» ή κάποια διαφορετική φωνή από τη δική τους. Στη χώρα του «Τίποτε» (τίποτε δεν παράγεται, τίποτε δεν αναπτύσσεται αλλά και τίποτε δεν αλλάζει), μόνο οι θιασώτες του Μνημονίου κατέχουν το αλάθητο της Αλήθειας. Κανείς άλλος δεν είναι άξιος. Οι μόνοι άξιοι που θα μπορούσαν να αλλάξουν κάτι είναι αυτοί που έφυγαν για το εξωτερικό (βλ. άρθρο του Παπαχελά με τίτλο «Η Διασπορά της δημιουργίας»). Πρόκειται για πρόδηλη και αήθη προκατάληψη. Αποκλείεται, με αυτόν τον τρόπο, η περίπτωση να υπάρχουν υγιή μυαλά και υγιείς σκεπτόμενοι πολίτες εντός της χώρας, οπότε κάθε αντίθετη φωνή εκφυλίζεται και a priori υποβαθμίζεται.
Η τέως Μνημονιοψεκασμένη κυβέρνηση και τα δημοσιογραφικά δεκανίκια της «ψέγουν» τη νυν η οποία ανέλαβε τους τελευταίους τρεις μήνες. Πρόκειται για παράδοξο, το οποίο, όμως δεν έχουν κανένα πρόβλημα να στηρίξουν με θέρμη. Ένα ολόκληρο Μεταπολιτευτικό σύστημα και μια κυβερνητική παρωδία πέντε ετών που «βούλιαξε» το ελληνικό κράτος, παρέλυσε κάθε υγιή οικονομική δραστηριότητα με τις βλακώδεις πολιτικές λιτότητας και εξοβέλισε κάθε πιθανότητα επανάκτησης εθνικής κυριαρχίας, κατηγορεί μια νεοπαγή κυβέρνηση ότι «κατέστρεψε» ό, τι με… κόπο εκείνοι έφτιαξαν!
Η πολιτική των προγενέστερων ετών απέδειξε την ένδειά της, ακριβώς διότι η εξαχρείωση, ο ευτελισμός των δημοκρατικών θεσμών και η ασύδοτη πολιτική στάση όχι μόνο συνεχίζεται, αλλά διευρύνεται. Όταν παραδίδεις καμένη γη, μην περιμένεις να ανθίσουν δέντρα σύντομα. Ο Σωκράτης, στον διάλογο «Γοργίας» υποστηρίζει ότι ο κάθε πολιτικός κρίνεται πάντα με βάση όχι τα επιφανειακά – ενδεχομένως μεγαλεπήβολα – έργα (σ’ αυτά συγκαταλέγονται, αναμφίβολα, έργα οικονομικής «ευπραξίας» ή, έστω, οικονομικής διάσωσης στην περίπτωσή μας), αλλά με βάση την καλλιέργεια της ηθικής στους υπόλοιπους πολίτες, επί των οποίων άσκησαν επί ικανό χρονικό διάστημα πολιτική εξουσία. Διότι μόνο τότε θα φανούν οι θετικές επιπτώσεις της πολιτικής και ηθικής αυτής στάσης.
Αν διοίκησες τη χώρα με σωφροσύνη, δικαιοσύνη και αυξημένο αίσθημα ευθύνης, τότε οι πολίτες της χώρας – ακόμα κι όταν εσύ απομακρυνθείς από την εξουσία – θα εξακολουθούν να συμπεριφέρονται αναλόγως με αυτά που τους δίδαξες με την πολιτική σου στάση. Πώς, δηλαδή περιμένεις να συμπεριφέρονται με υπευθυνότητα, σοβαρότητα, πολιτική οξυδέρκεια, εθνική συνείδηση οι πολίτες, όταν εσύ που άσκησες τη διακυβέρνηση, ανέπτυξες ανεύθυνη και ανέντιμη συμπεριφορά με εμφανή την έλλειψη σοβαρότητας, επέδειξες πολιτικό στρουθοκαμηλισμό, προέβης σε αντεθνικές ενέργειες και πρόκρινες ξενόδουλη πολιτική στάση;
Η νυν κυβέρνηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά το «παιδί – τέρας» μιας ανώμαλης πολιτικής «συζυγίας» 40 και πλέον χρόνων που γέννησε την κατάπτωση του πολιτικού συστήματος, την απόλυτη απαξίωση των θεσμών, την παρακμή της δημοκρατίας, την ξενόδουλη πολιτική, την αήθη στάση σε όλα τα κοινωνικά ζητήματα που έφτασε έως του σημείου της απόλυτης απάθειας για τη συμφορά του συμπολίτη μας, τον απόλυτο παραγκωνισμό κάθε άξιου και υγιούς πολιτικού, ακαδημαϊκού και παραγωγικού στοιχείου από ένα στρεβλά ελιτίστικο,υλιστικό, νεποτιστικό, πατρωνικό και καθ’ όλα κυνικό Πολιτικό Σύστημα. Όλα τα παραπάνω δεν είναι, προφανώς έργο της νυν κυβέρνησης. Όπως δεν είναι έργο της Χρυσής Αυγής (αγαπημένος «αποδιοπομπαίος τράγος» των δημοσιογραφικών δεκανικιών καθ’ όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα). Είναι έργο των παρελθόντων κυβερνήσεων. Αυτών που εναλλάσσονταν στην εξουσία δίχως να αλλάξουν τίποτε – μα τίποτε! – από την κυριαρχούσα πολιτική ζωή. Δεν διέθεταν πολιτικό θάρρος, οξυδέρκεια, ικανότητα, γνώση, ήθος για να το πράξουν.
Η διατύπωση του Τρικουπικού «Τις πταίει;» οδήγησε σε σημαντικές πολιτικές εξελίξεις. Είναι αυτό ακριβώς που φοβούνται οι σύγχρονοι «ανεύθυνοι» του τόπου σήμερα. Διότι κάθε σοβαρή πολιτική αλλαγή οδηγεί, αν μη τι άλλο, στην πολιτική «τιμωρία» όλων αυτών που όχι μόνο μάς οδήγησαν ως εδώ, αλλά και στήριξαν αυτού του είδους τις πολιτικές. Πριν, λοιπόν ανακύψει το καινούργιο, πριν εμφανιστούν καινούργιες μορφές πολιτικής και καινούργια οράματα, πρέπει να προηγηθεί η απόδοση των ευθυνών όπου δει. Αυτό επιτάσσει η δικαιοσύνη (τόσο απαραίτητη σε ένα ευνομούμενο κράτος), η πολιτική ωριμότητα, η εθνικά συμφέρουσα άσκηση πολιτικής.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις