ΒΕΛΗ ΚΑΙ... ΒΕΛΑΚΙΑ

>>> Μην με παρεξηγήσετε >>> αλλά ο τρόπος παρουσίασης από τα ΜΜΕ >>> του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του >>> θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή, με τοποθέτηση προϊόντος >>> και το προϊόν είναι το αμερικανικό LNG >>> το "καλό", το ακριβό, το αμερικάνικο LNG....
__________________________________________________________________________________________________

Παρασκευή 20 Ιουλίου 2012

Έλληνες χωρίς φτερά

Σπύρος Παπαγιάννης
Το ξέραμε από παιδιά, απ΄ το κρυφό σχολειό, από το ένστικτό μας που μιλούσε υποσυνείδητα μέσα μας, πως εμείς οι Έλληνες, σαν τον Ίκαρο βγάζουμε σαν χρειασθεί φτερά και πετούμε πολύ πιο ψηλά από τους άλλους λαούς και βλέπουμε  μακριά από τον εαυτό μας  την ανθρωπότητα και μιλούμε μια γλώσσα που μιλάει όχι με κραυγές, μα με ήχους και νότες υποταγμένες στην λογική του Θεού, ζεμένες στο άρμα του λόγου του, που μπορεί να ξεπετιέται από τα
στόματα των ανθρώπων, μα την ύψιστη Κυριότητά Του διεκδικεί  Αυτός, ο  αθέατος εννοητής του κόσμου.

Είχαμε αίμα λοιπόν βασιλικό και λόγο θεϊκό και η φιλοσοφία ανάβλυζε μέσα μας όπως το νερό στην πηγή του βουνού, και μιλούσαμε κάποιες στιγμές σοφίες που ξεπηδούσαν από το πουθενά κι’ όποιος τις κατέγραφε χαίρονταν να βλέπει πως βγήκαν από μέσα του, αυτές οι ανώτερες εικόνες και έννοιες που έκαναν τον κόσμο τον φωτεινό να μοιάζει ακόμα πιο όμορφος και σαγηνευτικός κι ακόμα πιο μεγαλειώδης στον καθρέπτη της νόησης και στα χρώματα της ψυχής, που διέφεραν από τον έναν στον άλλο.

Έτσι αποκτήσαμε συνείδηση νωρίς, πως ο άνθρωπος εκτός από έναν δούλο στα χέρια του, κρύβει έναν δημιουργό στο μυαλό του, έναν ζωγράφο στην ψυχή του και μια Πυθία στο στόμα του, που είναι κέντρο συνάντησης των ορατών και αοράτων, των πνευστών και πνευμάτων, των ήχων και των εννοημάτων και εκτός από πηγή ατομικού λόγου  αποτελεί  και το μισό στόμα του Θεϊκού διαλόγου του Δία.
Έτσι ανακαλύψαμε τον εν δυνάμει άνθρωπο, αυτόν τον πολυδύναμο που τον αδικεί ο όποιος  ρόλος του στην κοινωνία και θελήσαμε να του δώσουμε παιδεία, για να μπορέσει να ανακαλύψει  τις δυνατότητες και ικανότητές του  και να γίνει πολύ πιο χρήσιμος στον κόσμο από ότι ένας απλός εργάτης ή δούλος.  Του δώσαμε ακόμη  βήμα πολιτικό, για να μπορεί να απαλλαγεί  από το βάρος των χρημάτων του και των αξιωμάτων του και να μπορεί να μετρηθεί η καθαρή αξία των λόγων του, χωρίς να βαραίνει κανένας προϊδεασμός ή σκοπιμισμός πάνω τους.

Έτσι  συνειδητοποιήσαμε την ανάγκη της συμμετοχικότητας και της δημοκρατίας, όχι για να ενοχοποιούνται  πολλοί για τις αποφάσεις ολίγων και να κρύβονται οι υψηλά ιστάμενοι της εξουσίας πίσω από τους πολλούς της λαϊκής βάσης και της κοινής γνώμης, μα για να μπορεί να αξιοποιείται ότι υψηλό έχει να προτείνει ο κάθε πολίτης, που να μην νιώθει ότι άγεται και φέρεται σαν σαβούρα της κοινωνίας και να μην μένει  ουραγός  της  κανείς, μα να κινητοποιούνται όλοι από τον ενθουσιασμό του μοιράσματος  του νου και της ψυχής τους.
Έτσι φιλοδόξησε η δημοκρατία μας να μαζέψει κάθε ψίχουλο σκέψης από έκαστο ένα   πολίτη της  και να  καταθέσουν όλοι  το όραμά τους για το μέλλον του τόπου, μα και της ανθρωπότητας όλης, χωρίς να έχει περάσει τότε από το μυαλό μας ακόμη η μεγαλοφυής ιδέα να  μετατρέψουμε το συνοθύλευμα των  χωρίς ίδιαν γνώμη, άποψη, βούληση, κουράγιο, θάρρος και ευθύνη συμπολιτών μας στον κατά σύστημα υπέρτατο αντιρρησία κάθε αλλαγής, κάθε θυσίας και κάθε οράματος για δικαιότερη λειτουργία της πολιτείας μας.

Θέλαμε δηλαδή με την δημοκρατία να δώσουμε φτερά στον απλό πολίτη, για να πετάξει σα σμήνος πουλιών αρμονικά όλος ο λαός στον καθαρό ουρανό κι’ όχι αντίθετα για να κόψουμε τα φτερά όσων από μας είχαν ψυχή αητών, που  να τους καταντήσουμε ουραγούς των   ορνίθων και των στρουθοκαμήλων μας.
Μαστορέψαμε έτσι πολλά κράτη στην ιστορία μας και όλων των ειδών τα πολιτεύματα, οδηγούμενοι από τον κοινωνικό αφουγκρασμό των ιδιαιτεροτήτων μας και την διαρκή ανίχνευση των εσωτερικών δυνατοτήτων μας. Και στην πρόκληση των αυτοκρατοριών απαντήσαμε με την δική μας  αυτοκρατορία, της Αλεξάνδρειας και της μεγάλης βιβλιοθήκης της. Και την Ρωμαϊκή αυτοκρατορία μετέπειτα εμείς την κάναμε χριστιανική και  εν καιρώ επίσημα Ελληνική. Μα  το ΄φερε το παιχνίδι του χρόνου, εμείς που κτίσαμε κράτη για όλους τους λαούς της γης, να μείνουμε στο τέλος σα χριστιανοί, χωρίς δικό μας σπίτι, περιπλανώμενοι ερημίτες της ερήμου και ανυπότακτοι αγωνιστές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στις κορυφές των ορέων.

  Και είπαμε κάποια στιγμή να μαζέψουμε τα θραύσματα του Ελληνισμού, που τόσοι πολλοί  ξένοι  μα και Έλληνες πολέμησαν και να στήσουμε μια νέα Ελληνική πολιτεία, την τελευταία όλων στην ιστορία, για να αποκτήσει διεθνή λόγο ο Ελληνισμός, μα και  έναν μπούσουλα σοφίας, ανθρωπισμού, και εσωτερικής ψυχικής αναζήτησης ο σύγχρονος κόσμος.

Ελπίζαμε, αιθεροβάμονες ως πάντα, να αποτελέσει  αυτή η πολιτεία έναν νέο  Σωκράτη στον παράλογο κόσμο της απληστίας και της χωρίς μέτρο τεχνολογικής προόδου, που είχε δώσει  φτερά χωρίς μυαλό στους μεσαιωνικούς, μυστικοπαθείς , κουκουλοφόρους αιρεσιολάτρες  της Δύσης. Και νομίζαμε πως θα αφήναν την πολιτεία μας να αποτελέσει το αντίπαλο δέος των αυτοκρατοριών τους και «τας νέας Αθήνας μας»  να καταστούν κάρφος οφθαλμού για τις πουλημένες στον Μαμμωνά μεγαλουπόλεις τους.

Ίσως γιατί εκεί στις κορυφές των Ελληνικών ορέων δεν είχαμε καταλάβει πόσο είχε μικρύνει ο κόσμος και πόσο πιο επικίνδυνο από ποτέ μπορεί να καταστεί για τους ισχυρούς ένα κράτος που δεν ακολουθεί τον τρόπο της ζωής τους και τις αξίες τους και σέβεται ακόμα σαν την Αντιγόνη, τον Σωκράτη και τον Χριστό, τον άνθρωπο.
Και όσο ακόμη ήταν διηρεμένοι μεταξύ τους οι αποικιοκράτες, οι άνθρωποι των υπόγειων στοών και των παγκόσμιων  συνωμοσιών, και όσο ακόμη η τεχνολογία δεν τάραζε τον τρόπο της ζωής του απλού πολίτη, του αγρότη, του νησιώτη και του βοσκού, κάτι πήγαινε να γίνει.  Και βγαίναν από τον τόπο αυτό τον ευλογημένο, όχι  θεσμοί και νόμοι πια, σαν του Λυκούργου και του Σόλωνα παλιά, καθώς είχαν φροντίσει οι ξένοι προστάτες μας να μην ενηλικιωθεί ποτέ  το κράτος μας πολιτικά, μα Έλληνες αδέσποτοι, που αγαπούσαν ακόμα το τόπο τους, την ιστορία του και την φυλή τους, έστω κι΄ αν δεν το ΄δείχναν με τις πράξεις τους στον συνάνθρωπο τους.
Και  απεδείκνυαν τις ελληνικές ικανότητες και δυνατότητές τους, σαν πήγαιναν να σπουδάσουν στο εξωτερικό, και να υπηρετήσουν εκεί την επιστήμη και την πρόοδο, μια που στο εσωτερικό του νεότευκτου κρατιδίου μας εδέσποζαν οι τοπικισμοί, τα φέουδα, οι κουμπαριές και οι γνωριμίες, οι κομματάρχες και οι συντεχνίες και τα πλούσια ταζάκια με τα μεγάλα ονόματα. 
Και μετά σαν γεννήθηκαν  τα πολυεθνικά κόμματα, που άνοιγαν υποκαταστήματα σε κάθε χώρα και χωριό, γίναμε όλοι από δυό χωριά και πήραμε χρώμα, άλλοι κόκκινο, σαν ερυθρόδερμοι και άλλοι μαύρο σαν αραπάδες.
Και διχάστηκε η λογική μας και η ψυχή μας και είχαμε δυό πατρίδες πια για να διαλέξουμε  σε ποια οφείλουμε το αίμα μας και το πνεύμα μας και ποιά από τις δυό πρέπει τελικά να υπηρετήσουμε.
Με μόνιμη διπλωπία λοιπόν πορευόμενοι, σε έναν διαρκή πνευματικό εμφύλιο, χάσαμε την αίσθηση του πατριωτισμού και αν τα Ελληνόπουλα βγαίνανε παλιά με φτερά από τα σχολεία, για να τα χάσουν στην διαδρομή, σε κάποιο κλουβί καθώς όλα τους κουτσά στραβά βολεύονταν, τώρα  σιγά, μα αθόρυβα, είδαμε να λακίζουν από τα σχολικά βιβλία οι ήρωες του 21, μα και οι παλιότεροι των δημοτικών τραγουδιών και ο Μεγαλέξανδρος πάνω απ’ όλους.  Και ο Χριστός μαζί μ’ αυτούς και ο παπάς με το καλυμμαύκι του, και οι ποιητές του γένους, ο Σολωμός με τον Εθνικό Ύμνο, μα και οι άλλοι με την ψηλή αίσθηση του χρέους προς την πατρίδα και τον άνθρωπο που τους διέκρινε.

Νύχτα λοιπόν φύγαν οι αθάνατοι  της ιστορίας και ο Θεός από τα βιβλία για να μείνουν τα ελληνόπουλα ορφανά, χωρίς φτερά από την κούνια τους και να μην ονειρευτούν ποτέ να πετάξουν, μια που δεν θα χρειασθεί ποτέ να πετάξουν στην μελλοντική, προδιαγεγραμμένη, όπου  και να παν στον ενοποιημένο πλέον πολιτικοοικονομικά κόσμο, ζωή τους.
Και μετά από τα πρόσωπα και τις μορφές της ιστορίας, άρχισαν να φυλλοροούν και τα σύμφωνα και τα φωνήεντα της γλώσσας και να ετοιμάζεται να την κοπανήσει και το θεϊκό αλφάβητό της, για να πάψει επιτέλους ο Έλληνας να υποβάλλεται πνευματικά και ψυχικά από τα αρχέγονα γραμματικά σύμβολα του Ελληνικού θεϊκού λόγου, γιατί απ’ αυτό το αλφάβητο, το ψυλλιάζονται κάποιοι, πως βγαίνουν τα ελληνικά φτερά.

Ξεπουπουλιασμένους Έλληνες λοιπόν με τις ευλογίες της διεθνούς νέας τάξης πραγμάτων θέλει η αθέατη εξουσία αυτού του τόπου και το βαθύ γραικυλικό κράτος, το προτεσταντικό και μασσωνικό, παρά τον υποκριτικό σεβασμό του στην Ορθοδοξία και στο ελληνικό πνεύμα. Ξεπουπουλιασμένους  Έλληνες που δεν θα έχουν για οδηγό ζωής τον Σωκράτη και τον Πλάτωνα, τον Χριστό και τους Αγίους της Εκκλησίας, τους Σουλιώτες, τον Κολοκοτρώνη και τον Μακρυγιάννη, μα τους ζώντες μακρυχέρηδες πολιτικούς, που ποτέ δεν συλλαμβάνονται και αν ποτέ  αυτό συμβεί,  προβάλλονται σαν ήρωες από την ματαιόδοξη τηλεόραση, καθώς ενσαρκώνουν το ματαιόδοξο όραμα του σύγχρονου ανθρώπου, να γίνει ένα μεγάλο παράσιτο της  χωρίς θεσμούς, αρχές, αξίες, ιδεώδη και ιστορία κοινωνίας.
 Κι’ ήταν σφάλμα μας πράγματι που δαιμονοποιήσαμε το παιδομάζωμα των γενίτσαρων, μα όχι το σύγχρονο αυτό παιδομάζωμα του χαβαλέ και που θεωρήσαμε προδότες αυτούς που άθελά τους γίνονταν παλιά γενίτσαροι, ή αλλαξοπιστούσαν έστω εκ συμφέροντος, μα δεν μπερδεύονταν άλλο στα πόδια μας, και όχι αυτούς που μέναν ως Έλληνες μια ζωή κοντά μας να μας διοικούν και να νοθεύουν το Ελληνικό πνεύμα και να μολύνουν την ελληνική ψυχή, διδάσκοντάς μας τον ρεαλιστικό αντιηρωϊσμό του συμφεροντολόγου,   του  φανατισμένου κομματάνθρωπου, του πουλημένου ξεδιάντροπα δημοσιογράφου, του ανερυθρίαστα ψευδόμενου πολιτικού, του χρηματιζόμενου δημόσιου λειτουργού , γιατρού ή επιστήμονα, και του ανθρώπου γενικά που μη έχοντας μέτρο στις υλικές απαιτήσεις του, δεν αφήνει χώρο για να ζήσουν αξιοπρεπώς  άλλοι κοντά  του.

Και αυτοί που μας κάναν ζήτουλες των ξένων και των πολυεθνικών κομμάτων, να φωνάζουμε ζήτω και να ζητάμε το αντίτιμο, μα να στερούμε την ζωή και την αξιοπρέπεια του άλλου,
αυτοί που κάναν την δημοκρατία μας φαύλο κύκλο και την παρέδωσαν στα εφοπλιστικά  και αφοπλιστικά της λαϊκής οργής κόμματα, στους νόμους των αγορών και της διαφήμισης, αυτοί που προτάσσουν την ιστορική λήθη σαν Χριστιανική συγνώμη ενάντια στην εθνική μας μνήμη και ταυτότητα και μας θέλουν να ξεχάσουμε τους ήρωες και τους προδότες μας ταυτόχρονα,
αυτοί που μας πήραν το θρήσκευμα από τις ταυτότητές μας και την εθνική  δραχμή από τις τσέπες μας και μας κατέστησαν δούλους του Ευρώ και της τρόϊκα,
αυτοί έρχονται και μας λένε να μάθουμε να ζούμε σύμφωνα με τις δυνατότητές μας, που κάποιοι φρόντισαν όμως εκ των προτέρων να προδιαγράψουν και να οριοθετήσουν, ακριβώς όπως φρόντισαν να ξεπουπουλιάσουν τα φτερά μας και να τηλεκατευθύνουν τηλεοπτικά την λογική μας, τις πεποιθήσεις μας  και την  κριτική μας.

Οι κότες λοιπόν πρέπει να μάθουν να μη βγαίνουν από το κοτέτσι και να μην κακαρίζουν και να απαιτούν από τον αφέντη τους, μα να αρκούνται με τα ψίχουλα που θα τους πετάξει και να αποδέχονται το πεπρωμένο τους, καθώς έξω από το κοτέτσι οι λύκοι είναι πολλοί, ενώ μέσα μόνο ένας.
Ήρθε λοιπόν το πλήρωμα του χρόνου για να μας πάρουν μετά το νόμισμα και το κράτος από τα χέρια μας και να το κάνουν πιο μικρό, κάτι σαν κράτος τσέπης, όπως τα υποβρύχια τσέπης, τα βιβλία τσέπης, ή τις συνειδήσεις τσέπης.

Και έμελλε η κλοπή  του λαού να κάνει πιο δίκαιη την κοινωνία μας, καθώς θα μικρύνει  με αυτήν η ψαλίδα των μεγάλων από τις μικρές συντάξεις και θα μπει  πλαφόν στο σύνολό τους, έστω και αν δεν καθυστερεί ακόμη το  πλαφόν  στο σύνολο των μισθών και των εισοδημάτων. Δεν ξέρουμε λοιπόν αν  ο σοσιαλισμός έφερνε παλιά φτώχεια, ξέρουμε  όμως πως η φτώχεια φέρνει σήμερα  από μόνη της  σοσιαλισμό και αυτό είναι τελικά το μόνο πράγματι παρήγορο.  Δηλαδή ότι οι πλουτομπουκωμένοι και οι γραικύλοι υποκρίνονται πως  σκέπτονται εξ’ ανάγκης σοσιαλιστικά και εθνικά. Κι’ όταν κάποτε θα μάθουμε να μην τους ψηφίζουμε  και να μην καλοτριβόμαστε πάνω τους, και όταν θα μάθουμε ακόμη να βγάζουμε τις ψείρες του γραικυλισμού από πάνω μας  και βρούμε και πάλι το ελληνικό μέτρο και την αξιοπρέπειά μας, τότε θα καταλάβουμε πως και η κοπή ενός νομίσματος είναι χρηματιστηριακή πράξη που αποφέρει κέρδη σ΄ αυτόν που την επιτελεί και είναι πολύ πιο επικερδές για τους πολλούς το εθνικό νόμισμα, απ’ ότι η εθνική ζητιανιά  και υποτέλεια.

Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι οικονομικό, όπως κάναν τους Έλληνες χωρίς φτερά να πιστεύουν και γι’ αυτό τους αφήνουν ακόμη και να ψηφίζουν, γιατί ξέρουν πως δεν μπορούν να πετάξουν μακριά. Το πρόβλημα είναι πολιτικό και εθνικό ακόμη βαθύτερα, γιατί κάποιοι δεν θέλουν Έλληνες και ανθρώπους με φτερά στον κόσμο τούτο. Και οι Έλληνες που γέννησαν το  Ίκαρο πρέπει να εκλείψουν μαζί με τα εν δυνάμει φτερά τους από την ιστορία.
Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι  τόσο αν θα επιζήσουμε, μα σε ποιόν κόσμο θέλουμε να ζήσουμε και αν αυτόν τον κόσμο θα μας τον προσδιορίζουν άλλοι, ή θα επιζητήσουμε την ελευθερία του πνεύματος και των φτερών μας.

0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια και παρατηρήσεις