ΒΕΛΗ ΚΑΙ... ΒΕΛΑΚΙΑ

>>> Μην με παρεξηγήσετε >>> αλλά ο τρόπος παρουσίασης από τα ΜΜΕ >>> του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του >>> θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή, με τοποθέτηση προϊόντος >>> και το προϊόν είναι το αμερικανικό LNG >>> το "καλό", το ακριβό, το αμερικάνικο LNG....
__________________________________________________________________________________________________

Δευτέρα 9 Απριλίου 2012

Υπερφίαλη διανόηση


Δυστυχώς, τα προβλήματα της Ελλάδας δεν είναι κυρίως οικονομικά, ενώ ένοχος για τα δεινά της δεν είναι μόνο η ανεπάρκεια ή/και η ανικανότητα των πολιτικών της - αφού η χώρα μας υπέφερε ανέκαθεν από ξενομανείς, αδύναμους «Δούρειους Ίππους» στο εσωτερικό της
Τον τελευταίο αιώνα το μεγαλύτερο μέρος των βιομηχανικών χωρών του πλανήτη βυθίστηκε τέσσερις συνολικά φορές σε σοβαρότατες οικονομικές υφέσεις μεγάλης διάρκειας, οι οποίες διακρίνονταν από μία αυξανόμενη, δύσκολα διαχειρίσιμη ανεργία: οι Η.Π.Α. τη δεκαετία του 1930, η δυτική ανεπτυγμένη Ευρώπη το ίδιο χρονικό διάστημα, η δυτική Ευρώπη ξανά τη
δεκαετία του 1980 και, τέλος, η Ιαπωνία μετά το 1990. Δύο από τις οικονομικές καταρρεύσεις, αυτή της Ευρώπης το 1980 και της Ιαπωνίας το 1990, σκέπασαν εκ των προτέρων, με τη μακρόχρονη και οδυνηρή σκιά τους, τη μελλοντική ανάπτυξη της οικονομίας – εμποδίζοντας την ομαλή διαδικασία εξυγίανσης.
Και στις δύο αυτές περιπτώσεις διαπιστώνεται πως όταν η Ευρώπη ή η Ιαπωνία επιστρέφουν σε πορεία ανάπτυξης, ανάλογη της επικρατούσας πριν από την εκάστοτε ύφεση, το επιτυγχάνουν μετά από αρκετές δεκαετίες – εάν φυσικά τα καταφέρουν. Η βασική αιτία αυτής της «συμπεριφοράς» είναι οι «παρεμβάσεις» στην ελεύθερη αγορά, με τις οποίες εμποδίζεται η «δημιουργική καταστροφή» - η ολοκληρωτική κατάρρευση δηλαδή του παλαιού, έτσι ώστε να λειτουργήσει το νέο σε καινούργιες βάσεις.
Όσον αφορά την Ιαπωνία το 1990, δεν κατάφερε ακόμη να επιστρέψει στην ομαλότητα, αφού δεν ξέφυγε από τη βαθιά ύφεση. Στην περίπτωση δε της Ευρώπης, στο τέλος της δεκαετίας του 1930, δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς θα επακολουθούσε, εάν η οικονομική κρίση δεν είχε τοποθετηθεί στο περιθώριο, από την εισβολή της ναζιστικής Γερμανίας στην Πολωνία και τη μετατροπή της ηπείρου σε ένα αιματηρό πεδίο μάχης”.
Ανάλυση
Η Ευρώπη ευρίσκεται αντιμέτωπη, αφενός με το μονοπωλιακό καπιταλισμό των Η.Π.Α., ο οποίος έχει στη διάθεση του πανίσχυρα «επιθετικά όπλα» (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, εταιρείες αξιολόγησης, ΜΜΕ, Wall Street, hedge funds κλπ.),αφετέρου με τον απολυταρχικό καπιταλισμό, ο οποίος επικρατεί σε πολλές από τις παραγωγικά ισχυρές, «ασύμμετρα» αναπτυσσόμενες χώρες του πλανήτη (Κίνα κλπ.).
«Ελλοχεύει» δε ένας επί πλέον κίνδυνος στο εσωτερικό της, προερχόμενος από τις επεκτατικές βλέψεις της Γερμανίας, η οποία συμπεριφέρεται ηγεμονικά – ενώ κερδίζει «βασιλικά» από την Ελληνική κρίση, τόσο από την υποτίμηση του ευρώ, όσο και από τόκους (δανείζεται με το χαμηλότερο επιτόκιο της ιστορίας της, αποκομίζοντας παράλληλα τεράστιους τόκους από τα δάνεια της προς την Ελλάδα, ενώ απολαμβάνει «τη μερίδα του λέοντος» από τους επενδυτές).
Το νεωτεριστικό ευρωπαϊκό «κοινωνικό οικοδόμημα» τώρα, η Ευρωζώνη δηλαδή, ένα σύνολο από πλούσιες, δημοκρατικές, πολιτισμένες και ανεξάρτητες μεταξύ τους χώρες, απειλείται από πάρα πολλές πλευρές - αποτελώντας μεταφορικά το «χρυσόμαλλο δέρας». Η σημερινή κρίση χρέους δε απέδειξε ακόμη μία φορά ότι, μία νομισματική ένωση δεν μπορεί να λειτουργήσει μακροπρόθεσμα, εάν δεν εξελιχθεί σε μία οικονομική και πολιτική ένωση.
Ειδικότερα, μετά την υιοθέτηση του κοινού νομίσματος, οι οικονομίες των κρατών της Ευρωζώνης ακολούθησαν διαφορετικές κατευθύνσεις – με κάποιες από αυτές (Γερμανία, Ολλανδία, Φιλανδία) να κερδίζουν σημαντικά σε ανταγωνιστικότητα, εις βάρος ή σε σύγκριση με κάποιες άλλες (Ισπανία, Ιταλία, Ελλάδα κλπ.).
Πριν τη νομισματική ένωση, οι ελλειμματικές χώρες είχαν τη δυνατότητα να ρυθμίζουν τις οικονομίες τους, υποτιμώντας συνήθως τα νομίσματα τους – ενώ «ειδοποιούνταν» από τις αγορές για τα λάθη τους, μέσω των επιτοκίων δανεισμού τους, τα οποία αυξάνονταν.  
Σήμερα, επειδή το κοινό νόμισμα δεν επιτρέπει τέτοιου είδους ενέργειες, ενώ δεν υπήρξε τα δέκα τελευταία χρόνια μηχανισμός προειδοποίησης, τα δημόσια χρέη έφτασαν σε ανεξέλεγκτα υψηλά επίπεδα (εκτός Ευρωζώνης θα ήταν αδύνατη η επιβίωση με δημόσιο χρέος υψηλότερο του 80% του ΑΕΠ), με αποτέλεσμα κάποια κράτη να υποχρεώνονται σε καταστροφικά για την κοινωνική συνοχή προγράμματα λιτότητας - χωρίς να είναι βέβαια ότι θα αποδώσουν έστω τα ελάχιστα αναμενόμενα.
Σε κάθε περίπτωση η ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση, η μη συμμετρική δηλαδή κατανομή ελλειμμάτων και πλεονασμάτων στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών στον πλανήτη (Πίνακας Ι), σε συνδυασμό με την ευρωπαϊκή ασυμμετρία (μη ισορροπημένη κατανομή ελλειμμάτων και πλεονασμάτων εντός της Ευρωζώνης), συνιστούν τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα της εποχής μας.
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Κυριότερες πλεονασματικές – ελλειμματικές χώρες σε δις $ το 2010
Α/Α
Χώρα
Ισοζύγιο
Α/Α
Χώρα
Ισοζύγιο






1
Κίνα
272,5
1
Η.Π.Α.
-561,1
2
Ιαπωνία
166,5
2
Ισπανία
-66,7
3
Γερμανία
162,3
3
Ιταλία
-62,0
4
Ρωσία
68,8
4
-56,4
5
Νορβηγία
60,2
5
Γαλλία
-53,3
* Το έλλειμμα στο ισοζύγιο της χώρας, αποτέλεσμα της λεηλασίας της εκ μέρους του ΔΝΤ, υπολογίζεται στα 79,2 δις $ - ένα εξαιρετικά ανησυχητικό σημάδι, σε συνδυασμό με τη φούσκα ακινήτων. 
Πηγή: The World Factbook
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται λοιπόν από τον Πίνακα Ι, οι πλεονασματικές οικονομίες (αριστερά), οι οποίες αναπτύσσονται ουσιαστικά εις βάρος των ελλειμματικών (δεξιά), είναι αυτές οι οποίες απειλούν σήμερα τον πλανήτη – όπως επίσης η Γερμανία την Ευρωζώνη.    
Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΩΝ Η.Π.Α.
Ειδικά όσον αφορά την Ευρώπη, θεωρούμε πως είναι αδύνατον να ξεφύγει από την κρίση, εάν δεν ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση – εάν δεν ενωθεί δηλαδή δημοσιονομικά, οικονομικά και πολιτικά, κατά το παράδειγμα των Η.Π.Α. Χωρίς να επεκταθούμε στις δυνατότητες ή μη ενός τέτοιου ενδεχομένου, αφού δεν είναι σε καμία περίπτωση «μονοσήμαντες» (οφείλουν να εξετασθούν όχι μόνο οικονομικά, αλλά εθνολογικά κλπ.), θεωρούμε σκόπιμη την παράθεση δύο διαφορετικών στρατηγικών, με τις οποίες οι Η.Π.Α. αντιμετώπισαν το πρόβλημα της υπερχρέωσης των Πολιτειών τους, στο δρόμο για την πλήρη ενοποίηση τους.
(α) Ο A.Hamilton, το 1789 (υπουργός οικονομικών του πρώτου προέδρου των Η.Π.Α. G.Washington, στον οποίο πιστώνεται επίσης η οικοδόμηση του τραπεζικού συστήματος):
Πριν από περίπου 220 χρόνια, το 1789, υπήρξε η πρώτη και η τελευταία διάσωση δεκατριών Πολιτειών των Η.Π.Α., από την τότε ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Η Washington ανέλαβε τα δημόσια χρέη των παραπάνω Πολιτειών, τα οποία είχαν δημιουργηθεί για να καλύψουν το κόστος του πολέμου ανεξαρτησίας εναντίον της Μ. Βρετανίας.
Έναντι αυτών, η ομοσπονδιακή κεντρική κυβέρνηση απαίτησε και έλαβε, με το καινούργιο Σύνταγμα, το αποκλειστικό δικαίωμα στην είσπραξη των εισαγωγικών δασμών – οι οποίοι, εκείνη την εποχή, αποτελούσαν μία από τις σημαντικότερες πηγές δημοσίων εσόδων. Τα μισά περίπου από τα έσοδα αυτά χρησιμοποιήθηκαν για την εξόφληση των χρεών των δεκατριών Πολιτειών – με αποτέλεσμα να εξυγιανθούν και να διασωθούν.
Ο Hamilton λειτούργησε με αυτόν τον δραστικό τρόπο, επειδή δεν επιθυμούσε να δημιουργήσει πρόβλημα στην εικόνα (image) των Η.Π.Α. και στην εμπιστοσύνη του υπόλοιπου πλανήτη απέναντι στο νέο κράτος. Στα πλαίσια αυτά, ήθελε να αποφύγει με κάθε τρόπο να ζημιώσει τους ιδιώτες δανειστές. Κατά την άποψη του, όταν πληρώνονται τα χρέη, τότε απολαμβάνει ο οφειλέτης μελλοντικά καλύτερες συνθήκες χρηματοδότησης από τους δανειστές του.
Το γεγονός αυτό αυξάνει τη δημοσιονομική ευελιξία μίας χώρας, λειτουργεί θετικά στην είσπραξη των φόρων (όταν δεν πληρώνει το κράτος, δεν πληρώνεται και από τους Πολίτες του), ενώ πολλαπλασιάζει τις πηγές εσόδων της – με αποτέλεσμα να μπορεί να καλύπτει μεγαλύτερες δημόσιες δαπάνες, επενδύοντας προς όφελος των πολιτών της. 
(β)  Η δεκαετία του 1830: Μεταξύ των ετών 1820 και 1830 υπερχρεώθηκαν αρκετές Πολιτείες των Η.Π.Α. – αυτή τη φορά για τη χρηματοδότηση των μεγάλων έργων υποδομής, τα οποία είχαν θεωρηθεί απαραίτητα. Οι δανειστές τους τώρα, ενθυμούμενες τις ενέργειες του Hamilton, ζήτησαν να εξοφληθούν από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση – όπου όμως το Κογκρέσο αρνήθηκε να αναλάβει τα χρέη των Πολιτειών.
Εκτός αυτού, με απώτερο στόχο να διασφαλιστούν οι Πολιτείες μελλοντικά από την υπερχρέωση, ψηφίσθηκε ένας νόμος στις Η.Π.Α., ο οποίος υποχρέωνε τις Πολιτείες να απαγορεύσουν συνταγματικά τη δημιουργία ελλειμμάτων στους προϋπολογισμούς τους (κάτι ανάλογο με το σύμφωνο δημοσιονομικής σταθερότητας που προωθείται σήμερα στην Ευρώπη). Η κυβέρνηση είχε λοιπόν τότε «διαφυλάξει το κύρος της» της, αναγκάζοντας τις Πολιτείες να καταλάβουν ότι, δεν θα συνέχιζε να διευκολύνει ή να στηρίζει τον τρόπο, με τον οποίο διαχειρίζονταν τα οικονομικά τους.
Με κριτήριο τις παραπάνω εμπειρίες των Η.Π.Α. συμπεραίνουμε ότι, η πορεία προς την ενοποίηση μίας ηπείρου, προς τη δημιουργία δηλαδή ενός ομοσπονδιακού κράτους, αποτελούμενου από ανεξάρτητες Πολιτείες, χαρακτηρίζεται από δύο διαδοχικά βήματα: Κατ’ αρχήν εξασφαλίζεται η διάσωση των επί μέρους κρατών από ένα κοινό ταμείο, έτσι ώστε να μην δημιουργηθούν προβλήματα και εθνικές διαμάχες - ενώ στη συνέχεια τα κράτη υποχρεώνονται να διαχειριστούν μόνα τους τα οικονομικά τους, χωρίς να υπολογίζουν σε μία δεύτερη διάσωση τους από το κοινό ταμείο.
Στην περίπτωση της Ευρωζώνης όμως και της Ελλάδας, η οποία «απαίτησε» πρώτη τη διάσωση της από το κοινό ταμείο, τα πράγματα λειτούργησαν διαφορετικά – γεγονός που μας κάνει να αμφιβάλλουμε, σε σχέση με τις προοπτικές μίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Σε ένα πρώτο στάδιο και με πολλές δυσκολίες, αποφασίσθηκε η δανειοδότηση της χώρας μας από την Ευρωζώνη και το ΔΝΤ –το οποίο δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να συμμετέχει. Έναντι της δανειοδότησης αυτής δεν απαίτησε τότε η Κομισιόν από την Ελλάδα την εξασφάλιση της αποπληρωμής του δανείου, μέσω της εκχώρησης κάποιων φόρων, αλλά ζητήθηκε απλά η αναδιάρθρωση της οικονομίας της, κατά τα πρότυπα της διαχείρισης των κρίσεων των αναπτυσσομένων οικονομιών από το ΔΝΤ – ένα κρίσιμο σφάλμα.
Επίσης, δεν δόθηκε η δυνατότητα στην Ελλάδα να εξοφλήσει το δάνειο με εφικτές ετήσιες δόσεις (χρεολύσια) και με χαμηλό επιτόκιο - οπότε δεν εξασφαλίσθηκε η εμπιστοσύνη στη διαχείριση ή/και στη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους ούτε από τις αγορές, ούτε από τους Ευρωπαίους εταίρους, ούτε από τους ίδιους τους Έλληνες. 
Στη συνέχεια, όταν το πρώτο πρόγραμμα δεν λειτούργησε, η Ελλάδα δεν υποχρεώθηκε να αναλάβει μόνη της τις ευθύνες της, όπως συνέβη σε δεύτερο στάδιο στις Η.Π.Α., αλλά να υποθηκεύσει τη δημόσια περιουσία της και να «δημεύσει» την ιδιωτική, έναντι ενός δεύτερου δανείου – να μετατραπεί δηλαδή σε προτεκτοράτο της Ευρωζώνης, με την εγκατάσταση μίας σκιώδους διακυβέρνησης (Τρόικα) και όχι σε μία ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή Πολιτεία.
Το αποτέλεσμα ήταν (είναι) φυσικά να δημιουργηθούν μεγάλες εχθρότητες και αντιπαλότητες, μεταξύ των κύριων συντελεστών της όλης διαδικασίας: της Γερμανίας από τη μία πλευρά, η οποία θεωρεί ότι αναλαμβάνει το κύριο μέρος της ελληνικής χρηματοδότησης και της Ελλάδας από την άλλη πλευρά, η οποία έχει την άποψη ότι οδηγήθηκε σκόπιμα στη χρεοκοπία, με στόχο, μεταξύ άλλων, να αποτελέσει το «παράδειγμα προς αποφυγή» για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης - έτσι ώστε να «ηγεμονεύσει» της ένωσης η Γερμανία.
Παράλληλα, η Ευρωζώνη ανάγκασε τους ιδιώτες δανειστές της Ελλάδας να αποδεχθούν τη διαγραφή μέρους των οφειλών της, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το ρίσκο των επενδύσεων σε ομόλογα δημοσίου – γεγονός που έχει οδηγήσει πολλές άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ σε μεγάλα προβλήματα, τα οποία πολύ δύσκολα θα επιλυθούν (εάν απαιτήσουν να παραμείνουν ελεύθερες, μη αποδεχόμενες την ηγεμονία της Γερμανίας).
Ολοκληρώνοντας, παρά το ότι αυτή τη στιγμή η Γερμανία απολαμβάνει ιδανικές συνθήκες δανεισμού της οικονομίας της, προσελκύοντας τη μερίδα του λέοντος των επενδυτών τόσο στα ομόλογα, όσο και στις επιχειρήσεις της, ο κίνδυνος να χάσει πάρα πολλά χρήματα (απαιτήσεις 500 δις € της Bundesbank από την ΕΚΤ, συμμετοχή σε ένα διαρκώς αυξανόμενο κοινό ταμείο διάσωσης όπως το EFSF, πιστώσεις των γερμανικών επιχειρήσεων στον ευρωπαϊκό νότο κλπ.), καθώς επίσης να διαλυθεί η Ευρωζώνη, γίνεται καθημερινά όλο και πιο μεγάλος.  
Η ΕΛΛΑΔΑ
Η χώρα μας είναι μία από τις λίγες εναπομείναντες μικτές οικονομίες παγκοσμίως - όπου μικτή θεωρείται μία οικονομία, στην οποία το δημόσιο διαθέτει σημαντικές δικές του επιχειρήσεις, ιδίως τις κοινωφελείς (ύδρευσης, ηλεκτρισμού κλπ.), τις μονοπωλιακές κερδοφόρες (τυχερά παιχνίδια κοκ.) και τις στρατηγικές (λιμάνια κα.), παράλληλα με τους ιδιώτες, οι οποίοι κατέχουν όλες τις υπόλοιπες.
Αφενός μεν λοιπόν αποτελεί στόχο των μεγάλων πολυεθνικών, στα πλαίσια των επεκτατικών τους εξαγορών (ιδιωτικοποιήσεων), αφετέρου των Η.Π.Α. - οι οποίες τη χρησιμοποίησαν για την απόβαση τους στην Ευρωζώνη, με τη βοήθεια του ΔΝΤ. Επίσης της Γερμανίας, η οποία ανέκαθεν αναζητούσε το ιδανικό υποψήφιο θύμα, για τον παραδειγματισμό των υπολοίπων χωρών της Ευρωζώνης – έτσι ώστε να υποκύψουν στις επεκτατικές της βλέψεις φοβούμενες ότι, σε περίπτωση άρνησης τους να υποταχθούν, θα υπέφεραν τα δεινά της Ελλάδας. 
Περαιτέρω, το πρόβλημα της Ελλάδας (της Ιταλίας επίσης) είναι το υψηλό δημόσιο χρέος της, σε αντίθεση με όλες τις άλλες «δυτικές» χώρες, στις οποίες υποφέρει ο ιδιωτικός τομέας. Το χρέος αυτό οφείλεται στη κακοδιαχείριση εκ μέρους των τελευταίων κυβερνήσεων της, στα μεγάλα έργα υποδομής, ιδιαίτερα σε αυτά που έγιναν για τους Ολυμπιακούς αγώνες, στα εξοπλιστικά της προγράμματα, στη λαθρομετανάστευση, στις αυξημένες δαπάνες και στα μειωμένα έσοδα του δημοσίου –σαν αποτέλεσμα κυρίως της δραστηριοποίησης των εμπορικών πολυεθνικών, οι οποίες καταστρέφουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και μειώνουν τη φορολογική βάση των χωρών που τοποθετούνται, με τη βοήθεια της φοροαποφυγής.
Το δημόσιο χρέος βέβαια είναι πιο εύκολο στην επίλυση του από το ιδιωτικό – αφού απαιτείται απλά και μόνο αύξηση των εσόδων και μείωση των δαπανών. Δυστυχώς όμως, η τελευταία ελληνική κυβέρνηση επέτρεψε την είσοδο του ΔΝΤ στη χώρα – με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί σε μία εγκληματική υφεσιακή πολιτική η οποία, αντί να μειώσει το δημόσιο χρέος της σε σχέση με το ΑΕΠ, το αύξησε από 115% το 2008 στα περίπου 160% τέλη του έτους, μετά την περιβόητη διαγραφή (με την οποία πυροβολήσαμε τα πόδια μας).  
Σε κάθε περίπτωση, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν ήταν ποτέ τόσο το δημόσιο χρέος, όσο ο ανέκαθεν ασθενής ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας της – ειδικά οι εξαιρετικά χαμηλές εξαγωγές της (Πίνακας ΙΙ), οι οποίες έπαψαν ουσιαστικά να αυξάνονται, όταν άρχισε να αναπτύσσεται ο τουρισμός.  
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: Μεγέθη 2011 (εκτιμήσεις) σε δολάρια
Μεγέθη
Ελλάδα
Ολλανδία
Αυστρία




Εργαζόμενοι
4.972.000
7.785.000
3.663.000
ΑΕΠ (ονομαστικό) σε δις $
312,00
858,30
351,40
Κατά κεφαλή εισόδημα
27.600
42.300
41.700
Δημόσιο χρέος / ΑΕΠ*
165,40%
64,40%
72,10%
Εξαγωγές σε δις $
26,64
575,90
180,70
Εισαγωγές σε δις $
65,79
514,10
183,10
Εμπορικό Ισοζύγιο
-39,15
81,80
-2,40
Εξωτερικό χρέος
583,3
2.655,0
883,50
Πηγή: World Factbook
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται από τον Πίνακα ΙΙ, στον οποίο συγκρίνεται η Ελλάδα με χώρες σχετικού μεγέθους, εάν το ΑΕΠ της ήταν αντίστοιχο της Ολλανδίας, με κριτήριο τον αριθμό των εργαζομένων, τότε το ύψος του θα διαμορφωνόταν στο 550 δις $ -οπότε το δημόσιο χρέος των 480 δις $ (πριν τη διαγραφή), θα αποτελούσε το 87% του ΑΕΠ. Οι εξαγωγές της δε, πάντα σε σχέση με την Ολλανδία, θα έπρεπε να ήταν στα 367 δις $ - από το αμελητέο σημερινό μέγεθος των 26,64 δις $.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, διαπιστώνουμε από τον ίδιο Πίνακα ΙΙ, το πολύ χαμηλό συγκριτικά εξωτερικό χρέος της Ελλάδας – σχεδόν πέντε φορές χαμηλότερο από αυτό της Ολλανδίας και μιάμιση φορά από αυτό της μικρότερης σε πληθυσμό Αυστρίας (στο 187% του ΑΕΠ, όταν της Ολλανδίας είναι στο 310% και της Αυστρίας στο 252%).         
Εάν λοιπόν η Ελλάδα καταφέρει να αλλάξει την πολιτική που της επιβλήθηκε από το ΔΝΤ και τη Γερμανία, επιλέγοντας μία ικανή πολιτική ηγεσία, το μικρό ιδιωτικό χρέος της, σε συνδυασμό με τη μεγάλη δημόσια περιουσία της (επιχειρήσεις, ακίνητα, οικόπεδα κλπ.), καθώς επίσης με τον ανεκμετάλλευτο υπόγειο πλούτο και τις πολεμικές επανορθώσεις που της οφείλει η Γερμανία (υπολογίζονται μεταξύ 165 δις € από την κεντρική της τράπεζα και 560 δις € από Γάλλους οικονομολόγους), θα μπορούσε να την οδηγήσει με σχετική ευκολία στην έξοδο από την κρίση.
Ολοκληρώνοντας, το πλεονέκτημα των χωρών με χαμηλό συνολικό χρέος, όπως η Ελλάδα, είναι η δυνατότητα του ιδιωτικού τομέα να χρεωθεί - μεταξύ άλλων για να δανείσει (τράπεζες), για να επενδύσει (επιχειρήσεις) και για να καταναλώσει (νοικοκυριά). Φυσικά απαραίτητη προϋπόθεση είναι η δημιουργία ενός σωστού φορολογικού-επενδυτικού περιβάλλοντος, η εγκατάσταση ενός Κράτους Δικαίου, καθώς επίσης η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των Πολιτών στην Πολιτεία – μέσα από την εύρεση και την παραδειγματική τιμωρία όλων αυτών, οι οποίοι οδήγησαν την πατρίδα μας στα νύχια του ΔΝΤ και στη χρεοκοπία.   
Στα πλαίσια αυτά, εάν για παράδειγμα χρεωνόταν (δανειζόταν) ο ιδιωτικός τομέας της Ελλάδας (167% του ΑΕΠ χρέος), κατά 100%, φτάνοντας στο ύψος του ιταλικού ιδιωτικού χρέους (257%), τότε θα μειωνόταν μακροπρόθεσμα, με τις κατάλληλες κινήσεις (επενδύοντας στις επιχειρήσεις και τα ακίνητα του δημοσίου, για παράδειγμα), το δημόσιο χρέος στα 67% - με το συνολικό να παραμένει ως έχει.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Δυστυχώς, τα προβλήματα της Ελλάδας δεν είναι κυρίως οικονομικά – ενώ «ένοχος» για την κατάσταση της δεν είναι μόνο η πολιτική ανικανότητα, η ανεπάρκεια και η διαφθορά των δημοσίων «λειτουργών» της. Μεταξύ άλλων, η Ελλάδα υπέφερε ανέκαθεν από ξενομανείς, αδύναμους Δούρειους Ίππους στο εσωτερικό της – σε σημείο που πολύ συχνά να μην μπορούμε να κατηγορήσουμε τρίτους για τα δεινά της, αλλά ορισμένους από τους ίδιους τους Πολίτες της.
Σε σχέση με τα παραπάνω, η «πρωτοβουλία» ενός Έλληνα να εκδώσει σήμερα ένα πολύ παλαιό βιβλίο του στα γερμανικά (γράφτηκε πριν από περίπου 37 χρόνια), με τον τίτλο «Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας», παρέχοντας ταυτόχρονα συνεντεύξεις σε έντυπα της ηγετικής δύναμης της Ευρωζώνης, μάλλον εξευτελιστικές για την Ελλάδα, είναι πολύ δύσκολο να χαρακτηρισθεί – εάν δεν θέλει κανείς να τον κατηγορήσει άδικα για ανοησία και για πνευματική ανεπάρκεια (πόσο μάλλον για προσπάθεια απόκτησης δόξας ή/και χρημάτων, εις βάρος της πατρίδας του – ειδικά όταν ο ίδιος αναφέρει ότι, πάντοτε πληρωνόταν για τις «υπηρεσίες» του, ακόμη και αν τις παρείχε για ευχαρίστηση του).
«Το βιβλίο είναι οδυνηρό για έναν Έλληνα», αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας, τον οποίο ευχόμαστε να (εκ)τιμήσουν οι Έλληνες, στον επίλογο της γερμανικής έκδοσης. «Ισχύει», θριαμβολογεί το γερμανικό έντυπο “Die Presse”, αφού κατά τον συγγραφέα «Ο Έλληνας δεν αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα, ζει δύο φορές πάνω από τις δυνατότητες του (εδώ απορεί κανείς, γνωρίζοντας ότι το ιδιωτικό χρέος των Ελλήνων είναι το χαμηλότερο στη Δύση), υπόσχεται τα τριπλά από αυτά που μπορεί να κρατήσει, γνωρίζει τέσσερις φορές περισσότερα, από αυτά που έχει σπουδάσει, παριστάνει δηλαδή τον παντογνώστη κλπ. κλπ.».
Ο συμπατριώτης μας γράφει περαιτέρω ότι, οι Έλληνες πάσχουν από ένα εθνικό σύμπλεγμα κατωτερότητας, το οποίο προέρχεται αφενός μεν από τους μύθους και το ένδοξο παρελθόν της χώρας τους, αφετέρου από τη σύγκρισή της με την Ευρώπη - μία σύγκριση η οποία, κατά τον ίδιο, είναι οδυνηρή για την Ελλάδα. «Ποτέ δεν θέλησαν οι νεοέλληνες να αναλάβουν τις ευθύνες τους», συνεχίζει απτόητος, «Πάντοτε κάποιος άλλος ήταν ο ένοχος: η CIA, το ΝΑΤΟ…» - σήμερα η Γερμανία και η Ευρωζώνη, συμπληρώνει το έντυπο.
Αν και δεν μπορούμε να μην συγχαρούμε τη χώρα-πατρίδα του Goebbels για την ευρηματικότητα της να εκδώσει αυτό το βιβλίο σήμερα και να πείσει αυτό το συγγραφέα να δώσει συνεντεύξεις για τους «συμπλεγματικούς» Έλληνες, καθώς επίσης για την ικανότητα της να εκβιάζει (υπενθυμίζουμε τους φακέλους Siemens με τους πολιτικούς «άνδρες» και με τα κόμματα που χρηματίσθηκαν, με αποτέλεσμα να είναι «εκβιαστέα», την πρόσφατη απόφαση Ελληνικού δικαστηρίου να αθωώσει το Focus με την προσβλητική φωτογραφία της Αφροδίτης, την τοποθέτηση της γερμανικής κυβέρνησης για τις πολεμικές επανορθώσεις, οι οποίες ποτέ δεν απαιτήθηκαν επίσημα από την Ελλάδα κλπ.), έχουμε την άποψη ότι, δεν θα είναι τελικά προς όφελος της – γεγονός που θα αποδειχθεί στο απώτερο μέλλον.
Ειδικότερα, μέχρι στιγμής οι περισσότεροι συμμετέχοντες στην Ευρωζώνη έχουν ταχθεί υπέρ του Ευρώ, εξετάζοντας το «θέμα» από οικονομικής πλευράς. Εάν όμως αρχίσει να εξετάζεται από άλλες πλευρές, όπου αυτόματα θα συνδεθεί με τις ηγεμονικές βλέψεις, με τον εθνικισμό και με την απίστευτη αλαζονεία της (πρωσικής) Γερμανίας, η διάλυση της Ευρωζώνης, η (ελεγχόμενη ευχόμαστε) «συλλογική επιστροφή» στα εθνικά νομίσματα και η (ακόμη μία φορά) απομόνωση της χώρας του Goethe, δεν είναι απίθανο να συμβεί.  
Κλείνοντας, συντασσόμενοι με την άποψη ενός άλλου Έλληνα, ο οποίος δεν ανήκει στο χώρο της «υπερφίαλης διανόησης», θα θέλαμε να τονίσουμε με τη σειρά μας ότι, δεν μας εκπροσωπούν αυτοί οι πολιτικοί και αυτοί οι συμπλεγματικοί δήθεν διανοούμενοι – όπως συμβαίνει και με τους σημερινούς Γερμανούς που έχουν «αποκηρύξει» τους ναζί (την τότε πολιτική ηγεσία τους δηλαδή), οι οποίοι τους «ανάγκασαν» να στείλουν στα κρεματόρια εκατομμύρια αθώους, καθώς επίσης να αιματοκυλίσουν μία ολόκληρη ήπειρο (λαμβάνοντας ως «ανταμοιβή» από όλους εμάς τους Ευρωπαίους τη διαγραφή μεγάλου μέρους των χρεών τους, την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των υπολοίπων με χαμηλά επιτόκια, καθώς επίσης με δόσεις, συνδεδεμένες με την ανάπτυξη των εξαγωγών τους!).
Επίσης ότι, κάποια στιγμή θα καταφέρουμε, όπως και οι Γερμανοί, να απελευθερωθούμε από τους δικούς μας ναζί, οι οποίοι μας εξευτελίζουν διεθνώς, λεηλατούν την πατρίδα μας, δεν μας επιτρέπουν να διατηρήσουμε την αξιοπρέπεια μας και μας κρατούν δέσμιους, για πάνω από τριάντα χρόνια – ελπίζοντας ότι μέχρι τότε δεν θα αιματοκυλήσουν την Ελλάδα, όπως οι τότε «πολιτικοί ηγέτες» των Γερμανών αιματοκύλησαν τον πλανήτη. Σύμφωνα δε με αυτά που έγραψε ένας άλλος Έλληνας, 
Με ονειρικές υποθέσεις ή χωρίς, είναι εξωφρενικός παραλογισμός, είναι αυτοκτονία να αναθέτουμε στους αυτουργούς της καταστροφής να μας σώσουν από την καταστροφή. Η στοιχειώδης λογική αυτοάμυνας σήμερα επιβάλλει να παραμεριστεί το υπάρχον πολιτικό προσωπικό της χώρας, να εξαφανιστεί από το δημόσιο βίο. Όλοι, χωρίς εξαίρεση.
Γιατί και οι θεωρούμενοι ως καλοί, ως αδιάφθοροι, συνεργάστηκαν. Ανέχθηκαν, δεν κατήγγειλαν……Στερούμαστε την οποιαδήποτε θεσμική δυνατότητα να αποκαταστήσουμε ένα δημοκρατικό, λειτουργικό, έντιμο κράτος. Δεν ζητάμε οίκτο, ούτε να μας υποκαταστήσουν άλλοι στις ευθύνες μας. Ζητάμε απλώς να πληροφορηθούν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας ότι, το 91% του λαού μας απορρίπτει αυτούς που οι ηγέτες της ΕΕ συναντούν σαν «εκπροσώπους» μας”.
Κάποια στιγμή λοιπόν οι Έλληνες θα πάψουν να φοβούνται, θα σταματήσουν να ελπίζουν στον «από μηχανής Θεό», θα αποκτήσουν τις θεσμικές δυνατότητες και θα ανακτήσουν την ελευθερία τους, υπερασπιζόμενοι την πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη πατρίδα τους, από τους πάσης φύσεως «σφετεριστές» της - ειδικά από εκείνους τους «συμπατριώτες» τους, οι οποίοι την διασύρουν, αδικαιολόγητα και ανερυθρίαστα, στη διεθνή κοινότητα. Άλλωστε, όπως είπε ο Αριστοτέλης, «το κύριο γνώρισμα του Πολίτη, είναι η συμμετοχή του στην απονομή δικαιοσύνης και στην άσκηση εξουσίας» - γεγονός που οφείλει να επιδιωχθεί άμεσα, από όλους εμάς τους Έλληνες Πολίτες.  
ΥΓ: Καλό Πάσχα σε όλους, με αισιοδοξία για το μέλλον, με υγεία και με ευτυχία, ευχόμενοι να επιτύχουμε τη «διακομματική» ένωση και την αλληλεγγύη όλων των Ελλήνων, κάτω από τους κοινούς εθνικούς στόχους της λειτουργίας ενός Κράτους Δικαίου με ικανή διοίκηση, της απελευθέρωσης, της ανεξαρτησίας και της ανάπτυξης της οικονομίας μας, με τις δικές μας δυνάμεις.        
Βασίλης Βιλιάρδος

0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια και παρατηρήσεις