ΒΕΛΗ ΚΑΙ... ΒΕΛΑΚΙΑ

>>> Μην με παρεξηγήσετε >>> αλλά ο τρόπος παρουσίασης από τα ΜΜΕ >>> του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του >>> θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή, με τοποθέτηση προϊόντος >>> και το προϊόν είναι το αμερικανικό LNG >>> το "καλό", το ακριβό, το αμερικάνικο LNG....
__________________________________________________________________________________________________

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012

ΚΛΕΦΤΕΣ ΚΑΙ ΑΡΜΑΤΩΛΟΙ


Και σκέπτεται κανείς πόσο πιο κεραυνοβόλα και  από τον κεραυνοβόλο μπλίτζ κρίγκ, τρέχουν σήμερα τα πολιτικά δρώμενα, που αντί να μπαίνει ο Γερμανός από τα βουνά και να ψάχνει για δωσίλογους να στήσει το δικό του κοινοβούλιο, το βρίσκει έτοιμο να τον περιμένει με το κλειδί στο χέρι
Σπύρος Παπαγιάννης
Σαν τους κλέφτες παλιά, είναι σήμερα  οι αριστεροί.
Μιλούν όλο για αγώνες, όπως και τότε, ενάντια στην  Τουρκιά και στους κοτζαμπάσηδες. Μα ο Σουλτάνος δεν τους φοβάται άλλο. Παλιά τους
είχε εξόριστους στα βουνά και αντηχούσε το Σούλι και ο Ταΰγετος από το ντουφεκίδι τους.
Και όποτε ήθελε να τους διαιρέσει έπαιρνε κάποιους απ’ αυτούς για συνεργάτες του, καθιστώντας τους έμμισθους αρματωλούς περιφερειάρχες του, αναθέτοντας σε αυτούς την εφαρμογή του νόμου και την επιτήρηση των υπολοίπων.
Με τον καιρό κατάλαβε όμως, πως ένα εχθρό που δεν μπορεί να νικήσεις, μα ούτε και να νικηθείς απ’ αυτόν, δεν χρειάζεται να τον φοβάσαι. Και το στόμα και το έντερο του ανθρώπου  γεμάτο είναι από μικρόβια που παρασιτούν, συμβιούν με τον οργανισμό του, βοηθούν το ανοσοποιητικό του σύστημα να είναι σε διαρκή επαγρύπνηση και συνεργούν με τον τρόπο τους στην πέψη του και την ζύμωση των τροφών του.
Συνειδητοποίησε λοιπόν πως καλύτερα είναι να έχεις ένα μόνιμο εχθρό που τον ξέρεις, παρά να μην έχεις καθόλου εχθρούς και να φοβάσαι και την σκιά σου ακόμη, πως συνωμοτεί εναντίον σου, ή να σηκωθεί κάποια επανάσταση ξαφνικά από το πουθενά, σαν τους ανεμοστρόβιλους. Κι’ όπως ο Λουδοβίκος ο 14ος, ο υπέρτατος μονάρχης της Γαλλίας, συγκέντρωσε κοντά του, στις Βερσαλλίες, όλους τους ευγενείς και τους πλούσιους του βασιλείου του για να τους ελέγχει, διασφαλίζοντας την πλήρη φορολογική ασυλία  των νέων, πλησίον του βασιλικού ανακτόρου κατοικιών τους, έτσι και ο πονηρός Σουλτάνος πήρε το παλάτι του και το έκανε κοινοβούλιο και έχωσε μέσα όλους τους αυλικούς του, μα και τους κλέφτες μαζί, που αν ήταν ακίνδυνοι στα βουνά, θα  ήταν πολύ πιο ακίνδυνοι  μέσα σ’ αυτό και το καφενείο της βουλής.
    
Από τότε η επανάσταση πήγε περίπατο και οι κλέφτες και επίδοξοι επαναστάτες πήραν τον παχυλό μισθό του βουλευτή για να φιλολογούν για την επανάσταση από τα μικρόφωνα του κοινοβουλίου, χωρίς όμως να βγαίνουν άλλο στο πεζοδρόμιο, πόσο μάλλον στα βουνά και χωρίς το κυριότερο να αφήνουν την δυνατότητα να αναφανούν νέοι επαναστάτες και ηγέτες από την ανώνυμη λαϊκή μάζα. Ταυτόχρονα στήθηκαν κόμματα, όπου οι επαναστάτες, μα και οι φιλοδοξούντες την όποια μικρή ή μεγάλη μεταρρύθμιση της κοινωνίας  θα αποκτούσαν συν τω χρόνω υπαλληλική συνείδηση και πνευματική πειθαρχία προς  τον μικρό σουλτάνο του κόμματος.  Το κόμμα έτσι θα καπέλωνε με την αντεπαναστατική του εξουσία, τα όποια επαναστατικά του οράματα. Με δυό τρείς μικροσουλτανίσκους λοιπόν, ή κομματικούς μεγαλοαρματωλούς και μεγαλοκλέφτες μπορούσε ο Σουλτάνος   να ελέγχει όλα τα ιδεολογικά νέφη στον ουρανό του βασιλείου του, να διατηρεί κάποιους στην κατηγορία των κλεπτών και των εχθρών της κοινωνίας και να προσλαμβάνει κατά καιρό  κάποιους από τις τάξεις τους για να υπηρετήσουν ως αρματωλοί του σουλτανάτου τα  δικά του ιδανικά και οράματα. 
Οι άνδρες αυτοί με το μεγάλο παρελθόν των άκαπνων φιλολαϊκών αγώνων τους, ταυτοποιημένοι ως υπέρμαχοι των λαϊκών συμφερόντων στο λαϊκό υποσυνείδητο,  θα δημιουργούσαν νέα δυναμική για το καθεστώς.  Οι επιθέσεις αυτές φιλίας της καθεστηκυίας εξουσίας προς τους πολιτικούς αντιπάλους της  θα καταδείκνυαν πόση μικρή είναι η απόσταση μεταξύ κυβερνώντων και αντιπολιτευομένων και πόσο μεγαλόκαρδο είναι το σουλτανάτο προς τους επαναστάτες που δέχονται μόλις κουραστούν, να υποστείλουν την σημαία της επανάστασης και να περιβληθούν αμέσως κρατικά αξιώματα.

Έτσι δημιουργείται ένα ρεύμα εξουσίας που σαν το ρεύμα του κόλπου του Μεξικού, μεταφέρει τους πολιτικούς ελεύθερα και αβίαστα από τα αριστερά προς τα δεξιά, από την κλεφτουριά του βουνού, στα έδρανα  της εξουσίας. Έτσι και ο λαός μαθαίνει να μην εμπιστεύεται  τα αυτιά του κι’ αυτούς ακόμη που τον υπερασπίζονται και να είναι δύσπιστος  προς όποια αλλαγή  του προτείνεται, θεωρώντας προτιμητέα την σίγουρη «αλλαγή» του σουλτάνου , που σαν τον Μανωλιό βάζει κάθε τόσο  τα ρούχα του αλλιώς, στρατολογώντας  φοροεισπράκτορες και τελώνες από τις τάξεις των κλεφτών και της επανάστασης. 
Θυμίζει  η ψυχολογία του αυτή, εκείνη του ανακρινόμενου και βασανιζόμενου που εμπιστεύεται στο τέλος τον ανακριτή του και  μόλις αυτός του χαμογελάσει και τον κεράσει ένα ποτήρι νερό ή ένα τσιγάρο σπεύδει να του ανοίξει την ψυχή του και να του παραδώσει τα μυστικά του. Επιζητώντας λοιπόν την φιλία του ισχυρού σουλτάνου ο λαός αρπάζει το χέρι  φιλίας που του προτείνει το σουλτανάτο μέσω των μέχρι χθές λαϊκών αγωνιστών, που ξαφνικά ανέβλεψαν και άλλαξαν στρατόπεδο ακολουθώντας την οδό του πολιτικού ρεαλισμού και συμβιβασμού.
Υπνωτισμένος ψυχολογικά και πνευματικά ο οπαδός ακολουθεί τον λιποτάκτη  πολιτικό στον δρόμο της πολιτικής του κατολίσθησης. Γι’ αυτό και οι κωλοτούμπες αυτές δεν υπηρετούν μόνο τις προσωπικές φιλοδοξίες των πολιτικών που αναζητούν στην όποια αλλαγή ή επανάσταση, το ίδιον πολιτικό τους όφελος και όταν αυτό τους προταθεί χειροπιαστό από το σουλτανάτο, προτιμούν να το αρπάξουν αμέσως, εγκαταλείποντας την δύσκολη οδό της αρετής και των λαϊκών αγώνων. Υπηρετούν πολύ περισσότερο τον Σουλτάνο, που προτιμά να εφαρμόζει την πολιτική του με καιροσκόπους αργυρώνητους μισθοφόρους, διαιρώντας τους αντιπάλους του και υποσκάπτοντας την πίστη ταυτόχρονα του λαού προς τις ιδέες που αυτοί πρότερα υπερασπίζονταν.
Ο σουλτάνος προτιμά να έχει πρώην κλέφτες για χωροφύλακες, πρώην κομμουνιστές για πρωθυπουργούς, ακριβώς όπως προτιμούσε παλαιότερα να έχει πρώην χριστιανόπουλα γενίτσαρους για στρατιώτες του. Η ιδεολογική και ψυχολογική διεμβόλιση του αντιπάλου αποτελούσε πάντα την αγαπημένη του τακτική, που κατέστη ευκολώτερη από ποτέ, από τότε που η κλεφτουριά συγκατοίκησε μαζί του στο παλάτι, περιεβλήθη βουλευτικά αξιώματα και τιμές, εχρυσώθη με την βουλευτική αποζημίωση και καλοπιάσθηκε από τα κατά καιρούς δώρα και ρουσφέτια, προς όλον τον κόσμο της κοινοβουλευτικής αυλής του, που δημιουργούν στους αυλικούς  του μια ξέχωρη, συντεχνιακή, αριστοκρατική σχεδόν συνείδηση.
    
Το κοινοβούλιο λοιπόν απετέλεσε την μεγαλύτερη  μακιαβελική εξέλιξη της εξουσιαστικής επιστήμης από την εποχή του Λουδοβίκου του 14ου, ο οποίος είχε πεί το ιστορικό :  «Το κράτος είμαι εγώ ».
Τώρα το κράτος είναι το κοινοβούλιο, που αντικατέστησε τον Βασιλιά και την αυλή του  και όπως εκείνος είχε τριακόσιους υπηρέτες να τον ντύνουν και να τον καλλωπίζουν, τώρα έχει τριακόσιους υπηρέτες να κτενίζουν και να ψηφίζουν τους νόμους του. Και οι βασιλιάδες και οι σουλτάνοι εξαφανίσθηκαν και  έγιναν  φαντάσματα, σαν εκείνο της όπερας και κρύφθηκαν  στο παρασκήνιο, μοίρασαν σαν τον Χριστό το σώμα και το αίμα τους  στους προύχοντας του κράτους τους, τους βαρόνους του χρήματος και της πληροφόρησης και τις διαπλεκόμενες συμμορίες συμφερόντων που δρούν στην σκιά των κομμάτων και την αυλή της εξουσίας.
Αυτό όμως το πέρασμα από την εξουσία του ενός στην εξουσία των πολλών οργανωμένων συμφερόντων ήταν κατ’ ουσίαν μια οπισθοδρόμηση από την βασιλεία προς την φεουδαρχία, παρά προς τον λαό, στο όνομα του οποίου κυβερνάει δήθεν  το κοινοβούλιο, που παραπλανητικά βαπτίσθηκε δημοκρατικό και το πολίτευμά του δημοκρατία. Κι όποιος, σαν τον Βασίλη του δημοτικού τραγουδιού, δεν θέλει να κάτσει φρόνιμα, τώρα που δεν έχει τον σουλτάνο απέναντί του, μα την δημοκρατία του λαού,  δεν θα βγεί  στο κλαρί, αλλά θα μπεί  στην βουλή, για να του δοθεί σ’ αυτήν ο χρόνος να ωριμάσει  με το μαλακό και να συμβιβαστεί με τα κακώς κείμενα του σουλτανάτου, εμπνεόμενος από το παράδειγμα τόσων και τόσων άλλων Βασίληδων που άλλαξαν κατά καιρούς στρατόπεδο και μπήκαν στην υπηρεσία της αόρατης πολυπρόσωπης, μα πανταχού παρούσης και τα πάντα πληρούσης διαπλοκής.

Τόση ήταν η επιτυχία του κοινοβουλευτικού θεσμού που δεν έμεινε καμιά βασιλεία; η δικτατορία χωρίς κοινοβούλιο, μα και καμιά δημοκρατία χωρίς αυταρχικά, δικτατορικά κόμματα. που προετοιμάζουν  την νέα εξουσία να ακολουθήσει τα χνάρια της παλαιάς και  εξασκούν τα στελέχη τους να υποκύπτουν στην θέληση του όποιου κομματικού σουλτάνου και στις προσωπικές πολιτικές του σκοπιμότητες.
Η απουσία ταυτόχρονα ενός και μοναδικού διαχρονικού καπετάνιου στην εξουσιαστική πυραμίδα υπηρετεί καλύτερα στις περιπτώσεις μικρών αδύναμων χωρών, σαν την Ελλάδα, κοντά στα ποικιλώνυμα ντόπια συμφέροντα, τα ξένα , με τα οποία αυτά συμμαχούν για να αποκτήσουν  διεθνή ερείσματα και προστάτες. Γι’ αυτό και τα πρώτα κόμματα που δημιουργήθηκαν στο Ελληνικό κοινοβούλιο έφεραν ευθαρσώς τα ονόματα των ξένων συμφερόντων που εξυπηρετούσαν, αποκαλούμενα Φιλοαγγλικόν, Φιλογαλλικόν, Φιλορωσσικόν. Μόνο Φιλογερμανικόν δεν υπήρχε, υπήρχε όμως  Βαυαρός βασιλέας και Βαυαροί υπουργοί. .
    
Όταν στον 20 αιώνα εμφανίσθηκε το κίνημα του κομμουνισμού, το οποίο φιλοδοξούσε να δημιουργήσει μια νέα επαναστατική κλεφτουριά στις πόλεις, μα και στα βουνά ακόμη, το  πολυκομματικό δημοκρατικό κοινοβούλιο λοιδωρήθηκε ως εργαλείο απάτης της κατεστημένης εξουσίας και όχι άδικα. Αυτό βέβαια δεν σήμαινε πως οι κομμουνιστές  απαρνούνταν την ευκαιρία να πάρουν μία θέση στα έδρανα της βουλής για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους. Σήμαινε όμως πως  δεν ταύτιζαν το όποιο, περισσότερο ή λιγότερο ψευτοαντιπροσωπευτικό κοινοβούλιο με το ίδιο τον λαό  και την κοινωνία και απαρνούνταν την ιδέα της απόλυτης  μοναρχίας ενός κοινοβουλίου που δεν εκφράζει, ακόμη και στην περίπτωση ενός τίμιου εκλογικού αγώνα με καθαρό αναλογικό εκλογικό σύστημα και αμερόληπτη πληροφόρηση και ενημέρωση του λαού, παρά μια  στιγμιαία του βούληση  και τίποτε περισσότερο.

Και πάλι όμως, κι΄ αυτοί οι αδάμαστοι επαναστάτες υπέτασσαν την επανάσταση τους σ’ ένα απολυταρχικό, μεσσιανιό  κόμμα, που κατά το πρότυπο της πεφωτισμένης δεσποτείας θα έρχονταν να λυτρώσει τον λαό από τους πολιτικούς και πνευματικούς του δεσπότες.  Ο λαός όμως δεν θα εξασφάλιζε και πάλι κανένα πολιτικό εχέγγυο από τους  νέους επίδοξους σωτήρες του  για να τους εμπιστευθεί, παρά την καλή τους θέληση και την ειλικρίνειά τους.
 Ένα μικρό κομματικό σουλτανάτο λοιπόν φιλοδοξούσε να αντικαταστήσει. το μεγάλο πρόγονό του, εκείνο δηλαδή του πολυκομματικού κοινοβουλίου, υποσχόμενο να θεραπεύσει όχι το έλλειμμα δημοκρατίας, το οποίο  αντιθέτως θα αυξάνονταν, μα το έλλειμμα κοινωνικής πρόνοιας. και να πολεμήσει την ξένη εξάρτηση από τους δυτικούς κεφαλαιοκράτες με μία άλλη εξάρτηση, από τους σοβιετικούς αυτήν την φορά διεθνιστές αντικεφαλαιοκράτες.

Απεδείχθη όμως από την πολιτική πείρα της εφαρμογής του κομμουνισμού, πως το έλλειμμα δημοκρατίας τροφοδοτεί μακροπρόθεσμα και πάλι  το έλλειμμα κοινωνικής πρόνοιας και η πολιτική αυθαιρεσία την κοινωνική αδικία και πως η ξένη εξάρτηση μαζί με το έλλειμμα δημοκρατίας καλλιεργεί τον πολιτικό παρασιτισμό και φαρισαϊσμό, προωθώντας τον χειρότερο τύπο ανθρώπου στην εξουσία.
       
Μετά την κατάρρευση του διεθνούς  κομμουνισμού εκόπασε αναπόφευκτα ο επαναστατικός ενθουσιασμός του Ελληνικού ΚΚ., που δεν είχε μάθει ποτέ να στηρίζεται στις δικές του δυνάμεις, κι ούτε μπορούσε να ανοιχθεί δημοκρατικά, υπερβαίνοντας τα δογματικά του πιστεύω, για να καταστεί λαϊκή δημοκρατική πλειοψηφία. Διεθνιστές χωρίς μητρόπολη πλέον  οι κομμουνιστές,  θα έμεναν προσηλωμένοι σαν ζηλωτές στην πολιτική πίστη τους και στην ξεπερασμένη από την ιστορία,  ιδέα της συντεταγμένης, υποταγμένης σ’ αυτούς επανάστασης.  Αρνούμενοι να συμμαχήσουν ευκαιριακά έστω, με άλλες πολιτικές δυνάμεις ενάντια στους διαχρονικούς δυνάστες του λαού, την εκμετάλλευση των οικονομικά ισχυρών, την διαφθορά και διαπλοκή των παρακοιμώμενων του κοινοβουλίου, μα και την ξένη υποτέλεια, την επισημοποιημένη μέσω πολιτικών οικονομικών και στρατιωτικών δεσμεύσεων, που καθιστά τους εγχώριους εναλλασσόμενους δημοκρατικούς τυράννους  πιο ισχυρούς και ανάλγητους από ποτέ.
Αυτοί που τόση σημασία έδιναν παλαιότερα στην διεθνή κομμουνιστική επαναστατική αλληλεγγύη, θα υποτιμούσαν  τώρα την ανάγκη της λαϊκής συμμαχίας ενάντια στην  κεφαλαιοκρατική διεθνή. Η υποχώρηση όμως της επαναστατικής ιδεολογίας στα  πολιτικά χαρακώματα έδωσε την ευκαιρία  στον σουλτάνο της διαπλοκής να στρατολογεί από την άπραγη, φιλολογούσα κλεφτουριά .της αριστεράς, αρματωλούς για τα δύο κόμματα εξουσίας που  δημιούργησε, για να εναλλάσσονται όπως η ημέρα και η νύχτα στο πολιτικό στερέωμα. της χώρας. Έτσι οι  πολιτικές ιδέες κατάντησαν προεκλογικά απλώς πυροτεχνήματα, σαν τα ποιήματα που απήγγελναν κάποτε οι μαθητές στις σχολικές γιορτές, μα τα ξεχνούσαν την επομένη και σαν τον πατριωτισμό έτσι και οι ιδεολογίες, αλέσθηκαν στο ελαιοτριβείο της εξουσίας και  τα κόμματα της δημοκρατικής δεξιάς και αριστεράς, ανέλαβαν, μια το ένα, μια το άλλο, να συνδυάσουν την κοινωνική πρόνοια με το κεφαλαιοκρατικό κέρδος και την δημοκρατία με τον κομματικό αυταρχισμό και να διαιρέσουν τους πολίτες, όχι πιά βάσει ιδεολογιών, μα στην βάση αντίπαλων κομματικών πελατειών.
     
Αυτή όμως η υβριδική μεταβατική πολιτική περίοδος δεν θα μπορούσε να διαρκέσει επί πολύ. Γι’ αυτό τα κόμματα του σουλτάνου θεσμοθετήσανε  την υποτέλεια της χώρας μέσω ευρωσυνταγμάτων και ευρωσυνθηκών και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου έμπασαν τον Ευρωπαίο πεφωτισμένο δεσπότη τους, όχι από τα βουνά πλέον, μα από την μπρός πόρτα του κοινοβουλίου, με όλες τις τιμές,  για να συγκατοικήσει κι’ αυτός μαζί τους στο παλάτι του παλιού Βαυαρού βασιλιά.

Πολύ είπαν πως επρόκειτο για μια κατάφωρη παραβίαση του Ελληνικού συντάγματος. Από την στιγμή όμως που είχε ψηφισθεί ερήμην του Ελληνικού λαού  η  νομική υπερίσχυση της ευρωσυνθήκης πάνω του, θα έπρεπε να το περιμένουμε, πως θα έρχονταν και η ώρα να θεσμοθετηθεί μέσω μνημονίων  η ύπατη αρμοστεία της τρόϊκα, απέναντι στους στερούμενους πλέον οποιαδήποτε εθνικής ιδεολογίας και εθνικού αυτοσυντηρητισμού αρματωλούς, του ελληνικού κοινοβουλίου. Κι’ είδαμε τους πιο ρηξικέλευθους από αυτούς να ανακαλύπτουν τα προτερήματα της υπό την τρόϊκα δημοκρατίας, που δεν θα άγεται και θα φέρεται τυχαία και συμπτωματικά πλέον από τον λαό, όπως παλιά  στις επιλογές της, μα θα άγει και θα φέρει αυτόν αντίθετα, με τις κάθε άλλο παρά τυχαίες και συμπτωματικές οικονομικές πολιτικές της τρόϊκα.

Αν επί χούντας λοιπόν ανεκάλυπτε το κεφάλαιο την μαγεία της απελευθέρωσής του από τις εργατικές διεκδικήσεις και τον  εργατικό συνδικαλισμό, με αντίτιμο την επικυριαρχία ενός παρείσακτου εξωκοινοβουλευτικού αρματωλού, τον οποίο όμως πρακτικά δεν ήλεγχε, σήμερα ανακαλύπτει την μαγεία της απελευθέρωσής του. Όχι μόνο απ’ τα εργατικά δεσμά του, μα κι’ απ’ τον εκ της εθνικής κυριαρχίας επιβαλλόμενο κοινωνικό  συνεταιρισμό του με τα λαϊκά στρώματα των υπηρετών του, χωρίς να χρειασθεί να επιστρατεύσει κανένα εξωκοινοβουλευτικό νταβατζή, με τους  δικούς του και μόνο ενδοκοινοβουλευτικούς  αρματωλούς και χωρίς να χρειάζεται καν να στερηθεί το κοινοβουλευτικό παλάτι του, που τόσο χρήσιμο είναι για την εκτόνωση της λαϊκής αντίδρασης και την ένταξη των επίδοξων επαναστατών στο πολιτικό αρματωλίκι του.

Χωρίς ντουφεκιές λοιπόν, μόνο με δακρυγόνα και βομβίδια κρότου λάμψης,  έπεσε το κάστρο της δημοκρατίας και χωρίς υποστολή σημαίας,  υπεστάλη η εθνική του κυριαρχία. Είδαμε βέβαια μερικούς να ταλαντεύονται  και πάλι, να φλερτάρουν για λίγο με την ιδέα μια κάποιας αντίστασης, ή διαπραγμάτευσης, για τα προσχήματα έστω,  μα να επανακάμπτουν  στο τέλος  στην αγκαλιά του σουλτάνου και των ξένων δάνειων δυνάμεων και άλλοι αντίθετα να μεταπηδούν ξανά στην αντιπολίτευση, την τελευταία στιγμή, μα κανένας απ αυτούς κι’ απ’ τους μαχητικότερους επαναστάτες ακόμη του κοινοβουλίου,  να μην βγαίνει στους δρόμους, ή στο βουνό, καθώς όλοι τους, είτε κλέφτες, είτε αρματωλοί,  δεν διανοούνται να απομακρυνθούν από την κοινοβουλευτική αυλή.  Μια αυλή που συστεγάζει τους πάντες, εξουσιαστές, κατακτητές, δωσίλογους και επαναστάτες, και κατήντησε κράτος υπεράνω του λαού και κατά του λαού, στο όνομα της νέας τάξης πραγμάτων  και της υπερεθνικής κοσμοκρατορίας των αγορών.
Και σκέπτεται κανείς πόσο πιο κεραυνοβόλα και  από τον κεραυνοβόλο μπλίτζ κρίγκ, τρέχουν σήμερα τα πολιτικά δρώμενα, που αντί να μπαίνει ο Γερμανός από τα βουνά και να ψάχνει για δωσίλογους να στήσει το δικό του κοινοβούλιο, το βρίσκει έτοιμο να τον περιμένει με το κλειδί στο χέρι.
Γιατί λοιπόν να κτίζει κανείς δικό του σπίτι, όταν μπορεί να νοικιάσει το σπίτι του άλλου, μα και το κοινοβούλιό του ακόμη. Αυτό είναι κατ’ ουσίαν το υπερεθνικό πνεύμα της αγοράς , που εξαγοράζοντας τους πολιτικούς, αγοράζει  ή ενοικιάζει τα κοινοβούλια των πάλαι ποτέ κυρίαρχων εθνικών κρατών, φιλοδοξώντας μέσω αυτών να συγκεντρώσει σαν υπερσουλτάνος, όλους τους σουλτάνους και κομματικούς σουλτανίσκους κι’ όλους τους αρματωλούς, μα και κλέφτες ακόμα της οικουμένης σ’ ένα τεράστιο κοινοβούλιο τέρας, που θα τρώει σαν τον Μινώταυρο τους θεσμούς του και τους πολίτες του.
Σ’ αυτό το παγκόσμιο προσκλητήριο  δημοκρατικής υποταγής και συμβιβασμού, αντίσταση θα κάνουν μόνο οι σκέψεις μας, όσων θα μπορούν να ακόμη να κάνουν παρόμοιους  συλλογιστικούς συνειρμούς, εις πείσμα της τηλεόρασης και της καθεστηκυίας πολιτικής άποψης, το κύρος της οποίας θα είναι πλέον παγκόσμιο και απροσμέτρητο.

0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια και παρατηρήσεις