ΒΕΛΗ ΚΑΙ... ΒΕΛΑΚΙΑ

>>> Μην με παρεξηγήσετε >>> αλλά ο τρόπος παρουσίασης από τα ΜΜΕ >>> του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του >>> θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή, με τοποθέτηση προϊόντος >>> και το προϊόν είναι το αμερικανικό LNG >>> το "καλό", το ακριβό, το αμερικάνικο LNG....
__________________________________________________________________________________________________

Πέμπτη 11 Οκτωβρίου 2012

Χωρίς υστεροφημία

Σπύρος Παπαγιάννης
"Στην χώρα αυτή λοιπόν  δεν υπάρχει  η ανάγκη της συγνώμης γιατί κυριαρχεί παντού ή λήθη και  η ιστορία έγινε γνωστική πολυτέλεια και η σωφροσύνη κινδυνολογία. Στην χώρα αυτή, η ανθρώπινη ζωή βρήκε στους φόρους τον λόγο της ύπαρξής της και αντί να εξοστρακισθούν οι επίορκοι  εξοστρακίζεται καθημερινά η πίστη, η εμπιστοσύνη και η δημιουργικότητα."
       Και ξαφνικά, μετά το μεγάλο φαγοπότι και το
ξεφάντωμα των ηδονών γύρισε ο κόσμος σαν χελώνα ανάποδα, κι είδαμε τον ουρανό με τα ιδανικά και τις μεγάλες ιδέες κάτω από τα πόδια μας, και ξεπετάχθηκαν αμέσως  οι μπότες των φασιστών να τα πατήσουν και τότε καταλάβαμε πως  όταν τα πόδια και τα ιδανικά συναντώνται κάτι δεν πάει καλά στον κόσμο και έρχεται η ώρα που οι άνθρωποι πρέπει να αναμετρηθούν με το αδύνατο, για να δουν πόσο θεό κρύβουνε μέσα τους..
Γεμίσαμε λοιπόν ξαφνικά  ήρωες, που άρχιζαν να βγαίνουν σαν τα σαλιγκάρια από την αφάνεια, άλλος για να βρεί ένα μεροκάματο να ταΐσει τα παιδιά του, άλλη για να πουλήσει από έσχατη ανάγκη  το κορμί της  στην ελεύθερη αγορά, όπου η ελευθερία εκδίδεται επί χρήμασι. Καταλαβαίνουμε λοιπόν σιγά σιγά πως η ανάγκη κάνει κάποιον ήρωα, όταν δεν μπορεί να τον  κάνει τίποτε πιο συνηθισμένο  και πως αυτή που νικάει την ντροπή και την αξιοπρέπεια, νικάει  στο τέλος και το ένστικτο της αυτοσυντήρησης και τον φόβο του θανάτου, όταν νιώθοντας  πως χάνεται ο κόσμος, δεν φοβάσαι μην χαθείς  νωρίτερα απ’ αυτόν.
Πλησιάζουμε λοιπόν, το βλέπουμε κάθε μέρα, μετά τον  αντιηρωϊσμό που ζήσαμε για χρόνια, σε μια νέα τραγική, μα και ηρωϊκή εποχή και τούτο φαίνεται από αυτούς που ήδη απ’ την χαραυγή της, αυτοκτονούνε καθημερινά, πολλοί χωρίς να αφήνουν καν κάποιο σημείωμα πίσω τους, καθώς τους καλύπτει πλήρως το σημείωμα του προηγούμενου. Γεμίσαμε όμως  εκτός από αυτόχειρες και από  μικρούς ήρωες, που αγωνίζονται να κρατήσουν την ζωή  που ευτελίζεται γύρω μας στο ύψος της  και υπομένουν την μικροπρέπεια με  καταδεκτικότητα, κάνοντας τόπο στην οργή, την ώρα που η εξουσία καμαρώνει  στην τηλεόραση  προαναγγέλλοντας προκλητικά τους φόρους της άλλης μέρας.

    Κι  είναι τόσος ο ευτελισμός των καιρών που λες, πως αυτοί οι άνθρωποι αντέχουνε να υπάρχουν με την μεγάλη, ασύμβατη προς την μόδα ψυχή τους, την στιγμή  που η εποχή μας  θέλει τους ανθρώπους της μικρούς και εύχρηστους να κρύβονται στο πλήθος τους, χωρίς να έχουνε πατρίδα και όνομα, μια που αυτά πάνε μαζί, όπως τον καιρό που λέγανε, Ιησούς ο Ναζωραίος ή Πόντιος Πιλάτος.  Κι’ όπως τον καιρό που βγάζαν το όνομα από τους ανθρώπους για να το αντικαταστήσουν με έναν αριθμό στο χέρι, τώρα έχουν βαλθεί να μας βγάλουν την πατρίδα από τον λογισμό  και τον λογισμό  από την πατρίδα, όπου  η ζωή έχει γίνει μονόδρομος  καταστροφής και θανάτου, μια ευθεία που χάνεται χωρίς σταυροδρόμια στον ορίζοντα, όπως στους αυτοκινητόδρομους της Αμερικής, ασφαλτοστρωμένη και λειασμένη για να μην νιώθουμε καμιά τριβή στην κατρακύλα μας και το χειρότερο να μην υπάρχει πισωγυρισμός. Και όμως  νομίζουμε πως γυρίζουμε πίσω στην ιστορία και από την ταύτιση του μέλλοντος με το παρελθόν, καταλαβαίνουμε πόσο πολύ αυξήθηκε  η βαρύτητα του μηδενισμού που μας καταπίνει..

    Άνθρωποι τιποτένιοι σε μεγάλα αξιώματα προκαλούνε  το κοινό αίσθημα και την ντροπή εκείνων που ακόμη ντρέπονται για αυτά που κάνουν άλλοι, εκθέτοντας το κοινό τους όνομα και την κοινή καταγωγή τους, κι ας μην έχουν  καμιά συμμετοχή σ’ αυτά, πέρα από μια ψήφο, ριγμένη με μεγάλη υπευθυνότητα είναι η αλήθεια σε ένα κοινό καλάθι αχρήστων. Και ενώ εμείς γεράσαμε κι ακόμα αγωνιζόμαστε να γίνουμε «άνθρωποι» και να συνειδητοποιήσουμε τι μας ενώνει στο μυαλό και την ψυχή, παρά τα διακριτά μας σώματα,  καράβια και καραβάνια  ξεφορτώνουν  συνέχεια κι’ άλλους ανθρώπους στην γειτονιά μας, από τις χώρες των μπαχαρικών,   όπως ακριβώς στο πάρκο ξεφορτώνουν τα φορτηγά χώματα και μεις προσπαθούμε να συλλάβουμε στην φαντασία το νέο τοπίο που σχεδιάζουν για μας και  την  πατρίδα μας οι μεγάλοι τέκτονες του μέλλοντος.  
Σκιώδεις παρουσίες ανθρώπων παντού  που δεν μιλούν ούτε στην συνείδησή τους, ούτε στους περαστικούς, καθώς δεν έχουν κοινή γλώσσα, μα κι’ αν έχουν, δεν έχουν κοινό τόπο λογικής, όταν κανείς δεν μπορεί να πείσει πια κανένα, γιατί όλοι είναι από κάπου αλλού πεισμένοι, ή πιασμένοι, ή προκατειλημμένοι και  κλείνουν τα αυτιά τους  στην αλήθεια των άλλων, που τους στενοχωρεί όταν τους ζητάει  τον λόγο, για το ότι αρνούνται να λογισθούν και να συλλογισθούν συνδιαλεγόμενοι.

    Νιώθει έτσι ο καθένας μας πως η λογική του χρησιμοποιείται εναντίον του, για να τον   κάνουν οι άλλοι αυτό που θέλουν, χωρίς  να μπορεί  να αντιδράσει, να φωνάξει  και να συγκινήσει, να ταράξει  συνειδήσεις και να προκαλέσει σκέψεις, όπως πετώντας ένα βοτσαλάκι στο νερό προκαλεί κύκλους στον καθρέπτη του.
Νιώθει πως η λογική αρχίζει και δουλεύει εναντίον του, όταν οι  αμαρτωλοί, οι συμβιβασμένοι, οι μικρόψυχοι, οι απατεώνες  και οι δωσίλογοι είναι περισσότεροι από ποτέ και τον παίρνει από κάτω το ρεύμα τους και απορεί πως τόσοι πολλοί τα βρήκαν, που και πότε και  μόνο αυτός  έμεινε έξω από τον χορό, νιώθοντας αταίριαστος και ξένος ανάμεσά τους κι’ ας μην  μετακινήθηκε ποτέ από τον τόπο του και τα πιστεύω του. Κι’ όσο οι άνθρωποι πληθαίνουν, τόσο  μεγαλώνει η Βαβέλ και ο  θόρυβος που του παίρνει τα αυτιά και το κουράγιο να τους απευθυνθεί φωναχτά , νιώθοντας  πως αυτήν την μάζα που δεν ελέγχεται από κανένα, κάποιοι  κατόρθωσαν να την ελέγξουν  και να την χρησιμοποιούν εναντίον του για να τον κάνουν επιτέλους να σιωπήσει και να σταματήσει να  μιλάει με  τον Σωκράτη, βάζοντας   την λογική του σαν ανιχνευτή μετάλλων να ψάχνει την ναρκοθετημένη πληροφόρηση.

     Κι’ ακόμη στην χώρα αυτή των χαμένων ευκαιριών όλα δείχνουν μαγικά να χάνονται, τα χρήματα πρώτα από όλα των δημόσιων και ασφαλιστικών ταμείων, το νόημα της ζωής, η τσίπα και η συνείδηση, και  η μνήμη, όχι μόνο της ιστορίας, μα  κι’ αυτών  που είπαν οι πολιτικοί μας μόλις χθές.
Και όλοι ζούμε σε μια διαρκή επικαιρότητα, χωρίς επίγνωση του παρελθόντος και του μέλλοντος  που έρχεται  την ώρα που στρουθοκαμηλίζουμε κάτω από την προπαγάνδα της εξουσίας, στην γενικευμένη πολιτική άνοια της  γερασμένης κοινωνίας μας, όπου τα λάθη επαναλαμβάνονται τρείς τουλάχιστον φορές ώσπου να γίνουν μάθημα, προσωρινό κι΄ αυτό, της στιγμής.  Κι’ όπου τα μνημόνια διαδέχονται το ένα το άλλο με την λογική της σωτηρίας του σήμερα και μόνο, και ες  αύριον  η σωτηρία του αύριο κι’ όπου όλο μαθαίνουμε κατόπιν εορτής για κάποιες μυστικές λίστες που ξεχάστηκαν  στα συρτάρια, ενώ παρόμοια  οι εισαγγελείς ξεχνούν κι’ αυτοί να βγάλουν εντάλματα σύλληψης,  οι αστυνομικοί να συλλάβουν τους φυγόδικους και  οι πολιτικοί να διεκδικήσουν το ταλαίπωρο χρωστικό  του κατοχικού δανείου,  που μια το χάνουν, μια το βρίσκουν.
  
Στην χώρα αυτή λοιπόν  δεν υπάρχει  η ανάγκη της συγνώμης γιατί κυριαρχεί παντού ή λήθη και  η ιστορία έγινε γνωστική πολυτέλεια και η σωφροσύνη κινδυνολογία.
Στην χώρα αυτή, η ανθρώπινη ζωή βρήκε στους φόρους τον λόγο της ύπαρξής της και αντί να εξοστρακισθούν οι επίορκοι  εξοστρακίζεται καθημερινά η πίστη, η εμπιστοσύνη και η δημιουργικότητα.
Στην χώρα αυτή  των αρχαίων ερειπίων, ήρθε η σύγχρονη Βαβέλ να προσθέσει τα δικά της, μόνο που αυτά δεν διεγείρουν την φαντασία και την αναπόληση, γιατί είναι τόσο φρέσκα, που το αίμα δεν  πρόλαβε καν να τα λεκιάσει.

    Ζούμε  ήδη σε ένα σουρεαλιστικό κόσμο, σαν να μπήκαμε μέσα σε ένα ποίημα, ή μια ζωγραφιά απ’ αυτές που προανάγγελναν τον ερχομό του και δεν λέμε, όμορφα είναι όταν όλα γύρω μας είναι ποιητικά παράλογα και ότι πούμε  και ότι γράψουμε πολύ περισσότερο  αποκτά  σημειολογική σοφία μέσα στην γενικότερη αποσύνδεση των λέξεων από το νόημά τους  και των πράξεων από τις ευθύνες τους.  Αρκεί  να νιώθουμε  ικανοί  να επιστρέψουμε  ανά πάσα στιγμήν στην  κοινωνική λογική απ’ όπου ξεστρατίσαμε, στην φαντασία αρχικά, στην φαντασιωμένη εικονική πραγματικότητα αργότερα, καθώς ο παραλογισμός μια άσκηση πρέπει να ‘ναι της λογικής μας, για να μπορεί να κρίνει αν έχει ουσία η συνήθειά της να σκέπτεται βάσει μέτρων, προτύπων και αξιών, ή μπορεί αντίθετα να ελευθερωθεί  από αυτούς που συλλογίζονται, όπως η αγορά από αυτούς που συναλλάσσονται. .

Κι΄ είναι καλό το πάθημα, όσο μπορεί να γίνει μάθημα και το ποίημα όσο μπορεί να ξεχωρίζει  από την πεζότητα και την αθλιότητα, ανθίζοντας σαν το λουλούδι στην κοπριά.  Όταν όμως μπερδεύονται όλα και τα άνθη καταπίνουν τους εραστές τους, όταν οι μέλισσες κρύβονται στην γη και οι μύγες στις ιδέες, όταν η παράνοια απειλεί τον κεντρικό νού την ανθρωπότητας και την κοινωνική μετάληψη του θείου πνεύματος, τότε ο σουρεαλισμός σταματά να είναι παιχνίδι της φαντασίας και γίνεται εφιάλτης και το  όνειρο φυλακή και ο άνθρωπος νιώθει πως δεν μπορεί να επιστρέψει πίσω στον κόσμο της μάνας που τον νανούρισε και του μαθε, μια μια τις λέξεις , πιπιλίζοτάς τες με το στόμα της στο αυτί του.
Τότε είναι που ο άνθρωπος νιώθει πιο ορφανός από ποτέ, χωρίς πατρίδα, χωρίς θεό και χωρίς την γλώσσα της μάνας σα φύλακα άγγελο στην συνείδησή του.
Τότε είναι που ο θάνατος της λογικής,  απειλεί όλους, πλούσιους και πτωχούς κι ας μην το νιώθουν τόσο οι πρώτοι, νομίζοντας πως με τα χρήματα και τα  ρομπότ θα ξεγελάσουν την μοναξιά τους.
Τότε που θα γίνουν όλοι ποιητές, μα δεν θα υπάρχει κανείς να διαβάσει τα ποιήματά τους, τότε θα χαθεί οριστικά η ποίηση από τον κόσμο, αυτή που κάνει τους ανθρώπους να βυζαίνουν την θλίψη τους και τις πληγές τους και να υπομένουν την ζωή, χάριν του μυαλού τους και μόνο, που μπορεί να αναπλάθει την πραγματικότητα, όσο βρίσκει κάποιον να  εξομολογηθεί τον καημό του και να μοιράσει την ελπίδα του .

   Το χρήμα λοιπόν όπως και η εξουσία μπορεί να τρώνε την λογική και να παίζουν μαζί της τον τρελλό, υπάρχει όμως ένα σημείο μη επιστροφής, όπου η καθιέρωση του νόμου της σχετικότητας των πάντων, παρόμοια με εκείνον του ισχυροτέρου, θα εξακοντίσει σε αποστάσεις ετών φωτός τους ανθρώπους της διπλανής πόρτας και θα καταντήσει τον λόγο περιττό, μια που κανείς δεν θα νιώθει την ανάγκη της υστεροφημίας  για να αφήσει λίγη δόξα, ένα ποίημα, ή ένα σημείωμα αυτοκτονίας πίσω του. 

Όταν η κοινωνία απαλλαγεί από τον εγκέφαλό της και αφεθεί στην άνωση των ενστίκτων της, τότε θα μπορεί ο καθένας να πυροβολεί τους περαστικούς, χωρίς να μπορεί να εξηγήσει από ποιά διαδρομή ήρθε το κίνητρο, ή ο φόβος που του όπλισε το χέρι.
Όταν η λογική  γίνει ατομικό δικαίωμα και θέμα  εμπορίου και μόνο, όπως έγιναν με την προπαγάνδα οι ιδέες και  η πληροφόρηση, όταν χαθούν οι συλλογικές αναστολές των ανθρώπων, όταν ο πόλεμος γίνει συνήθεια του μυαλού και παιχνίδι των βίντεο, όταν ο θάνατος του άλλου γίνει η ευκαιρία της ζωής μας, τότε δεν θα’ χει νόημα ούτε αυτή, ούτε ο πολιτισμός μας, όσο λίγοι και αν μείνουμε στην γή, όσο ευτυχείς, αυτάρκεις και συνωμοτικά, συνενοχικά συνεννοήσιμοι  μεταξύ μας, όπως οι μαφιόζοι και οι συμμορίτες.
Όταν ο πολιτισμός χάσει την μεταδοτικότητά του και δεν σκορπάει φώς, μα αθροίζει πυγολαμπίδες, όταν  η ανθρωπότητα υποτάξει το πνεύμα της στο σώμα της, τότε θα ‘ ναι σαν τους πεθαμένους εγκεφαλικά στο θάλαμο ανάνηψης, που δεν  ξέρουν οι γιατροί αν  πρέπει να τους  τραβήξουν τον αναπνευστήρα. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, όσο και αν φαίνεται έτσι, που η απονοηματοδότηση της κοινωνίας και του πολιτισμού ξεκίνησε στην Ευρώπη από την Ελλάδα και τον ιστορικό της νότο.
Και ο κίνδυνος είναι να πεθάνει πνευματικά η ανθρωπότητα, ενώ το σώμα της θα συνεχίσει να περιφέρεται,  άψυχο, ακαταλόγιστο κι ανθρωποφάγο, όπως στο ξεκίνημά της, πολύ προτού ο Ελληνισμός συνθέσει με τις νοηματοδότρες λέξεις του την ψυχή της και το πνεύμα της.

0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σχόλια και παρατηρήσεις