στην αγκάλη των οποίων ήταν τυχερή που ξεψύχησε η οικονομία της.
Της λέγαμε μην τρώς πολύ κορίτσι μου, μην ανακατεύεσαι με τα πίτυρα γιατί θα σε φάνε οι κότες, τι τους θέλεις τους συνεταιρισμούς με αυτούς τους τοκογλύφους που σου κάνουν τον φίλο και σου δίνουν χρήματα όποτε σου καπνίσει για να ψωνίζεις τα μπιχλιμπίδια τους και τις βιομηχανικές τους λαμαρίνες; Τίποτε εκείνη, όλο η Ευρώπη και η Ευρώπη έλεγε κι άνοιγε τα σύνορα της και τα μπούτια της λέγοντας, δικοί μου άνθρωποι είναι και πολιτισμένοι και θα κάνουμε κοινόβιο σοσιαλιστικό όλοι εμείς οι καπιταλιστές, που ο μεγάλος θα δίνει στον μικρό να τρώει. Κούνια που σε κούναγε κορίτσι μου κι’ ένα πρωΐ εκεί που σου ‘χαν μάθει να ζείς απ’ τα έτοιμα, σου τράβηξαν το χαλί κάτω απ’ τα πόδια σου και σού είπαν τέρμα τα δανεικά κι άντε τώρα, πάρε τη σκούπα και το φαράσι και κάνε μας την υπηρέτρια κι έτσι, σε πετούνε τώρα στο δρόμο, ψώνιο που το ΄παιζες κυρία της αυλής των Βρυξελλών. Όλα στο σφυρί λοιπόν και είναι αλήθεια πως ξέρουν οι αθεόφοβοι, που τον θεό τον έχουνε γραμμένο στα παλιά τους υποδήματα, να βγάζουν απ΄την μύγα ξύγκι και η Ελλάδα έχει τόσο λίπος που θα φάει όλη η Ευρώπη. «Φάε το φαγάκι σου παιδί μου για να μην πάθεις ότι η Ελλάδα» λένε οι νταντάδες της Ευρώπης, όταν θέλουν να φοβίσουν τα παιδάκια τους. Έγινε έτσι η Ελλάδα σκιάχτρο των μωρών λαών της Δύσης και λιποαναρροφημένη και κουρεμένη σαν την Ιωάννα της Λωρραίνης, την περιφέρουν και την διαπομπεύουν οι οικονομικοί κατακτητές μας στις φυλλάδες τους κάθε πρωΐ που ξυπνάνε και βλέπουν τον ήλιο.
Και σχεδιάζουν, όπως παλιά οι σταυροφόροι, να ‘ρθουν να διαγουμίσουν την Ελλάδα, όπως τον μεσαίωνα και να μοιρασθούνε τα νησιά της και τις παραλίες της. Και ο λαός, τι κάνει αλήθεια ο κυρίαρχος λαός και δεν παίρνει την μαγκούρα του να κυνηγήσει τους Ευρωπαίους Ιησουίτες;;
Μα τον έχουν πείσει πως η υποτέλεια είναι μονόδρομος. Η κυβέρνησή του έχει πουλήσει σαν τον Φάουστ την ψυχή της στον διάολο και η αντιπολίτευση έχει πιει κι αυτή το αμίλητο νερό και το παίζει «δεν βλέπω, δεν ακούω, δεν μιλώ». Συντεταγμένοι λοιπόν, εμείς οι χρεωκοπημένοι, θα παρελάσουμε για τελευταία φορά με κατεβασμένο κεφάλι μπροστά απ’ αυτούς που τους τρώγαμε τόσο καιρό το ψωμί κι ήρθε ο καιρός τώρα να πούμε το ψωμί ψωμάκι και κάθε ψωμί που τους φάγαμε να τους το γυρίσουμε πίσω, με τα παιδιά του και τα εγγόνια του μαζί, που να γεμίσει σαν από θαύμα χριστού από ψωμιά η Ευρώπη και να πει , βρε τι φάμπρικα αυτό το χρέος, τζάμπα κάνανε πολέμους οι πατεράδες μας.
Συντεταγμένοι λοιπόν παλικάρια, όχι για μάχη, μα για να οδηγηθούμε σαν πρόβατα στην σφαγή, σαν τους Εβραίους που τους μάζευαν και κείνους, συντεταγμένους να τους φορτώσουνε στα τραίνα για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Συντεταγμένοι, γιατί η τάξη είναι, πώς να το κάνουμε, η αδυναμία των Γερμανών.
Συντεταγμένοι πάνε οι άνθρωποι και για κατούρημα. Ακόμα και σαν βάρβαροι στην αρχαιότητα όταν έκαναν λεηλασίες, συντεταγμένα τις κάνανε. Αλλού μάζευαν τα χρυσά, αλλού τα αργυρά, αλλού τα πήλινα, αλλού τα ζώα και τα τρόφιμα. Μετά μοιράζονταν όλοι τα λάφυρα, πρώτα ο Αλάριχος τα καλύτερα, μετά οι μάχιμοι κι από κοντά τα γυναικόπαιδα. Όλοι μια οικογένεια αγαπημένοι και συντεταγμένοι, χωρίς κόμματα και υποκόμματα, καθώς όλους και τότε τους ένωνε η Ελλάς, όπου υπήρχε το χρήμα και τα αρχαία μνημεία με τα λευκά μάρμαρα. Σαν καλοί Χριστιανοί όμως, αρειανικής έστω, αιρετικής κοπής, φρόντιζαν από χριστιανική ευσέβεια να καταστρέφουν και τα αρχαία, ειδωλολατρικά γι’ αυτούς μνημεία, για να συκοφαντούνε σήμερα κάποιοι ανιστόρητοι τους Έλληνες χριστιανούς γι αυτές τις εισαγόμενες, όπως και σήμερα, γερμανικές βαρβαρότητες.
Συντεταγμένοι λοιπόν οδηγήθηκαν και οι Εβραίοι στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ακούγοντας τους ραβίνους τους, αντί να βγούν στα βουνά με τους αντάρτες.
Συντεταγμένοι όμοια και μεις υπό τις οδηγίες των πράσινων καλοθελητών μας, θα παρελάσουμε για τελευταία φορά μπροστά απ’ τους Τροϊκανούς που θα αποφασίσουν την μοίρα μας. Πάνω απ’ το βαγόνι θα υπάρχει αντί του γνωστού συνθήματος, «Η εργασία σε κάνει ελεύθερο», η παραλλαγή του, «Η ανεργία σε κάνει ελεύθερο.»
Εκεί αφού θα παρατάσσονται κατά σειρά και κλάδο όλοι οι εργαζόμενοι θα περνά ένας Γερμανός και θα μετρά ένα, δύο, τρία και στους δέκα θα πετά έναν έξω για να πάει στο ισόβιο αγραναπαυτήριο της νέας τάξης πραγμάτων. Μάλιστα οι Γερμανοί αντί να τους δίνουν ταμείο ανεργίας, θα τους μάθουν να ψαρεύουν, για να ‘χουν να τρώνε απ’ την θάλασσα, αντί να τρώνε το δημόσιο ταμείο πού θα το ‘χουν φάει εν τω μεταξύ οι Γερμανοί. Μπορεί για άλλη μια φορά να ξαναζωντανέψουν και τα ερημόνησα υποδεχόμενα τώρα τους εφέδρους της εργασίας και της κοινωνίας, καθώς θα βρίσκουν εκεί ψάρια να τρώνε στο διηνεκές..
Δεν θα μείνει βραχονησίδα λοιπόν ακατοίκητη. Καιρός ήταν στην Ελλάδα ν’ αρχίσει η αποκέντρωση και δίχως την γερμανοευλογημένη ανεργία αυτό δεν θα γίνονταν ποτέ. Γι’ αυτό και ο φύρερ της οικονομίας μας είπε, ευτυχώς που μας έπεσε η τρόϊκα, σαν την Μαίρη Πόππινς από τον ουρανό και έκανε το θαύμα της, να μας αλλάξει την αντίληψη που ‘χαμε για το κράτος και ν’ ακούμε κράτος και να τρέχουμε, όπου φύγει φύγει..
Συντεταγμένοι λοιπόν θα διαχωρισθούν οι εργαζόμενοι, σ’ αυτούς που θα γίνουν δούλοι της εργασίας, να δουλεύουν αντί πινακίου φακής και σ’ αυτούς που θα γίνουν κοσμοκαλόγεροι, να ζουν χωρίς φακές, φάβες, σπόρια και στραγάλια, απ’ τον αέρα και την ελεημοσύνη των καλών χριστιανών. Έτσι θα ξαναζωντανέψουν οι πρωτοχριστιανικές αγάπες και μ’ ένα ψωμί θα τρώνε δέκα, καθώς ψίχουλο δεν θα πέφτει κάτω. Προς τι λοιπόν να δουλεύουν όλοι, μια που ποτέ δεν μας φθάνουν τα χρήματα, που ούτε στα γκόλντεν μπόϋς των τραπεζών δεν φθάνουν κι’ ας παίρνουν εκατομμύρια. Γι’ αυτό και δεν χρειάζεται να δουλεύουν όλοι κι’ ούτε να κερδίζουν πολλά, αρκεί να μοιράζονται με τους συνανθρώπους τους αυτά που βγάζουν. Θα ξαναανακαλύψουν έτσι οι Έλληνες τον Χριστιανισμό, μα και τον Σοσιαλισμό και χαράς ευαγγέλια, μπορεί να συμμειχθούνε επιτέλους αυτοί οι δύο, αν τους ενώσει, όπως τους τοκογλύφους μας, η πλούσια σε πρώτες ύλες, ήλιο, θάλασσα, τουριστικά αξιοθέατα και αρχαιολογικούς θησαυρούς πατρίδα μας. Και βέβαια ονειρευόμενος μου έρχεται η όρεξη και σκέπτομαι πως και κομμουνισμό για αυστηρά εσωτερική κατανάλωση θα μπορούσαν να μας επιβάλουν οι Τροϊκανοί, για να τους ξεπληρώσουμε μια ώρα αρχύτερα, που και πιο δίκαιος θα ήταν, καθώς θα συνεισέφεραν σ’ αυτόν, πρωτίστως εκείνοι που έφαγαν τα δάνεια και δεν είναι παρά μια συντροφιά από πολιτικούς και εργολάβους. Προς τι λοιπόν να κρεμάμε ανάποδα τους ανέργους κι΄ όσους ακόμη εργάζονται για να τους πέσει κανένα ξεχασμένο κέρμα από την τσέπη και να μην πάμε κατ’ ευθείαν στην πηγή των χρημάτων;
Και καλύτερα δεν είναι να κλαίνε πέντε, δέκα τα υπερκέρδη τους παρά όλος ο λαός το υστέρημά του; Εξ’ άλλου η πλειοψηφία δεν είναι που δημιουργεί δίκαιο στην δημοκρατία; Κι’ αν κατά το αστικό δίκαιο, ο πλούτος και το κεφάλαιο προστατεύονται από τους νόμους και τις ορέξεις της πολιτείας, γιατί δεν συμβαίνει το ίδιο με τους μισθούς και τις συντάξεις των απλών πολιτών; Αντί λοιπόν του υπαρκτού κομμουνισμού των μισθοσυντήρητων και των ταξιτζήδων που μας επιβάλλουν ούτως ἤ άλλως, γιατί δεν τον διευρύνουν λιγουλάκι προς τα πάνω, προς τους αρχιμάγειρες δηλαδή της διαπλοκής και τους αρχιφαγάδες, της ενορχηστρωμένης καθεστωτικής μάσας και χάψας που κατέφαγε τα σωθικά της πατρίδας μας και το δημόσιο ταμείο; Και που τους λάδωναν και οι ίδιοι οι Γερμανοί με τις μίζες τους, για να υπερχρεώσουν την χώρα μας, έτσι ώστε να την περιφέρουν τώρα σαν αποδιοπομπαίο τράγο της παγκόσμιας κατάρρευσης του καπιταλισμού.
Μα προς θεού χρεοσύντροφοι, σας παραπλάνησα άθελά μου, γιατί αυτοί δεν θέλουν τόσο τα λεφτά τους πίσω, που τότε γιατί μας τά ΄διναν άραγε νομίζετε; Την χώρα θέλουν κι αυτή είναι το λαβράκι.
Ακούτε πάλι, μα και το βλέπετε με τα μάτια σας, πως στην αγορά πληθαίνουν τα λουκέτα κι’ ότι κλείνουν τα μαγαζιά, που με τις βιτρίνες τους και τους πειρασμούς που φέρνουν αυτές στον καταναλωτή, τον κάνουν να μην του φθάνουν ποτέ τα λεφτά στην τσέπη. Ας κλείσουν κι’ αυτά λοιπόν κι ας πάνε στον αδόξαστο οι μικρέμποροι, μικροαστοί στυλοβάτες της ελεύθερης οικονομίας που κάποτε τους έγλυφε το κεφάλαιο , γιατί τότε δεν είχαν εγκατασταθεί βλέπεις τα μεγαλομπακάλικα των Γερμανών και των πολυεθνικών και είχε το κράτος λεφτά για υπαλλήλους, δασκάλους και νοσοκομεία. Αφού λοιπόν οι καπιταλιστές μας και οι Γερμανοί καθοδηγητές τους μας θέλουν είλωτες, θα γίνουμε σοσιαλιστές και μεις στην ψυχή. Ούτε ένα μαγαζί λοιπόν ας μην μείνει ανοικτό. Και για διασκέδαση, τέρμα τα φαγητά και οι χοληστερίνες. Χορός μόνο καλαματιανός ἤ πυρρίχειος και βολτούλα υγιεινή με πασατέ-μπο στην προκυμαία. Θα περάσουμε υπέροχα φίλοι μου κι’ εν καπιταλισμώ χρεοσύντροφοι. Η ζωή τώρα αρχίζει για εμάς και αυτό που δεν καταλαβαίνουν οι αφέντες μας είναι πως αν ξυπνήσουμε από την νάρκη του καταναλωτισμού, όπου μας είχαν ρίξει τόσα χρόνια, θα τρέχουν και δεν θα φθάνουν. Ας είναι λοιπόν. Ουδέν κακό χωρίς καλό. Ευκαιρία να βρούμε τους εαυτούς μας. Η φτώχεια είναι η προζύμη της αγάπης, μα και της αγιοσύνης, που προβλέπω να γεμίσουμε στο μέλλον αγίους, αντί κολασμένους.. Γιατί πώς να το κάνουμε, η ανεργία είναι που δίνει χρόνο δια προσευχή, διαλογισμό και αυτογνωσία. Βέβαια είναι και η οικογένεια με την γκρίνα, την μουρμούρα και την πείνα της, που δεν θ’ αφήνει τους παντρεμένους να δουν θεού πρόσωπο. Οι υπόλοιποι όμως είναι σίγουρο πως αργά ἤ γρήγορα θα το δουν και στην πόλη ακόμη, όσοι απ’ αυτούς δεν ανηφορίσουν προς το Άγιον Όρος, για να μην έχουν τους πράσινους γερμανοπατριώτες στα πόδια τους. Γι’ αυτό πιστεύουν κάποιοι απλοί άνθρωποι της χριστιανικής πίστης, πως ο Γιωργάκης, ο εθνικός σωτήρας μας, δεν είναι απλώς αμερικανόπεμπτος, αλλά και θεόπεμπτος για να μας τιμωρήσει για τις αμαρτίες μας και να μας αναγκάσει, άθελά του βέβαια, να δούμε με άλλο μάτι την ζωή. Και νομίζω πως τα καταφέρνει, φίλοι μου χρεοσύντροφοι.
Οι Έλληνες που τους είχαν πείσει πως όλα τα εθνικά φαντάσματα είχαν διαλυθεί, διεπίστωσαν με έκπληξη πως το έθνος τους υπήρχε, υπό μορφήν ομολόγων έστω, θαμμένο στα θεμέλια της οικονομίας τους κι ότι αυτό τους έθρεφε κι ας πληρώνονταν τόσα χρόνια με το γερμανικής εμπνεύσεως και κοπής ευρώ. Και επειδή το ξεχασμένο έθνος με τα ομόλογά του ασφυκτιά κάτω απ’ το ευρώ που το καβάλησε, θέλουν οι κυβερνώντες και οι καβαλάρηδες της πλουτοκρατίας να θυσιάσουν τον γάϊδαρο, μα να κρατήσουν το σαμάρι. Αντί λοιπόν να του αλλάξουν την σέλλα με μια πιο ελαφριά, μας άρχισαν στο δούλεμα και τα Αμλετικά διλήμματα. Να ζει κανείς ἤ να μην ζεί; Να παίρνει σύνταξη ἤ να μην παίρνει; Κι’ αν είναι να φαλήρει το ταμείο του και να μην παίρνει καθόλου σύνταξη, δεν είναι καλύτερα να του την κουρέψουν λίγο, παρά να μην παίρνει τίποτε; Κι’ αν αύριο ξανά το ταμείο του, που του’ χει φάει το κράτος το ίδιο τα σωθικά, δει πάλι πάτο χωρίς σάλιο, πάλι στο ίδιο δίλημμα βρισκόμενος ο συνταξιούχος δεν πρέπει και πάλι να προτιμήσει να του κουρέψουν την σύνταξη παρά να πεινάσει;
Έτσι δεν εκπαίδευε και ο Χότζας τον γάϊδαρό του να μην τρώει μέχρι που του πέθανε; Εξ’ άλλου παρόμοιο αμλετικό δίλημμα αντιμετωπίζοντας και ο πρωθυπουργός μας στα εθνικά θέματα, δεν έχει από καιρού τοποθετηθεί σαφώς υπέρ της εδαφικής κουράς της πατρίδας, που τόσο υπεραγαπά, χάριν της ειρήνης και της αποφυγής πολέμου με την γείτονα Τουρκία;
Κουρεμένοι και ξέγνοιαστοι λοιπόν. Όποιος εξ’ άλλου θέλει τα πολλά χάνει στο τέλος και τα λίγα και θέλει εξυπνάδα και μαγκιά για να ξέρεις πότε να την κοπανάς σ’ αυτήν την ζωή. Μέχρι βέβαια να σου γίνει συνήθεια η κοπάνα κι είτε να την κοπανάς όποτε είναι να δώσεις μάχη, ἤ να κοπανάς άλλους που δεν σου φταίνε σε τίποτε στο κεφάλι, όπως κάνει κατά κόρον ο πανέξυπνος εθνικός κουρέας μας, ἤ ο κουρέας της ανθρωπίνης ύλης, ο Ταμερλάνος των κεφαλικών φόρων και χαρατσιών Γιωργάκης , που ακολουθώντας συστηματικά την οδό της φυγής στις διαπραγματεύσεις του με τους ξένους, κοπανά μονίμως τον λαό του στο κεφάλι, έχοντας αναστήσει τελευταίως προς τούτο και τον ξεχασμένο κρανιακό φόρο των Σουλτάνων. Τόπος κρανίου λοιπόν η Ελλάς και τι κρανίο θεέ μου κουβαλάει κι’ ο ίδιος, που αφού το κατέστησε πρώτα ναό του σοσιαλισμού, το μετέτρεψε τελευταία σε γιάφκα του κεφαλαίου. Σ’ αυτό το κρανίο λοιπόν εκκολάφθηκε το αυγό του νεοφιλελευθερισμού, και βγήκε τελικά ο όφις του, που έχοντας σοσιαλιστικά για παραπλάνηση χρώματα, ανέβηκε έρποντας στην εξουσία και δάγκασε την μητέρα πατρίδα . Βέβαια ο άνθρωπος δεν ήξερε τίποτε. Όταν μιλούσε για σοσιαλισμό, αντιδιαστέλλοντάς τον προς την βαρβαρότητα του καπιταλισμού, δεν ήξερε ότι έχει όγκο στον εγκέφαλο, γιατί σαν όγκος θα είναι πράγματι αυτό το τεράστιο αυγό που θα έχει σχηματίσει ύπουλα μέσα του το κεφαλαιοκρατικό παράσιτο, που του αλλοίωσε βαθμηδόν την σκέψη και τον έκανε να μην αναγνωρίζει τον λαό του, όσο κι’ αν αναγνωρίζει ακόμη μέχρις στιγμής τους συνεργάτες του και τους οικείους του. Κι’ αυτοί οι φουκαράδες, τυφλά πιστοί σ΄ αυτόν, δεν τους πέρασε ούτε στιγμή απ’ το μυαλό πως ο άνθρωπος για να ’χει αλλοίωση της πολιτικής συμπεριφοράς του κάτι τρέχει και να του κάνουν μια μαγνητική τομογραφία που θα ’χε αποκαλύψει ίσως οργανικά αίτια σ’ αυτήν την ανεξήγητη μεταβολή της άδολης προσωπικότητάς του, που κανένας αλλιώς δεν μπορεί να πιστέψει πως αυτό το μήλο που έπεσε από την μηλιά ενός σοσιαλιστή πατέρα και ενός δημοκράτη παππού, ήταν τελικά κεφαλαιοκρατική βόμβα που σκάζοντας, πήραν τα θραύσμα της κόσμο και κοσμάκη στον λαιμό τους. Μα και τώρα έστω ας κάνουν κάτι. Το λέω για να το ακούσουν όλοι και ο κ. Λοβέρδος, ο υπουργός υγείας, που του παριστάνει τελευταία το πιστό σκυλί και ενώ ξέρει από προσωπική εμπειρία, πόσο απαραίτητη είναι συχνά μια τομογραφική εξέταση για τον εντοπισμό ενός ιατρικού προβλήματος, δεν κάνει τίποτε, παρά τις ενδείξεις που υπάρχουν πως ο Γιωργάκης κάτι έχει που του πήρε τα μυαλά.
Εκτός κι’ αν πιστεύει κι’ αυτός, πως ο Γιωργάκης σαν τον περιβόητο πράκτορα Κίλμπυ, ήταν εξ΄ αρχής πράκτωρ του νεοφιλελευθερισμού που παρίστανε τον σοσιαλιστή, περιμένοντας καρτερικά την στιγμή που θα ανέβαινε στο ανώτατο πολιτικό αξίωμα της χώρας για να της αλλάξει τον αδόξαστο και να της κάνει, κυριολεκτικά πλέον, τον βίο αβίωτο.
Τόση υποκρισία λοιπόν πιστεύουν πως έκρυβε αυτός ο μαχητής της πρώτης γραμμής σ’ όλους τους συνδικαλιστικούς αγώνες των εργαζομένων, που κι’ όταν έκλαιγαν τα μάτια του από τα δακρυγόνα, έλεγες και πάλι, όχι, απ΄ την ψυχή του είναι αυτά τα δάκρυα, καθώς δεν μπορούσες να δεχθείς πως πάνω σ’ αυτόν τον ταπεινό, χαμηλών τόνων σοσιαλιστή, υπήρχε κάτι που δεν ήταν ενδογενές και δεν ανέβλυζε εκ πηγής μέσα του. Ακούστηκε βέβαια και μια άλλη ακραία πάλι εκδοχή, πως ο Γιωργάκης ενεργεί ως όργανο όχι των Αμερικανών, μα της Μαργαρίτας, της μητέρας του, που θέλει βασανίζοντας τον Ελληνικό λαό να εκδικηθεί την Μιμή που της έκλεψε τον άνδρα, θεωρώντας τους Έλληνες συλλογικά συνυπεύθυνους δια την χαλαρή σεξουαλική ηθική του μακαρίτη του συζύγου της. Κι’ αυτή όμως η ψυχαναλυτική προσπάθεια ερμηνείας της πολιτικής μετάλλαξης του Γιωργάκη, που την αποδίδει σε ψυχικά αίτια, ξεκινά από την ίδια λογική αφετηρία, πως δεν μπορεί δηλαδή ένας, όχι και τόσο έξυπνος να ξεγέλασε για τόσο πολύ καιρό, τόσους πολλούς και μάλιστα θεωρούμενους ως έξυπνους, που κατά μερικούς μάλιστα κατατάσσονται ανάμεσα στους πιο έξυπνους ανθρώπους της γης .
To έξυπνο πουλί βέβαια από την μύτη πιάνεται και έτσι πιάστηκαν όλοι μαζί οι Έλληνες, που όσο έξυπνοι κι’ αν είναι κατά μόνας, όλοι μαζί συνιστούν ένα μεγάλο συλλογικό κουτορνίθι. Όσο για τον Γιωργάκη προβλέπω λαμπρό μέλλον, όχι βέβαια πολιτικό πλέον, μα ιστορικό και ιατρικό συγχρόνως, καθώς θα προσπαθούν οι ιστορικοί του μέλλοντος με την βοήθεια της ιατρικής επιστήμης να ρίξουν φώς στο μυστήριον της αλλαγής της προσωπικότητός του, που μόνο με αυτήν του αποστόλου Παύλου δύναται να συγκριθεί, μόνο που εκείνος μετεπήδησεν από τον δρόμο της απωλείας, στον δρόμο του Θεού, ενώ ο Γιωργάκης αντίθετα, μετέτρεψε τον δρόμο του Θεού σε δρόμο απωλείας του χριστιανορθόδοξου πληρώματος της εκκλησίας Του.
Εδώ λοιπόν λέω να τελειώσει προσωρινά η συντεταγμένη φαντασίωσή μου που προσπαθεί, με την διαδικασία της προσομοίωσης να συλλάβει εικόνες από το μέλλον της συντεταγμένης χρεωκοπίας που μας ετοιμάζουν οι φίλοι μας Γερμανοί και γι΄ αυτό μας προετοιμάζουν ψυχικά για να αναφωνήσουμε όλοι μαζί, αν μας δοθεί το σύνθημα, «Ζήτω η συντεταγμένη χρεωκοπία.».
Για όσους θεωρήσουν και όχι άδικα πως το άρθρο μου κουρεύθηκε οριζόντια για λόγους οικονομίας, όχι χρημάτων, μα χώρου στην ιστοσελίδα, και έχουν το κουράγιο που μας ευχήθηκε και ο κ. Όλι Ρέν για να συνεχίσουν την ανάγνωσή του, θα παραθέσω κατά το πρότυπο του δεύτερου μνημονίου, του μεσοπρόθεσμου δηλαδή προγράμματος και άλλες εικόνες από το συντεταγμένο μέλλον μας, στο δεύτερο μέρος του άρθρου που ακολουθεί.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ.
Το παν λοιπόν είναι η πειθαρχία κατά το πρότυπο του πρωσσικού στρατού. Αν έχεις πειθαρχία τότε μπορείς να μιλήσεις για πατρίδα και δημοκρατία ακόμη, που΄ναι ένα πολύ ωραίο πράγματι πανωφόρι της συντεταγμένης, πειθαρχημένης κοινωνίας .
Η πειθαρχία όμως χρειάζεται και άξια ηγεσία και όχι αυτούς τους καταδικασμένους στη συνείδηση των πολιτών κατεργαρέους αρχηγούς, τώρα ιδίως, που πρώτα απ΄όλα χρειάζονταν επανάσταση, μια που το ψάρι από το κεφάλι βρωμάει, όπως λέει και ο λαός. Έτσι δείχνει να είναι άκαιρη αυτή η πειθαρχία και το φάρμακο άχρηστο, όπως και τα άλλα φάρμακα της οικονομίας που μας δώσαν οι Γερμανοί και μας οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην ακρίβεια που μας έχουν σχεδιάσει για τα επόμενα σαράντα χρόνια και την οικονομική μας, άνευ όρων παράδοση. Και πάλι λοιπόν καταλήγουμε πως και η σωτηρία της πατρίδας δεν δωρίζεται, μα κατακτάται με εσωτερικό αγώνα και σύσφιξη των δεσμών των πολιτών. Άλλως οι σωτηρίες αυτές της έξωθεν, δια του κνούτου επιβαλλόμενης πειθαρχίας, δεν οδηγούν παρά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης κι ένα τέτοιο μεγάλο στρατόπεδο θέλουν να κάνουν την Ελλάδα σήμερα οι κρατούντες, με τον λαό της σε ισόβια, δια βίου διαπαιδαγώγηση και σωφρονισμό, μια που κατ’ αυτούς φταίει η δημοκρατία που τους διέφθειρε κι’όχι αυτοί για την φθορά των θεσμών και τον εκμαυλισμό των πολιτών.. Για όλα λοιπόν φταίει το φάντασμα του κυρίαρχου δημοκρατικού λαού που ξεπλένει πάσα νόσον και αμαρτία του συστήματος. Και οι Γερμανοί, καλοπροαίρετοι κι’ αυτοί όπως οι λαδωμένοι και διεφθαρμένοι λακέδες τους, θα εξυγιάνουν τον λαό ποδοπατώντας την δημοκρατία του και τους θεσμούς του, ενώ η διεφθαρμένη ηγεσία, όσο τους κάνει τα χατήρια, καλή είναι, που θα βρούνε καλύτερη, μια που ο διεφθαρμένος, το ξέρουμε από τον αείμνηστο τον Μένιο τον Κουτσόγιωργα, δεν έχει δικαίωμα διά να ομιλεί. Δημοκρατία με τρομοκρατία λοιπόν και να πεί ο λαός το ψωμί ψωμάκι για να εκσυγχρονισθεί το κράτος πριν πουληθεί στον Γερμανό σωτήρα του, μια που τα σώστρα θα αποδειχθούν πανάκριβα και η σωτηρία η ίδια θα καταστεί εν τοις πράγμασι κατάρα.
Εμπρός λοιπόν. Έλληνες χρεοσύντροφοι. Η πατρίδα σαν την Σαλώμη ζητάει το κεφάλι σας. Πληρώστε λοιπόν για να το σώστε και να σώστε και την ίδια από την δραχμή, που το φάντασμά της τελευταία δεν την αφήνει να κοιμηθεί. Ακούς εκεί κατάντια, να κινδυνεύει να ξαναγυρίσει ντροπιασμένη στην δραχμή, που δεν την δάνειζε κανένας κι’ ήταν υποχρεωμένη να ζει με το μεροκάματο και να εξαρτάται από την εργατιά, αυτή που έμαθε εν τω μεταξύ να επενδύει στα βαλκάνια και να διεισδύει οικονομικά στους ψωμολιμασμένους νεοκαπιταλιστές της συμφοράς. Όχι χρεοσύντροφοι, δεν πρέπει να αφήσουμε την πατρίδα μας να ξανακατρακυλίσει σαν τον Σίσυφο στα χέρια μας, ημών, του ακαμάτη διεφθαρμένου λαού της, που την ντροπιάζει, τώρα μάλιστα που έγινε ισότιμη εταίρος, νομισματικά τουλάχιστον, των δανειστών της και μπήκε στο χαρέμι των Βρυξελλών..
Βέβαια την χάσαμε από το σπίτι μ’ αυτά τα ατέλειωτα σούρτα φέρτα και τα φλέρτ της με τους Ευρωπαίους, κάνοντας πιάτσα όμως, μας γέμισε με χρήματα, τι κι αν ήταν δανεικά και πρέπει τώρα, λες και κατάπιαμε ναρκωτικά, να μας τα βγάλουν με τεχνητό εμετό απ’ το στομάχι.. Καλά φάγαμε πάντως κι ας την φάγαμε και ας ξερνούμε τώρα βαλανίδια. Σαν καλά παιδιά λοιπόν δεν πρέπει να βγάζουμε γλώσσα στη μάννα μας, την μαντάμ Σου Σου, μα πρέπει να κάνουμε θυσίες για να μην την πετάξουν από την λέσχη του Ευρωπαϊκού κουμ καν και να μπορούμε να καμαρώνουμε και μεις, τα παιδιά της, που γίναμε ξαφνικά από τζάκι. Τι λοιπόν κι αν μας τέλειωσαν οι δουλειές και κινδυνεύουμε να μας πάρουν το σπίτι και να καταντήσουμε ζητιάνοι. Αριστοκράτες θάμαστε και πάλι αν καταφέρουμε να μείνουμε στο τραπέζι της πράσινης τσόχας και να ποντάρουμε με ευρώ στην πτώχευσή μας, όπως κάνουν πίσω από την πλάτη μας οι αρχηγοί μας και οι τραπεζίτες μας.
Μεγάλο πράγμα λοιπόν ν’ ανήκεις σε μια λέσχη και να παίζεις με τα φιλαράκια κάθε βράδυ μπαρμπούτι. Θυμάστε τους αριστοκράτες τους Άγγλους που είχαν όλοι τις πριβέ λέσχες τους και παίζανε στοιχήματα για τον γύρο του κόσμου σε ογδόντα μέρες; Ε, από τότε ξεκίνησε η παγκοσμιοποίηση και τώρα που μπήκαμε και μεις σε μια τέτοια λέσχη να γυρίσουμε και πάλι ξαφνικά πίσω;, στον μεσαίωνα της δραχμής; Ε, δεν το θέλει κι ο Θεός φίλοι μου, που γουστάρει τους φτωχούς και τους μεροκαματιάρηδες. Και μετά τι κι’ αν χρωστάμε.; Όλοι οι παίκτες χρωστάνε. Να δείτε τι χρωστάνε οι Γερμανοί, να σας φύγει το καφάσι. Έλα όμως που η λέσχη είναι δική τους και η ρουλέτα το ίδιο, που ξέρουν οι κατεργάρηδες πάντα που θα σταματήσει η μπίλια κι έτσι το παιχνίδι είναι στημένο.. Βέβαια από στημένα παιχνίδια ξέρουμε και μείς. Εδώ όμως είμαστε φιλοξενούμενοι και δεν μπορούμε να προσβάλλουμε τους οικοδεσπότες. Τώρα θα μου πούνε μερικοί, άσε ρε πατριώτη τα σάπια. Για ποια πατρίδα μας τσαμπουνάς; Αυτή που στα Ίμια, λυπούμενη δήθεν τά παλικάρια της, κατέβαζε τα παντελόνια της και άφηνε την σημαία της να την παίρνει ο αέρας, ἤ για εκείνη που έχει τα σύνορά της κλειδωμένα από την μια μεριά και ξεκλείδωτα από την άλλη και γέμισε η χώρα με κάθε λογής καρύδια και αγνώστου ταυτότητος υποκείμενα; Γι’ αυτήν την ξεφωνημένη μας λες να κάνουμε θυσίες; Και γω απαντώ, ναι φίλοι μου. Θυσίες όμως όχι σε αίμα, που ούτε και η ίδια θέλει κάτι τέτοιο, καθώς απεχθάνεται όπως ξέρετε τα αίματα, τις εθνικές σημαίες, τις στρατιωτικές παρελάσεις, μα και την ιστορία της ακόμη και αν μπορούσε θα άλλαζε και όνομα, αν δεν την είχανε βαφτίσει χωρίς να την ρωτήσουνε, μωρό όταν ήτανε ακόμη οι πτωχοί γονείς της, που παρά την χριστιανική τους πίστη και ευλάβεια της δώσανε αρχαίο Ελληνικό όνομα και την είπαν Ελλάδα. Κι΄ αυτό το όνομα της δημιούργησε πολλά προβλήματα, καθώς όλοι είχαν απαιτήσεις απ’ αυτήν, ενώ αυτή αντίθετα δεν είχε καμιά άλλη απαίτηση από τον εαυτό της και φιλοδοξία, παρά αυτήν, να μπεί μια μέρα δηλαδή, σαν επίσημο μέλος στην μεγάλη Ευρωπαϊκή λέσχη, εκεί που παλιά έπαιζε χαρτί ο Μέττερνιχ, ο Ταλεϋράνδος κι αργότερα ο Βίσμαρκ και ο Χίτλερ. Τώρα αν μου πεί πάλι κάποιος, σίγα το βύσσινο ρε πατριώτη της δεκάρας, θα του πω και γω, της δεκάρας ποτέ, μα του ευρώ, της μεγαλύτερης κατάκτησης του γένους μας που με αυτό ψήλωσαν όλοι οι Έλληνες, δέκα πόντους ο καθένας και γι αυτό λύσσαξαν οι Γερμανοί να μας κοντύνουν. Όσο όμως και να μας κοντύνουν, αν μείνουμε στο Ευρώ, πάλι ψηλοί θα ‘μαστε, οι πιο κοντοί βέβαια και ξεφτιλισμένοι από τους ψηλούς, μα κάλιο να’ σαι ο κοντύτερος των ψηλών, παρά ο ψηλότερος των κοντών.
Γι’ αυτό λοιπόν φίλοι χρεοσύντροφοι, βάλτε βαθειά το χέρι στην τσέπη, γιατί αν φύγουμε από το Ευρώ θα κοντύνουμε οριζόντια όλοι οι Έλληνες, πλούσιοι και πτωχοί, δεξιοί κι αριστεροί , γηγενείς και λαθρομετανάστες ταυτόχρονα. Κι’ όπως πληρώνετε για να σώσετε το αυθαίρετό σας και να το αναβαθμίσετε, πληρώστε για να κρατείστε ψηλά το επίπεδό σας και να ανήκετε στην μεγάλη οικογένεια της Ευρώπης, πτωχοί μεν, αλλά με πλούσιο νόμισμα, που όπως κι η λέξη προέρχεται από το ρήμα νομίζω, θα σας νομίζουν όλοι πλούσιο. Θυμάμαι μία ταινία όπου ο ήρωας γυρνούσε με ένα χαρτονόμισμα του ενός εκατομμυρίου λιρών, που δεν του το χαλούσε κανείς και έτσι δεν ξοδεύονταν ποτέ. Έτσι λοιπόν και σεις θα έχετε τον πλούσιο αέρα του ευρώ να φυσάει ούρεια στις συναλλαγές σας και την υπόληψή σας, αν κάνετε τις θυσίες που σας ζητούν τώρα οι οικονομικοί σας σωτήρες, χωρίς τσιγκουνιές και βαρυγκώμιες. Εδώ έρανο για τους πνιγμένους της Ταϋλάνδης κάναμε, τώρα για την καϋμένη την πατρίδα δεν θα δώσουμε να την σώσουμε; Τι σημασία έχει ποιος έφαγε πιο πολύ και πιο πολλά στο παρελθόν, σημασία έχει τι θα γλύψουμε όλοι μαζί στο μέλλον. Κι’ όσοι πάλι γκρινιάζουν που ΄μείναν άνεργοι από την αγάπη της πατρίδας μας για τους ξένους, ας καταλάβουν πως δι’ αυτών κρατούσε η πατρίδα μας τόσο καιρό χαμηλά τον τιμάριθμο, για να’ χουν να τρώνε φθηνότερα, όσοι βέβαια έχουν ακόμη λεφτά να φάνε.
Συντεταγμένοι λοιπόν και κουρεμένοι θα παρελάσουμε μπροστά απ’ τους Γερμανούς, με τις σημαίες μεσίστιες μεν, αλλά εν πάση περιπτώσει στα χέρια μας , χωρίς να τις εγκαταλείψουμε όπως στον συνωστισμό της Σμύρνης. Αφού λοιπόν ξεδιαλεχτούν οι εργαζόμενοι και ξεχωρίσουν στους μάχιμους της πρώτης γραμμής και τους εφέδρους αναπληρωματικούς του πάγκου, θα γίνει η παρέλαση των αναπήρων και ως από θαύμα, που μόνο οι Γερμανοί ξέρουν από οικονομικά και εργασιακά θαύματα, θα κάνουν τους μισούς απ’ αυτούς να βρούνε την υγειά τους.
Έτσι λοιπόν πολλοί τυφλοί θα δούνε και χωλοί θα ξεχολωθούνε κι’ οι ψυχοπαθείς θα κόψουν το τσιγάρο κι’ οι καρδιοπαθείς θα στίψουν το σίδερο και οι παράλυτοι σαν τον ανάπηρο του Χριστού, θα άρουν τον κρέβατό τους. Η συνειδητοποίηση πως ο νόμος του ισχυροτέρου που κυβερνά τον κόσμο κυβερνά επιτέλους την ψωροκώσταινα θα τους κάνει όλους να βγάλουν φτερά και την οικονομία να πετάξει στα σύννεφα.
Θέλει λοιπόν φίλοι μου και ο άγιος την φοβέρα του και ποτέ δεν ξέρεις αν κάποιος είναι πραγματικά ανάπηρος αν δεν τον πυροβολήσεις στα πόδια. Με τους Γερμανούς λοιπόν δια πυρός και σιδήρου θα βρουν όλοι την υγεία τους, ακόμη και οι ανάπηροι και η οικονομία μας συνολικά και ο κάθε κατεργάρης θα πάει στον πάγκο του ἤ στον πάγκο των κατεργάρηδων που δουλεύουν για την νέα πατρίδα.
Τελευταίες απ’ όλους θα παρελάσουν οι ένοπλες αντιπαραγωγικές δυνάμεις του έθνους, οι ένστολοι χαραμοφάηδες της ξεπερασμένης από την παγκοσμιοποίηση εθνικής ιδέας και της ξεπερασμένης από το ευρώ εθνικής κυριαρχίας. Κι’ αυτούς θα βρουν τρόπο οι Γερμανοί να τους μάθουν τι εστί μπατηρημένη πατρίς και σε ποιους πρέπει να δείχνουν σεβασμό, τώρα που αυτή νικήθηκε στην ειρήνη αντί στον πόλεμο. Και αν παλιά είχαν ντροπιάσει οι πρόγονοί τους στο Ρούπελ τους Γερμανούς, τώρα οι Γερμαναράδες με μια μαντάμ και έναν παράλυτο για αρχηγούς, χωρίς καν εκείνη την παλιά γεννιά των αρείων που τους έβλεπες και σου ΄φευγαν τα αέρια, θα φάνε κρύα την εκδίκηση, καθώς ενσωματωμένοι πια σαν μνημόνιο στο σύνταγμα της ξεπουλημένης μας δημοκρατίας, θα τους έχουν στα πόδια τους, παρατεταγμένους, με τους βουλευτές τους μπροστά, τον αμερικανόψυχο πρωθυπουργό τους και τον γερμανοτραφή πρόεδρό τους να τους προσφέρουν γη και ύδωρ, κάθε τρεις μήνες, με κάθε νέα δόση του δανείου που σαν σε κινέζικο βασανιστήριο θα τους δίνουν, σταγόνα σταγόνα, τα επόμενα σαράντα χρόνια.
Από κει λοιπόν πολεμιστάδες μου, που ούτε στην Κύπρο δεν σας αφήνανε οι πολιτικοί σας να πάτε, γιατί ήταν δήθεν μακριά και σας είχανε μη στάξει και μη βρέξει, μην και λερωθείτε στις λάσπες, μόνο για παρελάσεις, θα σας κάνουνε πολεμικό τουρισμό σ’ όλο τον κόσμο, στο Αφγανιστάν κι’ όπου αλλού αποφασίσει αύριο η αυτοκρατορία του κεφαλαίου.
Μεγάλη πατρίδα θέλατε, φάτε την λοιπόν και σεις που για 800 ευρώ θα πολεμάτε του λοιπού όπου τους καπνίσει, αυτών των κυρίων με τα μεγάλα πούρα, μα τα φέρετρα βέβαια θα ‘ναι δικά τους, γιατί από αυτά έχουνε ετοιμάσει εκατομμύρια για να θάψουνε τον κόσμο ολόκληρο. Και μην κλαίγεστε και σεις για τα χρέη τους απ’ τον παλιό πόλεμο, γιατί κάθε νέος πόλεμος σβήνει τα χρέη του προηγούμενου και σεις είστε πια νικημένοι μόλις τώρα, σε καιρό ειρήνης, όχι απ’ τα κανόνια τους, μα από τα δάνεια και τα πανωτόκιά που αυτά μας φόρτωσαν, όπως μ’ αυτά λίγο νωρίτερα είχαν καταστρέψει την βιομηχανία μας και την κοινωνία μας, οι ίδιοι, οι δικοί μας τραπεζίτες, που τους κινεί κι’ αυτούς, όπως και τους Γερμανούς, το ίδιο άγιο πνεύμα των αγορών και του μέγιστου δυνατού κέρδους. Και μας είχαν πείσει να περιμένουμε την ανάπτυξη από τον ουρανό και όχι από το κράτος μας, που κατ΄ αυτούς δεν πρέπει να ‘ναι άλλο δικό μας, μα των αγορών, δηλαδή του κανενός κι’ ούτε να σχεδιάζει άλλο και να προνοεί για τον λαό του, καθώς αυτό είναι δουλειά των ανεξάρτητων καλών Σαμαρειτών και καλοθελητών επενδυτών της θείας κεφαλαιοκρατικής πρόνοιας. Και σεις όπως κι’ όλος ο λαός, καθόσασταν και βλέπατε ψύχραιμοι την αποβιομηχάνιση εδώ και χρόνια της χώρας μας και δεν συνειδητοποιούσατε πως μια μέρα θα μας στέλναν σπίτι τον λογαριασμό. Και τι νόημα έχουν πλέον οι εθνικές αποζημιώσεις, όταν σήμερα οι εθνικές ταυτότητες ξεθωριάζουν και τα εθνικά κράτη είναι υπό κατάργηση; Κι’ αν δεν μας πληρώσανε ως τώρα, τώρα περιμένουμε να μας πληρώσουνε, που καταργείτε το κράτος μας; Γιατί, για να θρέψουνε τους λαθρομετανάστες μας; Κι’ επειδή πάλι βαφτίστηκε το χρέος μας εθνικό, το πιστέψατε, πως τέτοιο είναι; Την δραχμή δανείζανε βλάκες αυτοί που μας δανείζανε ἤ το ευρώ; Γι’ αυτό δεν μας θέλουν εξ’ άλλου στο ευρώ, για να τους ξεπληρώσουμε με το χώμα της πατρίδας μας, που μας την κλέβουν με τα πανωτόκια; Αϊντε χαϊβάνια, πάρτε το χαμπάρι πως δεν χρωστάνε οι Έλληνες στις αγορές, μα οι φτωχοί στους πλούσιους, οι εργάτες στους εργοδότες, οι άνεργοι στους βολεμένους και οι μύγες στους μυγοχάφτες.
Άντε λοιπόν κορόϊδα, φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι. Κι’ όταν μας λέγαν, «λεφτά υπάρχουν» τα λεφτά μας εννοούσαν που θα γίνονταν σε λίγο καιρό δικά τους. Κι’ αν μας κουβαλήσαν τους Γερμανούς για μπαμπούλα κι’ αυτό στημένο κόλπο ήταν, καθώς κι’ αυτοί σκυλιά των αφεντάδων είναι, μια που καλύτερους δεσμοφύλακες των λαών δεν θα ‘ βρισκαν και να ΄θελαν. Μόνο που αφεντάδες εθνικοί στην δημοκρατία των πλουσίων δεν θα υπάρχουν χαϊβάνια κι’ αυτό το ΄ξέρουν καλύτερα απ’ όλους οι δικοί μας πράσινοι γκάουλάϊτερ που μας πουλάνε φούμαρα για πατρίδα και πράσινα άλογα και φύκια για μεταξωτές κορδέλλες. Γι’ αυτό και ο φύρερ των οικονομικών μας, λέει, ευλογημένη η τρόϊκα που μας έδωσε την ευκαιρία να βάλουμε επιτέλους τάξη στο σπίτι μας. Αυτή λοιπόν ας είναι η ικανοποίησή μας, πως το 4ο Ράϊχ δηλαδή, θα ‘χει ως ισότιμα μέλη του τους πιο άξιους απ’ τους πλουσιοτσολιάδες μας. Ζήτω λοιπόν η συντεταγμένη χρεωκοπία που θα’ ρθει ως επιστέγασμα της συντεταγμένης λεηλασίας, αποβιομηχάνισης και κατασπατάλησης του εθνικού κεφαλαίου, των ασφαλιστικών ταμείων και του υπόγειου εδαφικού πλούτου της χώρας μας. Καληνύχτα Έλληνες κι ο τελευταίος τη τάξει ας κλείσει με τάξη, φεύγοντας, την πόρτα.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις