Χένρυ Κίσινγκερ, αλλά και στα γραπτά των στρατιωτικών ιστορικών όπως ο Τζούλιαν Κορμπέ, καθώς και στα σύγχρονα Αμυντικά Δόγματα και τις Πολεμικές Επιχειρήσεις.
Οι σημερινοί μας ηγέτες που αναμειγνύονται στη χάραξη της εθνικής στρατηγικής και ασφάλειας είναι υποχρεωμένοι να αποκτήσουν ιδιαίτερη εξοικείωση με τις έννοιες αυτού του κορυφαίου των στρατιωτικών φιλοσόφων όπως «κορυφαίο σημείο του πολέμου και κέντρο βάρους του εχθρού».
Δεν θα πρωτοτυπήσουμε στην Ελλάδα ούτε θα είναι η πρώτη φορά που ακούγεται ο Κλαούζεβιτς και το μνημειώδες έργο του περί πολέμου. Πράγματι, σε πόλεμους που έχουν προηγηθεί ήταν η Βίβλος, θα λέγαμε, από πολλούς μεγάλους στρατιωτικούς ηγέτες, όπως ο Στρατάρχης Χέλμουθ Βόν Μόλτκε, ο οποίος απέδιδε υψίστη σημασία για την καθοδήγηση του στις νίκες κατά τους πολέμους της γερμανικής ενοποίησης (1864, 1866, 1870-71). Επίσης και άλλοι στρατιωτικοί στοχαστές φαίνεται να προσελκύονται: ο Τζωρτζ Πάττον και ειδικά ο Ντουάϊτ Αϊζενχάουερ ενδιαφερόντουσαν με ζέση, όπως οι ίδιοι ανέφεραν.
Ο Κλαούζεβιτς αναφέρει ότι ο σκοπός μιας σύγκρουσης είναι, σύμφωνα με την έννοια του, η επιβολή της θέλησής μας στον αντίπαλο. Αυτό είναι η θεμελιώδης ιδέα από την οποία ξεκινάμε πάντα όταν προσπαθούμε να εξηγήσουμε ακόμη και τον κοινωνικό χαρακτήρα του οποιουδήποτε πολέμου. Σήμερα στην πατρίδα μας βρισκόμαστε σε έναν ιδιότυπο πόλεμο με οικονομικά χαρακτηριστικά που γίνεται προσπάθεια να κατακερματιστεί η κοινωνική συνοχή των ελλήνων. Γίνεται προσπάθεια να στραφούν οι διάφορες πολιτικοοικονομικές ομάδες η μία εναντίον της άλλης. Ο αντίπαλος δυστυχώς είναι δυσδιάκριτος και γι’ αυτό το λόγο αυτή η σύγκρουση είναι και δυσκολότερη. Για να αποτραπεί μια οδυνηρή ήττα απαιτείται συνδυασμός χαρισματικής ηγεσίας, κατάλληλης τακτικής, πατριωτισμός, αλλά κυρίως αυτό που είναι γνωστό ως ηθικό ή θέληση, που είναι τα βασικά συστατικά, με τα οποία θα αντιμετωπίσει ο λαός τον αντίπαλο, όσο ισχυρός και δόλιος είναι.
Αυτός ο “αόρατος αντίπαλος” γνωρίζει πολύ καλά την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα. Γνωρίζει την ευαισθησία του ελληνικού λαού σε πράξεις εκτροπής του συντάγματος, σε πραξικοπήματα και στρατιωτικές χούντες. Έτσι επειδή ούτε οι αριθμοί, ούτε η δύναμη θα φέρουν το ποθητό αποτέλεσμα, αλλά όποιος πορευθεί δυνατότερος στη ψυχή, αυτή την κρίσιμη στιγμή όπου βρισκόμαστε στο κορυφαίο σημείο της επίθεσης, ο επιτιθέμενος επιδιώκει τα πλεονεκτήματα που θα τον διατηρήσουν σε θέση υπεροχής. Έτσι με ευφάνταστα σενάρια περί στρατιωτικού πραξικοπήματος προσπαθούν να κάμψουν το ηθικό του λαού ώστε να καταφέρουν τον σκοπό τους.
Από την άλλη πλευρά το κέντρο βάρους της κοινωνίας, η θέληση για συνέχιση του αγώνα, είναι το κέντρο όλης της δύναμης από την οποία εξαρτώνται τα πάντα. Το μικρό εξαρτάται πάντα από το μεγάλο, το δευτερεύον από το σημαντικό και το συμπτωματικό από το ουσιώδες. Είναι χαρακτηριστικό διότι, είναι η ικανότητα από την οποία αντλούνται δυνάμεις ώστε να υπάρχει ελευθερία δράσης ή θέληση για τη συνέχιση του αγώνα. Ενώ ο ορισμός του κέντρου βάρους είναι αρκετά σαφής, η διάκριση του είναι δύσκολη υπόθεση. Όμως σε μια εθνική εξέγερση, το κέντρο βάρους διαμορφώνεται από το πρόσωπο του κύριου ηγέτη και από την κοινή γνώμη. Για αυτό τον λόγο ο αντίπαλος θα κατευθύνει το πλήγμα του εναντίον αυτών. Το πλήγμα θα επαναληφθεί με επιμονή προς την ίδια κατεύθυνση. Αυτός είναι και ο λόγος που αυτές οι “σκοτεινές δυνάμεις” επανέφεραν το αναπόδεικτο και αποκηρυγμένο από τους κυρίους συντελεστές των αποστρατειών του 2011, τάχα αποτραπέν στρατιωτικό πραξικόπημα.
Είναι ξεκάθαρες οι προθέσεις τους, αποκαλύφθηκαν πλέον ότι κτυπούν το κέντρο βάρους της ελληνικής κοινωνίας με μεθόδους προπαγάνδας για να επηρεάσουν την κοινωνική συνοχή, που αφού την κατακερματίσουν επενδύουν στον φόβο του ελληνικού λαού, που σκοπό έχουν να τον μετατρέψουν σε άβουλα πλάσματα ώστε να τον ελέγχουνε. H αποδοχή του Κλαούζεβιτς και κατά τη σημερινή “οικονομική και κοινωνική κρίση” δεν είναι δύσκολο να ερμηνευθεί, αφού μεταξύ των σημαντικών στρατιωτικών θεωρητικών μόνο ο Κλαούζεβιτς τοποθετείται για το μέγα δίλημμα που αντιμετωπίζουμε αυτή την περίοδο. Είναι σαφές ότι γίνεται ένας “πολιτικοοικονομικός πόλεμος”, όπου οι κοινωνικές συνιστώσες της κύριας προσπάθειας έπρεπε να είναι ταυτισμένες.
Ο ρόλος του ηγέτη σε αυτό το κορυφαίο σημείο της επίθεσης, είναι να μετατρέψει τους ανθρώπους της κοινωνίας που ηγείται σε ενιαία ομάδα με σκοπό να αντιμετωπίσει με γενναιότητα τις εχθρικές επιθέσεις όσο σκληρές και αν είναι, να υπομείνει τις αναγκαστικές δοκιμασίες και να αποτρέψει την απογοήτευση. Αυτή είναι μεταφορικά και η κεντρική ουσία της κοινωνικής συνοχής. Διαφορετικοί άνθρωποι με ανόμοια κοινωνικοοικονομικά υπόβαθρα με ποικίλο μορφωτικό επίπεδο, αναμένεται να συστήσουν όχι μια συλλογή ατόμων, αλλά μια ομάδα μέσα στην οποία ο καθένας αγωνίζεται για την επιβίωση του συνόλου της κοινωνίας. Το σύνολο της κοινωνίας που λαμβάνει μέρος σε αυτή τη διαμάχη διαμορφώνει τον κοινωνικό χαρακτήρα αυτού του πολέμου, αφού κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί σε ένα έθνος το δικαίωμα να αγωνιστεί με όλες τις δυνάμεις του για το συμφέρον του. Για να επιτευχθεί όμως η συνοχή απαιτείται άμεσα η διεξαγωγή έρευνας από την ανεξάρτητη δικαιοσύνη για το αμαρτωλό παρελθόν και απόδοση ευθυνών στους υπαιτίους και όχι “οπερέτες” με χαμένες λίστες.
Από την πλευρά των πολιτών, μου έχει γίνει πεποίθηση πλέον ότι πρέπει να παραμείνουμε σε εγρήγορση απέναντι στον τεράστιο κίνδυνο του κατακερματισμού της κοινωνικής συνοχής μας ή “ενός νέου Εθνικού Διχασμού ο οποίος μπορεί να υπερβεί σε αγριότητα και πολυπλοκότητα τους αντίστοιχους του 1915 και 1945”, όπως πολύ ξεκάθαρα αναφέρει ο ακαδημαϊκός καθηγητής κ. Βασίλειος Μαρκεζίνης. “Όσο μεγαλύτερα και πιο ισχυρά είναι τα κίνητρα για σύγκρουση, τόσο πιο μεγάλη συνοχή πρέπει να παρουσιάζουν οι κοινωνικοί σκοποί και το ηθικό για αντιμετώπιση θα είναι υψηλό. Από την άλλη πλευρά, εξασθενούν τα κίνητρα, όσο λιγότερο η κοινωνική συνοχή συμπίπτει με τις πολιτικές αποφάσεις. Ως αποτέλεσμα αυτού, η σύγκρουση θα εκτρέπεται ακόμη περισσότερο από τη φυσική της πορεία και θα μεγαλώνει η διαφορά μεταξύ του πολιτικού σκοπού και του ιδανικού πολέμου με αποτέλεσμα η κοινωνία να γίνεται όλο και πιο ευάλωτη.”
“Εάν η πολιτική είναι ορθή, εάν δηλαδή επιτυγχάνει τον σκοπό της, τότε θα επηρεάσει ευμενώς την εξέλιξη της σύγκρουσης. Όπου η επίδραση αυτή της πολιτικής προκαλεί εκτροπή από τον σκοπό, τότε πηγή του κακού αποτελεί η κακή πολιτική.”
*Αρχιπλοίαρχος (ε.α.) Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς ΠΝ
Διευθυντής του Strategy International (http://www.strategyinternational.org http://www.analystsforchange.org/
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις