ριζώσει στη Βόρεια Αμερική (είχε προηγηθεί μια απόπειρα που απέτυχε το 1585) ξεκίνησε το 1607. Μια πεντακοσαριά περίπου Αγγλοι, με τρία πλοία, διέσχισαν τον Ατλαντικό και, αφού έφθασαν στον κόλπο Τσέζαπικ, στην Βιρτζίνια, ανέπλευσαν τον ποταμό, που τον ονόμασαν επί τόπου «ποταμό του Iακώβου» προς τιμήν του τότε βασιλέα της Αγγλίας και, σε απόσταση κάπου σαράντα πέντε χιλιομέτρων από την ακτή του ωκεανού, ίδρυσαν στις 14 Μαΐου 1607 την πόλη Τζέιμσταουν. (Αναμενόμενο, προφανώς, ότι ο βασιλεύς είχε και πάλι την τιμητική του...).
>>> Μην με παρεξηγήσετε >>> αλλά ο τρόπος παρουσίασης από τα ΜΜΕ >>> του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεών του >>> θυμίζει τηλεοπτική εκπομπή, με τοποθέτηση προϊόντος >>> και το προϊόν είναι το αμερικανικό LNG >>> το "καλό", το ακριβό, το αμερικάνικο LNG....
__________________________________________________________________________________________________
__________________________________________________________________________________________________
Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2013
Μάθημα Ιστορίας
Του
Στέφανου Κασιμάτη
Αυτό που
λέει ο τίτλος σκοπεύω να κάνω σήμερα - και μάλιστα μάθημα ελληνικής Ιστορίας:
της άγνωστης ελληνικής Ιστορίας! Προσοχή, όμως: ελληνικής με την ευρεία, την
οικουμενική έννοια του όρου, όπως θα φανεί από την εξέλιξη της αφήγησης. Εστω
και αν, εκ πρώτης όψεως, η ιστορία που θα σας πω παρακάτω δεν φαίνεται να
αφορά τους Ελληνες.
Η πρώτη
αποικία λευκών που κατάφερε να
ριζώσει στη Βόρεια Αμερική (είχε προηγηθεί μια απόπειρα που απέτυχε το 1585) ξεκίνησε το 1607. Μια πεντακοσαριά περίπου Αγγλοι, με τρία πλοία, διέσχισαν τον Ατλαντικό και, αφού έφθασαν στον κόλπο Τσέζαπικ, στην Βιρτζίνια, ανέπλευσαν τον ποταμό, που τον ονόμασαν επί τόπου «ποταμό του Iακώβου» προς τιμήν του τότε βασιλέα της Αγγλίας και, σε απόσταση κάπου σαράντα πέντε χιλιομέτρων από την ακτή του ωκεανού, ίδρυσαν στις 14 Μαΐου 1607 την πόλη Τζέιμσταουν. (Αναμενόμενο, προφανώς, ότι ο βασιλεύς είχε και πάλι την τιμητική του...).
ριζώσει στη Βόρεια Αμερική (είχε προηγηθεί μια απόπειρα που απέτυχε το 1585) ξεκίνησε το 1607. Μια πεντακοσαριά περίπου Αγγλοι, με τρία πλοία, διέσχισαν τον Ατλαντικό και, αφού έφθασαν στον κόλπο Τσέζαπικ, στην Βιρτζίνια, ανέπλευσαν τον ποταμό, που τον ονόμασαν επί τόπου «ποταμό του Iακώβου» προς τιμήν του τότε βασιλέα της Αγγλίας και, σε απόσταση κάπου σαράντα πέντε χιλιομέτρων από την ακτή του ωκεανού, ίδρυσαν στις 14 Μαΐου 1607 την πόλη Τζέιμσταουν. (Αναμενόμενο, προφανώς, ότι ο βασιλεύς είχε και πάλι την τιμητική του...).
Επρόκειτο
για έναν οικισμό από καλύβες, περιτριγυρισμένο από έλη στα οποία αφθονούσαν
τα κουνούπια και τον τόπο μάστιζε η ελονοσία. Οι πρώτοι έποικοι ούτε
μπορούσαν να φανταστούν τι τους περίμενε. Δεν ήσαν προετοιμασμένοι να
αντιμετωπίσουν το πρόβλημα του επισιτισμού, που επρόκειτο να αποδειχθεί το
δεινότερο όλων. Οι πιο πολλοί ήσαν τεχνίτες ειδικευμένοι στην επεξεργασία
πολυτίμων μετάλλων και άλλες συναφείς τέχνες, καθώς η Εταιρεία της Βιρτζίνια,
στην οποία ανήκε η αποικία, περίμενε ότι, όπως είχε συμβεί και πριν από εκατό
χρόνια με τους Ισπανούς στη Νότιο Αμερική, έτσι και αυτοί θα έπεφταν επάνω σε
ένα Ελ Ντοράντο.
Ακόμη
χειρότερα γι’ αυτούς, ο τόπος που εγκαταστάθηκαν ανήκε στο βασίλειο της φυλής
των Παουχάταν, υπό τον βασιλέα Ουαχανσάνακοκ, η πρωτεύουσα των οποίων (αν
μπορούμε να την πούμε έτσι...) απείχε μόλις 20 χιλιόμετρα από την
Τζέιμσταουν. Οι Παουχάταν δεν συμπαθούσαν ιδιαιτέρως τους παρείσακτους
λευκούς, ενώ οι λευκοί, όπως έμελλε σύντομα να αποδειχθεί, έπρεπε να
βασισθούν στους Ινδιάνους για την επιβίωσή τους: απολύτως. Η ιστορία της
Τζέιμσταουν, ώσπου να καταφέρει τελικά να στεριώσει κάπου δέκα χρόνια
αργότερα, περιλαμβάνει δραματικές διακυμάνσεις και φάσεις πραγματικά
τραγικές, όπως λ.χ. ο κανιβαλισμός στον οποίο κατέφυγαν οι έποικοι τον τρομερό
χειμώνα του 1610, όταν από τους πεντακόσιους είχαν απομείνει μόνον εξήντα
ένας.
Ολα αυτά
όμως, όσο συναρπαστικά και αν είναι, θα τα παραλείψω, γιατί με απομακρύνουν
από τον σκοπό μου, που είναι η αποκάλυψη του άγνωστου ρόλου (δηλαδή, γνωστού
μόνον στους μυημένους...) που είχε ο Ελληνισμός σε μια ιστορία φαινομενικώς
αμερικάνικη. Προηγουμένως, ωστόσο, πρέπει να τονίσω τη σημασία που είχε η
Τζέιμσταουν στην ιστορία του αμερικανικού έθνους και, για να το κάνω αυτό,
αρκεί να πω ότι οι απαρχές της αμερικανικής δημοκρατίας ανιχνεύονται στη
δημιουργία της Γενικής Συνέλευσης (General Assembly) της Βιρτζίνια, η οποία
συνήλθε πρώτη φορά στην Τζέιμσταουν, το 1619.
Ο άνθρωπος
που έσωσε την Τζέιμσταουν ήταν ο λοχαγός Τζον Σμιθ. Ο Σμιθ ήταν μία μορφή από
εκείνες που οι Αμερικανοί φίλοι μας θα χαρακτήριζαν «larger than life».
Περιγράφεται ως επιβλητικός στην όψη, με ωραίο, ηλιοκαμένο πρόσωπο, που το
στόλιζε ένα μυτερό μαύρο γένι και (προσοχή, παρακαλώ, στο σημείο αυτό)
αρκετοί ιστορικοί επισημαίνουν ότι συγκέντρωνε τον φθόνο ουκ ολίγων εποίκων,
όχι μόνον για την προσωπικότητά του, αλλά (επίσης σημαντικό) και για την
ανεξαρτησία του πνεύματός του. Είχε πολεμήσει στην Ουγγαρία ως μισθοφόρος των
Αυστριακών τους Οθωμανούς (και εδώ προσοχή, παρακαλώ). Είχε αιχμαλωτισθεί, πουλήθηκε
ως σκλάβος στη Ρουμανία, αλλά δραπέτευσε και κατάφερε να επιστρέψει στην
Αγγλία.
Σε αυτόν
οφείλει η αποικία την επιβίωσή της, διότι, ως μέλος του συμβουλίου της, ήταν
ο πρώτος που κατάλαβε ότι το ισπανικό μοντέλο εποικισμού ήταν αδύνατον να
πιάσει στη Βόρειο Αμερική. Αυτός αναδιοργάνωσε τη λειτουργία της αποικίας,
επιβάλλοντας την αρχή ότι «όποιος δεν δουλεύει δεν τρώει» και, έτσι,
εξασφάλισε την επιβίωση των εποίκων τον δεύτερο χειμώνα της εγκατάστασής
τους. Αυτός εισηγήθηκε στην Εταιρεία της Βιρτζίνια να στείλει στην αποικία
ανθρώπους με τις κατάλληλες δεξιότητες: αγρότες, κτηνοτρόφους, μαραγκούς κ.α.
- και εισακούσθηκε. Τέλος, αυτός, πρώτος επιδίωξε συστηματικά τις καλές
σχέσεις με τους αυτόχθονες, έστω κι αν δεν μπόρεσε να πείσει την Εταιρεία για
την αναγκαιότητα της πολιτικής του.
Ολα τα
παραπάνω, νομίζω, μας κάνουν να αναγνωρίζουμε στον Τζον Σμιθ δύο ιδιότητες:
έξυπνος (εμφανώς εξυπνότερος των άλλων - για να σας βάζω σιγά σιγά στο
πνεύμα...) και γενναίος. Ηταν όμως και κάτι ακόμη, εξίσου βασικό: ήταν και
εραστής! Οταν προσέγγισε για πρώτη φορά τους Παουχάταν για να βρει τρόφιμα,
αιχμαλωτίσθηκε από τον νεότερο αδελφό του βασιλιά τους και γλίτωσε από
μαρτυρικό θάνατο, χάρη στην όμορφη κόρη του βασιλιά, την περίφημη Ποκαχόντας,
η οποία τον ηράσθη. (Εντάξει, η μικρά ήταν μόλις δεκατριών ετών, αλλά μιλούμε
για τελείως διαφορετικά ήθη...)
Οπερ έδει
δείξαι. Για μένα, το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστα: ο Τζον Σμιθ ήταν Ελληνας.
Με τέτοια εντυπωσιακή υπεροχή έναντι των άλλων, δεν θα μπορούσε να είναι κάτι
διαφορετικό, έστω και αν ο ίδιος δεν το ήξερε. Μας αρκεί ότι το γνωρίζουμε
εμείς, οι Ελληνες, που έχουμε την τάση να κατανοούμε τον κόσμο ως κάτι το
οποίο περιστρέφεται πέριξ ημών, του εξυπνότερου λαού του κόσμου, που όλοι οι
άλλοι τον φθονούν.
Για όσους,
δε, τώρα καγχάζετε υποτιμητικά, ίσως επειδή ορισμένοι νομίζετε ότι
αστειεύομαι (δεν αποδίδω, βλέπετε, κακή προαίρεση σε όλους τους αμφισβητίες
της υπεροχής του Ελληνισμού - είναι και θέμα ελλιπούς γνώσης), επικαλούμαι το
πρωθυπουργικό κύρος του Αντώνη Σαμαρά, από μία δήλωσή του, κατά τι κρυπτική,
την οποία μολονότι τα ομογενειακά ΜΜΕ στις ΗΠΑ προέβαλαν αρκούντως, εδώ
αποσιωπήθηκε. (Να οφείλεται μήπως σε παρέμβαση της τρόικας, κατά παραγγελίαν
των Νεφελομασονοεβραιοσιωνιστών; Δεν ξέρω. Κι αν κάτι υποψιάζομαι, δεν τολμώ
να το πω...) Μιλώντας, λοιπόν, στο εκκλησίασμα του Ιερού Ναού του Αγίου
Νικολάου στο Κουίνς της Νέας Υόρκης, ο Αντώνης Σαμαράς είπε: «Μια χούφτα
χριστιανοί χθες, γίνατε σήμερα μια υπερήφανη, δυνατή, μεγάλη κοινότητα, μια
ξεδιπλωμένη σημαία ελληνική στην καρδιά του Κουίνς». Εστω και αν η Νέα Υόρκη
απέχει δεν ξέρω πόσες εκατοντάδες χιλιόμετρα από την Τζέιμσταουν, οφείλουμε
να αναρωτηθούμε τι εννοούσε ο πρωθυπουργός.
Μα,
παιδάκια είμαστε τώρα; Ολοι καταλαβαίνουμε ότι ο άνθρωπος (ας είναι καλά)
επισκέφθηκε τις Ηνωμένες Πολιτείες με σκοπό να ενισχύσει τις σχέσεις με τη
φίλη και σύμμαχο - και μάλιστα το έπραξε σε συγκυρία κρίσιμη για τις
εσωτερικές εξελίξεις, γεγονός το οποίο δείχνει την προτεραιότητα που αποδίδει
στην σύσφιγξη των ελληνοαμερικανικών σχέσεων. Κορόιδο θα ήταν να καρφωθεί και
να τους τρίψει στη μούρη την ιστορική αλήθεια για να τους ερεθίσει; Οχι,
βέβαια! Μίλησε, λοιπόν, για μια «χούφτα χριστιανούς» (πάλι καλά που δεν είπε
«φούχτα» να το κάνει ακόμη πιο μπακαλιαρίστικο...), προφανώς υπονοώντας εξ
αντιδιαστολής ότι όλοι οι άλλοι ήσαν πιστοί του μεγάλου Μανιτού! Εξάλλου,
αγαπητοί μου, και ο Χριστός Ελληνας δεν ήταν; Αλλά αυτό το σκέφθηκα πολύ αργά
και τώρα δεν περισσεύει χώρος για να το πλέξω στην ανάλυση...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις