Ηταν εδώ και καιρό ορατό διά γυμνού οφθαλμού πως το προηγούμενο κυβερνητικό σχήμα είχε βαλτώσει, πολιτικά απαξιωθεί και κοινωνικά απομονωθεί. Από τη μια πλευρά, δεχόταν τη συνεχή και κλιμακούμενη πίεση των «Αγανακτισμένων», η οποία ενεργοποίησε και τις αντιδράσεις στο εσωτερικό της «πράσινης» Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Από την άλλη, δεχόταν βολές από το «κόμμα του Μνημονίου», το οποίο κατηγορούσε τον πρωθυπουργό για μεταρρυθμιστική ολιγωρία και ανικανότητα.
Ο αποκλεισμός της Βουλής την περασμένη Τετάρτη, τα ρήγματα στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία και οι ασφυκτικές πιέσεις της τρόικας υποχρέωσαν τον Παπανδρέου να φέρει στο τραπέζι πρόταση για σχηματισμό κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Ηταν μία έμμεση πλην σαφής ομολογία της αδυναμίας του να χειρισθεί την κρίση. Ομολογία που προσέλαβε και συγκεκριμένο χαρακτήρα, όταν
αποδέχθηκε να παραδώσει την πρωθυπουργία σε πρόσωπο κοινής αποδοχής.
Η υπαναχώρηση του Παπανδρέου ήταν ένα πολιτικό αυτογκόλ, που κατέστησε τον ανασχηματισμό μονόδρομο. Η αρχική σκέψη να δώσει κρίσιμα χαρτοφυλάκια σε τεχνοκράτες ναυάγησε για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή εισέπραξε αρνητικές απαντήσεις. Δεύτερον και σημαντικότερο, επειδή η αναταραχή στην Κοινοβουλευτική Ομάδα και ο φόβος μιας ανεξέλεγκτης εσωκομματικής δυναμικής υποχρέωσαν τον πρωθυπουργό να διαπραγματευθεί σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τους προεστούς του κόμματός του.
Το αποτέλεσμα αποτυπώθηκε στο νέο σχήμα, που είναι περισσότερο κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και λιγότερο κυβέρνηση «αυλικών». Ο Παπανδρέου υποχρεώθηκε να παραδώσει τον κρίσιμο τομέα της οικονομίας στα χέρια του Βενιζέλου, αναγορεύοντάς τον ουσιαστικά σε αναμφισβήτητο Νο 2. Επίσης, υποχρεώθηκε να συγκροτήσει ως συντονιστικό όργανο Κυβερνητική Επιτροπή, η σύνθεση της οποίας διαμορφώθηκε με βάση όχι τη σημασία των υπουργείων, αλλά το ειδικό πολιτικό βάρος των υπουργών. Στην πραγματικότητα, για να μοιραστεί το κόστος, ο πρωθυπουργός αναγκάστηκε να μοιραστεί την εξουσία του.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν ο ανασχηματισμός μπορεί να αντιστρέψει το κλίμα και να αμβλύνει την οξεία κρίση πολιτικής απονομιμοποίησης και αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός ελπίζει ότι η κυβέρνησή του θα αναβαπτισθεί και θα αποκτήσει νέα δυναμική. Η ελπίδα του μάλλον θα διαψευσθεί. Είναι αλήθεια ότι ο ανασχηματισμός αναπτερώνει το καταρρακωμένο ηθικό των «πρασίνων», εξασφαλίζει την υπερψήφιση του Μεσοπρόθεσμου και προσφέρει πολιτικό χρόνο στον πρωθυπουργό και στους υπουργούς του. Δεν αλλάζει, όμως, κανέναν από τους παράγοντες που δημιουργούν το οικονομικό, κοινωνικό και κατ’ επέκταση και πολιτικό αδιέξοδο.
Πριν από την κρίση, τέτοιου είδους διευθετήσεις στα ηγετικά κλιμάκια ενός κυβερνώντος κόμματος είχαν πολιτικό αντίκρισμα στο εκλογικό σώμα. Σήμερα, αυτό ισχύει ελάχιστα. Οι πολίτες έχουν στρέψει την πλάτη τους στο κυβερνών κόμμα και ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι τα χειροκροτήματα που εισέπραξε ο πρωθυπουργός στη σύνοδο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας την Πέμπτη δεν έχουν πολιτικό αντίκρισμα στην κοινωνία. Γι’ αυτό και δεν πρόκειται να τον βγάλουν από το αδιέξοδο. Το πιθανότερο είναι ότι η εκ νέου ταύτιση του θεσμικού ΠΑΣΟΚ με τον Γιώργο Παπανδρέου τελικώς θα συμπαρασύρει και το ίδιο ακόμα πιο βαθιά στο τέλμα της πολιτικής και εκλογικής απαξίωσης.
Τις επόμενες ημέρες, όμως, είναι λογικό να υπάρξει μία χαλάρωση των κοινωνικών αντιδράσεων. Αυτή η χαλάρωση δεν αναμένεται να κρατήσει πολύ. Το νέο κυβερνητικό σχήμα είναι από τα πράγματα υποχρεωμένο να καταναλώσει την όποια πολιτική αξιοπιστία του για να υπερασπισθεί ένα εξαιρετικά αντιδημοφιλές, αλλά και αντικοινωνικό και αντιπαραγωγικό πρόγραμμα.
Ενα δεύτερο καταλυτικό μειονέκτημα είναι ότι το προηγούμενο κυβερνητικό σχήμα σπατάλησε το πολύτιμο κεφάλαιο της κοινωνικής ανοχής. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ακόμα και αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις θα προσκρούουν σε κοινωνικές αντιδράσεις, οι οποίες δεν θα είχαν εκδηλωθεί εάν αυτές οι αλλαγές και μεταρρυθμίσεις είχαν δρομολογηθεί πριν από ένα χρόνο ή και πριν από οκτώ μήνες.
Το μόνο πλεονέκτημα για το οικονομικό επιτελείο είναι ότι η επικείμενη θερινή ραστώνη μπορεί να του εξασφαλίσει έναν ικανό χρόνο για να δώσει άλλα δείγματα γραφής τον Σεπτέμβριο. Και αυτό υπό την προϋπόθεση ότι το κίνημα των «Αγανακτισμένων» δεν θα προσλάβει τον επόμενο μήνα νέα δυναμική.
Το πολιτικό στοίχημα του νέου κυβερνητικού σχήματος είναι να θέσει την οικονομία σε τροχιά ανάκαμψης. Εάν η οικονομία συνεχίσει να βυθίζεται στην ύφεση και τα οικονομικά και κοινωνικά ερείπια συνεχίσουν να πολλαπλασιάζονται, ο ανασχηματισμός θα μετατραπεί σε μία ασήμαντη πολιτική παρένθεση. Τότε θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση προς τις κάλπες.
http://news.kathimerini.gr
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια και παρατηρήσεις